Dller-Scofidio, Μουσείο Τέχνης και Τεχνολογίας με πτυχωτή κατασκευαστική

δομή, η οποία άλλοτε γίνεται δάπεδο και άλλοτε τοίχος (2001). Από την Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής

Στα θολά κανάλια της Βενετίας έχει κανείς την εντύπωση ότι τα πολυέξοδα έργα

καθαρισμού αποδίδουν. Η πόλη μοιάζει ανανεωμένη, όπως και η 9η Μπιενάλε

Αρχιτεκτονικής. Μετά τον ρεαλισμό του 2002, ήρθε η ώρα του «υπερ-ρεαλισμού»

της ψηφιακής τεχνολογίας, που δεν αλλάζει μόνο τον τρόπο σχεδιασμού της

αρχιτεκτονικής αλλά αυξάνει και τη σύγχυση. Ορισμένοι υπερθεματίζουν στην

απτική υλικότητα του κτίσματος και άλλοι στον εικονικό χαρακτήρα· ορισμένοι

φαντάζονται την αρχιτεκτονική ως εργαλείο αντίστασης στο παγκοσμιοποιημένο

μιντιακό σύμπαν (οι οπαδοί του αναθαρρημένου «κριτικού τοπικισμού») και άλλοι

ποντάρουν στη συγχώνευση της φυσικότητας με το τεχνητό πεπρωμένο. Αυτή η

τελευταία είναι η κυρίαρχη επιλογή του νέου διευθυντή, του πολυταξιδεμένου

Ελβετού κριτικού της αρχιτεκτονικής Κουρτ Φόρστερ.

H αρχιτεκτονική για να επιβιώσει πρέπει να «μεταμορφωθεί», μοιάζει να

ισχυρίζεται ο διευθυντής. Ίσως γι’ αυτό το κεντρικό τμήμα της «Metamorph»,

όπως είναι ο γενικός τίτλος της έκθεσης, αρχίζει με το επαναλαμβανόμενο

απελπισμένο άκουσμα της Γκλόρια Γκέινορ: «Ι will survive…». Μια τέτοια

ηχητική επένδυση, που αναδύεται από την παραισθητική φαντασμαγορία των ντίσκο

της δεκαετίας του 1970, δεν είναι μόνο ένα συναρπαστικό ρυθμικό μπιτ για την

είσοδο στην έκθεση: «Αίθουσες συναυλιών», «Τοπογραφίες», «Επιφάνειες»,

«Ατμόσφαιρες», «Μορφοποιημένα φώτα/ πλωτές σκιές» είναι μερικές από τις

ενότητες που διατείνονται ότι η αρχιτεκτονική που γνωρίζουμε και απαρτίζεται

από κολόνες και δοκάρια είναι ξεπερασμένη.

H «νέα αρχιτεκτονική» αποτελείται από συνεχείς πτυχωτές και καμπύλες

επιφάνειες, που διατίθενται αφειδώλευτα στα εξελιγμένα προγράμματα των

υπολογιστών. Το παράξενο είναι ότι η νέα τάση δεν διατυμπανίζει την από

μηχανής προέλευσή της, αλλά διεκδικεί καταξίωση στην κυβερνο-οικολογία, στη

φιλοσοφία της φύσης (Ilya Prigogine) και στη νομαδική σκέψη του Ζιλ Ντελέζ.

Ωστόσο, η απομάκρυνση από τη μοντέρνα αρχιτεκτονική συμπίπτει με τη μετάβαση

της «σημαντικής» αρχιτεκτονικής σε μια εννοιολογική περιοχή όπου διατηρεί

αποστάσεις από την καθημερινή ζωή και γίνεται προσιτή μόνο σε πελάτες υψηλού

προϋπολογισμού. Οι πτυχώσεις καθίστανται η λέξη-κλειδί, ο ομφαλός όλων των

κινήσεων που αναπληρώνουν την κλονισμένη σχέση με την άξεστη καθημερινότητα.

Μπουχτισμένο και αδιάφορο απέναντι στις δυσκολίες της μητροπολιτικής ζωής, ένα

κομμάτι της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στρέφεται στην παραγωγή νέων επενδυτικών

προγραμμάτων, θεαματικών συμπεριφορών και κατασκευαστικών σεναρίων τα οποία

βάζουν τέλος στις τεκτονικές αρχές της αρχιτεκτονικής που θέσπισε ο

Βιτρούβιος.

Εκείνο που προπάντων τίθεται σε αμφισβήτηση είναι το κατασκευαστικό στερεότυπο

ενός σχήματος που χαρακτηρίζει το τοπίο μας, όπως το γιαπί.

Αποχαιρετίστε, λοιπόν, αυτή τη γραφική και τυποποιημένη μορφή που αγάπησε ο Λε

Κορμπιζιέ. H νέα «μεταμορφική» γενεαλογία της αρχιτεκτονικής αντλεί από τις

γοητευτικές προφητείες του εξπρεσιονισμού, του Wright και του Kiesler, τις

χαοτικές συναρμογές των Coop Himmelblau και του Miralles, την εγκεφαλική

ψυχρότητα του Eisenman, τις βίαιες κτιριακές μάζες της Zaha Hadid, τον

επιθετικό διανοουμενισμό του Rem Koolhaas (η ανεξήγητη απουσία της έκθεσης)

και προπάντων από τη ζωτικότητα του Frank Gehry.

Και ελληνικές «μεταμορφώσεις»

Ποια θα μπορούσε να είναι η καλύτερη ελληνική συμμετοχή σ’ ένα τέτοιο διεθνές

κλίμα; Με τα Ολυμπιακά έργα; Ευτυχώς, κανείς δεν μπήκε σ’ έναν τέτοιο

πειρασμό. Όσο κι αν τα καταφέραμε θαυμάσια στη διοργάνωση των Αγώνων, τα

αντίστοιχα αρχιτεκτονικά έργα δεν έχουν κανένα διεθνές μορφολογικό ενδιαφέρον

παρά μόνο ενημερωτικό.

Να γιατί, λοιπόν, ευτύχησαν «τα παραδείγματα» που παρουσιάζονται στο ελληνικό

περίπτερο από την τετράδα των επιμελητών (A. Αντωνάς, Z. Ξαγοράρης, X. Χάρη,

Φ. Ωραιόπουλος). Μέσα από μια συλλογική εργαστηριακή επεξεργασία σε τέσσερις

«περιφερειακές» περιοχές (Λάρισα, Λευκωσία, Κερατέα, Χανιά) η έκθεση εκδηλώνει

μια κλίση στη σιωπηρή αισθητική, επιδεικνύει κοινωνική ευαισθησία και

συνδιαλέγεται με τις θεματικές άλλων εθνικών περιπτέρων (ρωσικό, γερμανικό,

γαλλικό, ολλανδικό).

H προσοχή εστιάζεται στα υπολειμματικά φαινόμενα της μεταβιομηχανικής

ανάπτυξης και σε ορισμένες από τις μεταμορφώσεις των εργαλείων της

αρχιτεκτονικής που προηγούνται του «metamorphing» των υπολογιστών.

Αν ωθήσουμε στα άκρα μια τέτοια υπόθεση, θα καταλήξουμε στο ερεθιστικό

συμπέρασμα ότι μπορούμε να παρουσιάσουμε μια υπέροχη αρχιτεκτονική χωρίς

υποχρεωτικά να χτίσουμε κάτι: αλλάζοντας απλά τον τρόπο με τον οποίο

αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα, παράγοντας και πολλαπλασιάζοντας τις

σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και τους τόπους.

INFO

«Metamorph», Βενετία Giardini/ Arsenale, Έως 7 Νοεμβρίου. Ίντερνετ: http: //www.labiennale.org.

«Παραδείγματα», Βενετία Giardini, ελληνικό περίπτερο. http: //www.paradigmata.gr.

Ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο Τμήμα

Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.