Από τον κ. Πάτροκλο Σταύρου, πρώην υφυπουργό παρά τω Προέδρω της Κυπριακής

Δημοκρατίας (1963-1993), πήραμε την ακόλουθη επιστολή:

«Διάβασα στο φύλλο της 8ης Μαρτίου, σελ. 4, στήλη «Σαν σήμερα» και με τίτλο

«Ακόμη δεν ξέρουμε τι έγινε…», αναδημοσίευση δημοσιεύματος της 8ης Μαρτίου

1975: «Με σύμφωνη προφανώς γνώμη των αρχηγών των κομμάτων και ίσως του

Προέδρου Μακαρίου επίσης, η Κυβέρνηση αποφάσισε αιφνιδίως και για λόγους

εθνικούς, όπως τονίζει με ανακοίνωσή της, να αναβάλει τη δίωξη των υπευθύνων

για τα τραγικά γεγονότα του Ιουλίου 1974 στην Κύπρο. Την απόφαση έλαβε το

υπουργικό συμβούλιο που συνήλθε εκτάκτως…».

Σας πληροφορώ και μαρτυρώ, χάριν της ιστορικής αλήθειας, ότι ο Πρόεδρος της

Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριος δεν είχε ιδέα για τέτοια σκέψη ή πρόθεση ή

απόφαση τότε της ελληνικής κυβέρνησης, ούτε ενημέρωση ούτε βολιδοσκόπηση τού

έγινε, αμέσως ή εμμέσως. Απλώς επληροφορήθη το γεγονός από τις ειδήσεις.

Ήμουν υφυπουργός παρά τω Προέδρω της Κυπριακής Δημοκρατίας τότε και βρισκόμουν

στην Αθήνα την ημέρα εκείνη, πριν από τριάντα χρόνια. Άκουσα την είδηση στην

τηλεόραση και «έμεινα ξερός». Οι ειδήσεις έλεγαν ότι συμφώνησε και ο Μακάριος,

χωρίς το «ίσως» του δημοσιεύματος. Επήρα το πρώτο αεροπλάνο για την Κύπρο και

από το αεροδρόμιο Λάρνακας επήγα κατ’ ευθείαν στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο στη

Λευκωσία. Μέσα μου ένιωθα έντονα πως έπρεπε να με είχε ενημερώσει ο Μακάριος

εν όψει του ταξιδιού μου στην Αθήνα – άνθρωπός του ήμουνα, εκτός από την

υπηρεσιακή σχέση – και όχι να το μάθω από την τηλεόραση και να πέσω από τα

σύννεφα. Και επήγα σ’ αυτόν όχι απλώς παραπονούμενος, αλλά και

διαμαρτυρόμενος. Άλλες ήσαν οι θέσεις του, και τις ήξερα. Αλλά τον βρήκα άκρως

εξοργισμένο και μου έμπηξε φωνή, λες και είχα πάρει εγώ την απόφαση αναστολής

των διώξεων των χουντικών.

Εξηγηθήκαμε. Και μου ζήτησε πληροφορίες για την απόφαση αυτή, για το

παρασκήνιο. Του είπα ότι δεν είχα ιδέα, ότι έφυγα αμέσως από την Αθήνα για να

συνεννοηθώ μαζί του. Μου αντιπαρατήρησε ότι έπρεπε να μείνω στην Αθήνα, να

μαζέψω πληροφορίες και μετά να επιστρέψω στην Κύπρο και να τον ενημερώσω. Ήταν

αυτό κάτι που εφαρμόζαμε τότε. Του ετόνισα ότι η ανακοίνωση μιλούσε και για τη

δική του συγκατάθεση στη μη δίωξη των χουντικών. Έγινε έξαλλος και το διέψευσε

σφοδρά. Ήταν από τις ελάχιστες φορές στη ζωή του που τον είδα τόσο οργισμένο,

αποκαρδιωμένο, παγιδευμένο, αμήχανο, σαν προδομένο. Ήξερε ήδη πολλά για το

πραξικόπημα και ανέμενε τη διαλεύκανση του διδύμου εγκλήματος. Τώρα τον

παρουσίαζαν ως συμφωνούντα στη συγκάλυψή του.

Αυτή είναι η μαρτυρία μου, εν πλήρει συνειδήσει».