Οι ώρες της νύχτας διαστέλλονται βασανιστικά χωρίς την ευδιάθετη προσμονή της

χαραυγής. Κλείνω τον διακόπτη με την ελπίδα της πολύωρης ανάπαυσης, βοηθό στο

ταξίδι του ημίσεως θανάτου, μα οι σκέψεις καταβροχθίζουν ακατάπαυστα το

σωτήριον απόθεμα της νύχτας, τα κατεβασμένα ρολά των βλεφάρων, θαλάσσιες

τσούχτρες, συστέλλουν τον διαρρέοντα χρόνο ωσεί άμμον της θαλάσσης ανάμεσα στα

δάκτυλα.

Θανατοποινίτης της νύχτας εκπνέω το τελευταίο δίωρο του χρόνου στον καπνό του

τσιγάρου, έφιππος στους ανεκμετάλλευτους λογισμούς καλπάζοντος αλόγου. Στη

συστολή των νύκτιων ωρών προβάλλει η αρνητική εικόνα του αναλωθέντος, το

χθεσινό video της υποκειμενικής βιωτής μου. Τα παρελθόντα και τα μέλλοντα

συνωστίζονται στο παρόν του Μορφέως και η σχάση της μαγικής δύναμης της

εμπειρίας προκαλεί αφόρητη φρίκη στην ξεπάρθενη αϋπνία της νύχτας.

H εναλλαγή της χαράς και της λύπης της μέρας μου βυθίζεται στο άφωτο μηδέν της

στιγμής, ξυπνώντας τη βεβαιότητα του μάταιου. «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα

ματαιότης», στην ενόραση ή την προοπτική το ατελεύτητο δείπνο παιδικών ωρών

για τον Κρόνο της μεταϊστορίας.

Στους ηλεκτρονικούς βηματισμούς του υπέρηχου ρολογιού μου ακούγονται τα έτη

φωτός, βγάζουν έξω τη γλώσσα ειρωνικά στον μεμετρημένο χρόνο της λογιστικής

ύπαρξής μου. Οι μέρες, οι ώρες, οι στιγμές των ετών παρέρχονται χωρίς

ταυτοποίηση, δίχως το συνειδέναι των αισθητηρίων του χρόνου, υφαρπάζομαι

άυπνος στο καταναλωτικό σούπερ μάρκετ του τέλους τους, καταδικάζεται στη λήθη

της συμπαντικής νύχτας το σώμα της μνήμης μου, στο αναγκαστικό κάτεργο του

μαύρου χρώματος η συναντίληψη ενός εκάστου και πάντων.

Οεχθρός του καλού το καλύτερο, η πιο τέλεια ανημπόρια το υπόλοιπο του

εναπομείναντος χρόνου της νύχτας, υπό την σκιά της λαιμητόμου του υποψήφιου

θανατοποινίτη. Το επικρεμάμενο λεπίδι του βίαιου θανάτου, παρόν στο προκείμενο

μαρτύριο, επεκτείνει τον τρόμο της κλεψύδρας των υπόλοιπων ημερών στη βέβαιη

αμφιβολία του ηλεκτρονικού λογισμικού για το εναπομείναν αποθεματικό της ζωής,

την άπληστη προσμονή της υπέρβασης του γήρατος, σε έναν αθέμιτο ανταγωνισμό

του μέσου όρου των άλλων. Ο φόβος της ανάλωσης του αναλογούντος ποσού στη ζωή

καταγράφεται στις ραβδώσεις της σκέψης, στην απέραντη αφετηρία του μηδενός,

του φτερωτού χρόνου της αϋπνίας μου.

Ο Αντώνης Σανουδάκης είναι διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – συγγραφέας.