Δεν τους έφτασε που οι διοργανωτές μετατόπισαν την ημέρα της διεξαγωγής των

καλλιστείων, σεβόμενοι το ραμαζάνι, μια περίοδο που οι μουσουλμάνοι αφιερώνουν

στον καθαρμό και την ειρήνη. Δεν τους έφτασε που οι διαγωνιζόμενες δεν θα

εμφανίζονταν με μαγιό στην Αμπούτζα, πρωτεύουσα της Νιγηρίας. Ούτε και που ο

πρόεδρος Ομπασάνιο, ο οποίος αρχικά είχε αποφασίσει να υποδεχτεί τις καλλονές,

άλλαξε γνώμη τελικά, από σεβασμό στην ευαισθησία των μουσουλμάνων. Αντίθετα,

όλα αυτά ερέθισαν την όρεξη του τέρατος της μισαλλοδοξίας. Μία κοινωνία που

ανέχεται τη σφαγή αθώων, ή την προτροπή σε δολοφονίες, θεωρώντας τις μια

δίκαιη και νόμιμη αντίδραση, είναι μία διαλυμένη κοινωνία που δεν έχει

θεραπεία. Η υποτιθέμενη προσβολή από εκείνη την εφημερίδα, που άλλο δεν έκανε

από το να δημοσιεύσει τη δήλωση ενός πολίτη, δεν ήταν παρά ένα πρόσχημα. Αν

δεν υπήρχε αυτή η προσβολή, οι φανατικοί θα εφεύρισκαν άλλη. Ή θα έκαναν πάλι

τα ίδια χωρίς καμιά αφορμή. Ίσως πρέπει εδώ να πω τη γνώμη μου για τα

καλλιστεία γενικά.

Τα θεωρούσα πάντα κάτι ματαιόδοξο που δεν προσθέτει τίποτα στην αξία της

γυναίκας. Όμως, τα καλλιστεία του 2002, η διεξαγωγή τους σε μια χώρα που η

ειρηνική ύπαρξή της εδώ και αιώνες ανατράπηκε βίαια προσφάτως, ήταν ένα

κρίσιμο γεγονός. Η Νιγηρία – για όσους το έχουν ξεχάσει – είναι η χώρα όπου

εφαρμόζεται με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα ο ισλαμικός νόμος «σαρία», όπως

προσφάτως στην περίπτωση δύο μοιχαλίδων. Η πρώτη γλίτωσε τη θανάτωση, αλλά η

δεύτερη, η Σαφίγια, διατρέχει ακόμη τον κίνδυνο να καταδικαστεί σε θάνατο.

Όμως, όχι, αυτή η σαδιστική θανάτωση, έτσι όπως θάβουν τις γυναίκες μέχρι το

λαιμό και ύστερα τις λιθοβολούν, δεν πρόκειται να συμβεί. Η νιγηριανή

κυβέρνηση εγγυήθηκε στον κόσμο πως δεν θα το κάνει. Δυστυχώς, η κοινωνία μας

είναι μολυσμένη από ανθρώπους που όταν βλέπουν καλλίγραμμα κορμιά ξυπνούν μέσα

τους όνειρα ακρωτηριασμού.

Το άρθρο του βραβευμένου με Νόμπελ Νιγηριανού συγγραφέα Wole Soyinka

δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «La Repubblica».