|
|
|
|
Αν το όνειρο των υποψηφίων είναι να ασχοληθούν με τα νομικά επαγγέλματα τότε
θα πρέπει να ξεχάσουν τα δεδομένα που ίσχυαν στο παρελθόν – αίγλη, σίγουρη
επαγγελματική αποκατάσταση και καλές αμοιβές. Τα νέα που πρέπει να σταθμίσουν
είναι κυρίως ο υπερπληθωρισμός επαγγελματιών στον χώρο των δικηγόρων, αλλά και
οι νέοι τομείς απασχόλησης που ανοίγονται. Σταθερή ωστόσο παραμένει η
κατάσταση στα υπόλοιπα νομικά επαγγέλματα – δικαστή, συμβολαιογράφου.
«Δικηγόρος; Να γίνει κάποιος μόνον αν έχει οικονομική στήριξη από το σπίτι
του. Διαφορετικά δύσκολα θα επιβιώσει». Αυτό απαντά μερίδα έμπειρων δικηγόρων
στο παραπάνω ερώτημα θέλοντας έτσι να δείξει ότι η κατάσταση στον χώρο των
νομικών δεν θα είναι ρόδινη για πολλά χρόνια ακόμα.
Κύρια αιτία είναι ο υπερπληθωρισμός δικηγόρων που αποτελεί «τη βραδυφλεγή
βόμβα του χώρου» τονίζει στον «ΥΠΟΨΗΦΙΟ» ο γενικός γραμματέας του Δικηγορικού
Συλλόγου Αθηνών κ. Δημήτρης Βερβεσός. Και προσθέτει ότι οι συνέπειες του
υπερπληθωρισμού είναι η μείωση των αμοιβών, η αύξηση των ωραρίων εργασίας, η
ανεργία, η απασχόληση σε άλλους χώρους. Εικόνα που αποδεικνύεται και από τα
στατιστικά στοιχεία του Δικηγορικού Συλλόγου. Από τους 17.000 δικηγόρους,
4.000 δεν έχουν κάνει καμία παράσταση σε δικαστήρια, ενώ 2.000 κάνουν άλλα
επαγγέλματα.
Εξαντλητικό
Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα για τους νέους δικηγόρους. Οι αμοιβές των
ασκουμένων κυμαίνονται μεταξύ 350-450 ευρώ για 8 ώρες εργασίας! Και μάλιστα
εξαντλητικές, αφού οι δικηγόροι θα πρέπει να τρέχουν συνεχώς από υπηρεσία σε
υπηρεσία για να προλάβουν προθεσμίες. Καλύτερη είναι η κατάσταση στην επαρχία.
Ο αριθμός μικρότερος, συνεπώς είναι καλύτερες και οι αμοιβές.
Υπάρχει βέβαια και η πλευρά των επιστημόνων και των δικηγόρων που υποστηρίζουν
ότι δεν πρέπει αποτραπούν οι νέοι να ακολουθήσουν νομικές σπουδές. «Προσφέρουν
εφόδια και πολλαπλές διεξόδους, παρόλα τα προβλήματα», ενώ τονίζουν ότι οι
δυσκολίες μπορούν να λυθούν αν οι ίδιοι οι επαγγελματίες πάρουν την κατάσταση
στα χέρια τους και προσπαθήσουν να την αλλάξουν.
Οι συμβολαιογράφοι
|
|
Καλύτερα είναι τα πράγματα στον χώρο των συμβολαιογράφων. Το επάγγελμα έχει
πιο ήρεμους ρυθμούς εργασίας, αν κα τα τελευταία χρόνια τα ωράρια έχουν
επιμηκυνθεί. Πλεονέκτημα εξακολουθεί να αποτελεί ο κλειστός χαρακτήρας του
επαγγέλματος. Ο αριθμός των συμβολαιογράφων ανά περιφέρεια είναι καθορισμένος
από τον νόμο. Μία διαφορά των συμβολαιογράφων σε σχέση με τα άλλα νομικά
επαγγέλματα – που ταυτόχρονα είναι και ένα μειονέκτημα του χώρου, λένε
έμπειροι συμβολαιογράφοι – είναι το άμεσο άνοιγμα γραφείου μετά τις εξετάσεις
και τον διορισμό. Σε αντίθεση δηλαδή με την άσκηση των δικηγόρων και τη Σχολή
που παρακολουθούν οι δικαστές.
Πλήρης αφοσίωση
Όσο για τον χώρο των δικαστικών, η πλήρης αφοσίωση στο λειτούργημα, αφού
μάλιστα απαγορεύται κάθε άλλη απασχόληση, είναι το βασικό χαρακτηριστικό που
πρέπει να γνωρίζουν οι υποψήφιοι. H κοινωνική αναγνώριση, απόρροια της
προσφοράς στην κοινωνία, είναι κάτι που μπορεί να τραβήξει κάποιους στον χώρο.
Ωστόσο, οι νέοι δεν πρέπει να ξεχνούν, τονίζουν οι δικαστικοί, και το διαρκές
βάρος της μεγάλης ευθύνης που κουβαλούν.
|
|
«H επιστήμη που ακουμπάει τα όρια της ψυχής του ανθρώπου»
|
Ο καθηγητής Εγκληματολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννης Πανούσης
|
«H νομική παιδεία είναι ένας τρόπος να σκέφτεσαι. Είναι ένα χρήσιμο εφόδιο για
τον σύγχρονο πολίτη, όποιο επάγγελμα κι αν θέλει να κάνει». Ο καθηγητής
Εγκληματολογίας κ. Πανούσης δεν παραβλέπει ότι στο χώρο των νομικών
επαγγελμάτων υπάρχουν προβλήματα. «Στο χέρι των επαγγελματιών είναι όμως με
συνεχείς προσπάθειες να αλλάξουν την κατάσταση».
Όταν ο ίδιος ήταν νέος, έκλινε περισσότερο στις πολιτικές επιστήμες και τη
φιλοσοφία. Οι γονείς του ήθελαν να ακολουθήσει νομικά. Τελικά κατάφερε μέσα
απ’ τις πολλαπλές διεξόδους που προσέφεραν τα νομικά να ασχοληθεί με κάτι
αρκετά παραπλήσιο με αυτό που είχε επιλέξει.
Υπάρχουν βέβαια και άλλα εφόδια που προσφέρουν στους νέους οι νομικές σπουδές.
«Εμπλουτίζουν τις γνώσεις που χρειάζονται οι πολίτες για την δημοκρατία και
την δημοκρατική συμπεριφορά τους στην κοινωνία. Αποτελούν έναν εύκολο δρόμο
για την συμμετοχή στα κοινά και ανοίγουν διεξόδους για οποιαδήποτε
μεταπτυχιακά θέλει να κάνει ένας απόφοιτος, στα μίντια, στις τηλεπικοινωνίες,
οπουδήποτε».
Για τον τομέα της Εγκληματολογίας που υπηρετεί εδώ και χρόνια ο κ. Πανούσης
σημειώνει ότι έχει μία γοητεία. «Τον εγκληματολόγο η κοινωνία τον κοιτάει στα
μάτια. Είναι η επιστήμη που ακουμπάει τα όρια της ψυχής του ανθρώπου». Και
συμπληρώνει ότι πολλές φορές ο κόσμος περιμένει με αγωνία να ακούσει από τους
εγκληματολόγους όχι για την καταστολή αλλά για τα μέτρα πρόληψης που πρέπει να
ληφθούν.
Δεν παραλείπει ωστόσο να αναφέρει ότι η εγκληματολογία είναι μία παραμελημένη
επιστήμη στην Ελλάδα. «Δεν έχει δημιουργηθεί ένα ινστιτούτο αντιεγκληματικής
πολιτικής ούτε ανάλογο πανεπιστημιακό τμήμα». Ενδεικτικό είναι ότι στις
ελληνικές φυλακές υπάρχει μόνο ένας εγκληματολόγος, αναφέρει.
Όσο για τα προβλήματα υπερπληθωρισμού των δικηγόρων, ο καθηγητής θυμίζει τις
προτάσεις που είχε κάνει και στο παρελθόν: καλός επαγγελματικός
προσανατολισμός, διασπορά των νομικών σχολών, 2ετείς σπουδές για όσους θέλουν
να πάρουν πιστοποιητικό νομικής παιδείας (για όσους δεν θέλουν να εργαστούν ως
δικηγόροι), 4ετείς για να αποκτήσουν πτυχίο Νομικής, να προκηρύσσεται
συγκεκριμένος αριθμός κάθε χρόνο για όσους δικηγόρους χρειάζονται (κλειστό επάγγελμα).
|
|
«Δουλειά με σταθερότητα και καλές αποδοχές»
|
Χριστίνα Μάνδρου: «H συμβολαιογραφία… γυναικοκρατείται γιατί ως δουλειά απαιτεί επιμέλεια, τάξη και μέθοδο, στοιχεία που ταιριάζουν περισσότερο στον γυναικείο χαρακτήρα»
|
«H επαφή συμβολαιογράφου – πολίτη είναι σαν του γιατρού με τον ασθενή». Αυτό
είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που αποδεικνύει ότι το επάγγελμα του
συμβολαιογράφου προσφέρει στην κοινωνία και έχει χαρακτήρα δημόσιου
λειτουργήματος», τονίζει στον «ΥΠΟΨΗΦΙΟ» η συμβολαιογράφος κ. Χριστίνα
Μάνδρου.
H ίδια επέλεξε να γίνει συμβολαιογράφος, αν και γενικότερα της άρεσαν τα
νομικά ως επιστήμη, «κυρίως για τη σταθερότητα που έχει το επάγγελμα και για
την καλή επαγγελματική εξέλιξη που προσφέρει». Και μέχρι σήμερα δεν έχει
μετανιώσει για την επιλογή της.
Είναι όμως ένα επάγγελμα με καλές προοπτικές για τον αυριανό απόφοιτο της
Νομικής; H κ. Μάνδρου δεν διστάζει να πει «ναι». «Μπορεί να μην έχει τις
αποδόσεις που είχε παλαιότερες δεκαετίες, έχει όμως ενδιαφέρον». Σπεύδει
μάλιστα να ξεκαθαρίσει ότι είναι λάθος η εντύπωση που έχει επικρατήσει για
τους συμβολαιογράφους πως κάνουν μονότονη δουλειά. «H δουλειά απαιτεί συνεχή
ενημέρωση και επιμόρφωση, γιατί ο επαγγελματίας ασχολείται συνεχώς με νέα
αντικείμενα». Ωστόσο, οι υποψήφιοι πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να
αντιμετωπίσουν και τα αρνητικά του χώρου. Ο συμβολαιογράφος «είναι κι αυτός
θύμα της γραφειοκρατίας και του Ελληνικού Δημοσίου», τονίζει η κ. Μάνδρου. Τον
δυσκολεύουν, δηλαδή, η Εφορία και άλλες δημόσιες υπηρεσίες.
H κ. Μάνδρου ενημερώνει επίσης τους αυριανούς συμβολαιογράφους και για το πόσο
απαιτητικές είναι οι εξετάσεις. Ο υποψήφιος θα πρέπει υποχρεωτικά να έχει
κάνει δύο χρόνια δικηγορία και έπειτα να προετοιμαστεί συστηματικά για να
δώσει εξετάσεις.
|
|
«Ο δικαστής πρέπει να αφουγκράζεται τη φωνή της κοινωνίας και να μην είναι τυπολάτρης»
|
Κωνσταντίνος Σταμαδιάνος, δικαστής – προϊστάμενος Πρωτοδικείου Αθηνών
|
Αυτό που γεμίζει και ικανοποιεί τον πρόεδρο Πρωτοδικών της Αθήνας κ.
Κωνσταντίνο Σταμαδιάνο από την άσκηση του δικαστικού λειτουργήματος είναι «η
διαπίστωση ότι στο συγκεκριμένο δικαιοδοτικό του έργο εξέφερε ορθή και δίκαιη
κρίση». Γιατί όπως εξηγεί στον «ΥΠΟΨΗΦΙΟ», «η απονομή δικαιοσύνης από τον
δικαστή δεν είναι θεία, αλλά ανθρώπινη διαδικασία, ενυπάρχει δε στη φύση του
ανθρώπου το στοιχείο του λάθους, της πλάνης και της αέναης αβεβαιότητας». Για
όσους από τους νέους αποφασίσουν να ακολουθήσουν νομικές σπουδές για να μπουν
στον δικαστικό κλάδο, ο κ. Σταμαδιάνος σημειώνει δύο θετικά στοιχεία που ίσως
πρέπει να συνεκτιμήσουν: «Ο δικαστής στην πατρίδα μας απολαμβάνει, σε σχέση με
άλλα επαγγέλματα – λειτουργήματα, υψηλή εκτίμηση και αποδοχή, η δε Ελληνική
Δικαιοσύνη στο σύνολό της χαίρει εμπιστοσύνης από το κοινωνικό σύνολο» τονίζει
ο πρόεδρος των Πρωτοδικών, ενώ αναφέρεται και στις ικανοποιητικές αποδοχές των
δικαστών.
Όσο για τα αρνητικά του χώρου επισημαίνει τις μεταθέσεις, την «απαιτούμενη
διαρκή υπηρεσιακή διαθεσιμότητα του δικαστή» αλλά και τον υπερβολικό φόρτο
εργασίας, πρόβλημα που βιώνει και ο ίδιος καθημερινά.
«Οι νέοι υποψήφιοι δικαστές πρέπει να έχουν επίγνωση ότι το έργο του σύγχρονου
δικαστικού λειτουργού θα γίνεται ολοένα και πιο επίμοχθο και υπεύθυνο»,
συμβουλεύει και εξηγεί, «αυτό συμβαίνει γιατί ο εφαρμοστής του Δικαίου
καλείται να ασκήσει το δικαιοδοτικό του έργο σε ένα ραγδαίως διαμορφούμενο
περιβάλλον παγκοσμιοποίησης που χαρακτηρίζεται από αυξανόμενη
ανταγωνιστικότητα, διεθνοποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, εμφάνιση
νέων μορφών εγκληματικής δραστηριότητας. Αλλά και γέννηση νέων έννομων σχέσεων
και ανάδυση καινούργιων νομικών αντικειμένων και ζητημάτων».
















