Εκτελεστής του σταθμάρχη της CIA Ρίτσαρντ Γουέλς, αλλά και του υποδιοικητή

των ΜΑΤ Παντελή Πέτρου και του οδηγού του Σωτήρη Σταμούλη ήταν ο Αλέξανδρος

Γιωτόπουλος, σύμφωνα με τον Παύλο Σερίφη, τον τέταρτο της πρώτης ομάδας της 17 Νοέμβρη.

Παύλος Σερίφης. Όταν πλησιάσαμε το αυτοκίνητο του Γουέλς κατέβηκε ο «Λάμπρος»

από το αυτοκίνητο που ο ίδιος οδηγούσε και πυροβόλησε από απόσταση 2-3 μέτρων

τον Γουέλς

Ο ίδιος, με τον Λάμπρο, τον Γιάννη Σερίφη και την Άννα αποτελούν τα ιδρυτικά

μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης, νονός της οποίας ήταν το 1975 ο αρχηγός. Από

την πρώτη δολοφονική επίθεση κατά του Ρίτσαρντ Γουέλς το 1975, που

πραγματοποίησαν οι τέσσερίς τους, έως τη δεύτερη το 1980 με θύματα τους Πέτρου

και Σταμούλη, η σύνθεση της ομάδας άλλαξε. Όπως αναφέρει ο Παύλος Σερίφης στην

ανακριτική του απολογία, ο Γιάννης Σερίφης είχε αποχωρήσει λόγω διαφωνίας του

με τον Λάμπρο, ενώ είχαν στρατολογηθεί ο Φώτης (Θεολόγος Ψαραδέλλης) και ο

Νικήτας (Νίκος Παπαναστασίου). Αυτοί οι τρεις, καθώς και ο Παύλος Σερίφης

έλαβαν μέρος στη δολοφονία των δύο αστυνομικών, τους οποίους πυροβόλησαν ο

Γιωτόπουλος και ο Ψαραδέλλης.

Το πλήρες κείμενο της απολογίας του Παύλου Σερίφη είναι το ακόλουθο:


Επαφές με τον Γιάννη Σερίφη

Είμαι ορφανός από γονείς από ηλικίας ενός έτους. Έζησα μέχρι τα δεκαέξι μου

χρόνια στην Πάργα και ειδικότερα στο χωριό μου Μόρφιον Θεσπρωτίας και πήγαινα

στο Γυμνάσιο της Πάργας. Μετά έφυγα για την Γερμανία, όπου πήγα να εργαστώ το

1972. Επέστρεψα στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1975 και από τότε έμεινα στην

Αθήνα. Είχα επαφές με τον εξάδερφό μου Γιάννη Σερίφη, που ήταν μεγαλύτερος και

συμμετείχε στον αγώνα κατά της δικτατορίας. Είχαμε συζητήσεις σχετικά με τον

παρεμβατισμό των Αμερικανών στην Ελλάδα, με την κατοχή στην Κύπρο και θέλαμε

με κάποιο τρόπο να αγωνιστούμε για να αλλάξουμε κάποια πράγματα ώς προς τη

δομή του συστήματος.


Η γνωριμία με τον «Λάμπρο»

Ύστερα από αυτές τις συζητήσεις ο εξάδερφός μου μού σύστησε κάποιο πρόσωπο που

λεγόταν «Λάμπρος», που δεν γνώριζα τότε ότι ήταν ψευδώνυμο, ο οποίος μας

πρότεινε να κάνουμε κάποια ενέργεια κατά των Αμερικανών και συγκεκριμένα να

κτυπήσουμε τον τότε αρχηγό της CIA στην Αθήνα Γουέλς. Μας έπεισε με τα

επιχειρήματά του και ανέλαβε να γράψει κάποιο κείμενο για την ιδεολογική

υποστήριξη του κτυπήματος αυτού. Στη συνέχεια ο «Λάμπρος» μάς πρότεινε να

ονομάσουμε την ομάδα 17 Νοέμβρη, η οποία ήταν επίκαιρη λόγω των σχετικών

γεγονότων του Πολυτεχνείου. Στη συνέχεια ο «Λάμπρος» ρύθμισε, δηλαδή με

πρωτοβουλία του, το πώς πρέπει να γίνει το κτύπημα. Προηγήθηκε παρακολούθηση,

που διήρκεσε περίπου ένα μήνα, την οποία αναλάβαμε και τα τέσσερα άτομα που

αποτελούσαμε την αρχική ομάδα, δηλαδή ο «Λάμπρος», μία κοπέλα με το όνομα Άννα

– δεν γνωρίζω αν είναι το πραγματικό της ή όχι – η οποία τότε ήταν ηλικίας

περίπου 30 ετών, ήταν ξανθιά, ψηλή περίπου 1,70, με ωραία χαρακτηριστικά,

καλλιεργημένη, ο ξάδερφός μου Γιάννης Σερίφης – δεν τον θυμάμαι με κάποιο

ψευδώνυμο – και εγώ.


Η παρακολούθηση του Γουέλς

Εμένα τότε με αποκαλούσαν «μικρό», λόγω της ηλικίας μου. Διαπιστώσαμε από την

παρακολούθηση ότι δεν ελάμβανε μέτρα προστασίας του και αποφασίσαμε κάποια

μέρα να κάνουμε το κτύπημα. Τον περιμέναμε και όταν γύρισε με το αυτοκίνητό

του, συνοδευόμενος από τη γυναίκα του, σύμφωνα με ένα σχέδιο που είχαμε

καταστρώσει, θα πηγαίναμε με το αυτοκίνητό μας δίπλα από το δικό του, θα

κατέβαινε ο «Λάμπρος» και θα τον πυροβολούσε και συγχρόνως εμείς από το πίσω

μέρος του αυτοκινήτου τού Γουέλς θα προσέχαμε μήπως έρθει κανένας τρίτος για

να τον αντιμετωπίσουμε.


Η εκτέλεση και η διαφυγή

Για τον λόγο αυτό ο «Λάμπρος» μάς είχε εφοδιάσει με όπλα. Η Άννα έμεινε μέσα

στο αυτοκίνητο σύμφωνα με το σχέδιο. Τελικώς, όταν πλησιάσαμε το αυτοκίνητο

του Γουέλς κατέβηκε ο «Λάμπρος» από το αυτοκίνητο, που ο ίδιος οδηγούσε, και

πυροβόλησε από απόσταση 2-3 μέτρων τον Γουέλς. Εμείς είχαμε κατέβει από το

δικό μας αυτοκίνητο, πήγαμε πίσω από το αυτοκίνητο του Γουέλς και περιμέναμε

να δούμε αν εξελιχθούν καλά τα πράγματα. Μετά τους πυροβολισμούς, που πρέπει

να ήταν 3 ή 4 αν θυμάμαι καλά, ο «Λάμπρος» πήρε ξανά τη θέση του οδηγού, εγώ

και ο Γιάννης Σερίφης καθήσαμε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και φύγαμε.


«Είχε ετοιμάσει την προκήρυξη»

Εν τω μεταξύ ο «Λάμπρος» είχε ετοιμάσει την προκήρυξη, δηλαδή την είχε γράψει,

μάς την είχε φέρει και την εγκρίναμε και στη συνέχεια την πήρε πίσω και μας

την ξαναέφερε δακτυλογραφημένη. Δεν θυμάμαι αν στην αρχική προκήρυξη υπήρχε το

σύμβολο της ομάδας, δηλαδή το αστέρι. Μπορώ να πω ότι φοβήθηκα κατά την ώρα

της ενέργειας και τα συναισθήματά μου ήταν ανάμεικτα, αλλά κυριαρχούσε ο φόβος

μήπως αυτό που κάναμε δεν ήταν σωστό. Εκείνο το διάστημα συναντιόμασταν ως

ομάδα σε καφετέριες οι τέσσερίς μας και όχι σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο.

Ανταλλάσσαμε απόψεις για την πολιτική επικαιρότητα και περισσότερο υπήρχε

καθοδήγηση από τον «Λάμπρο». Ξέχασα να πω ότι στην ενέργεια κατά του Γουέλς τα

τρία όπλα, που δεν θυμάμαι τον τύπο τους, μας τα είχε προμηθεύσει ο «Λάμπρος»,

και μετά το τέλος της ενέργειάς μας τα πήρε πάλι. Δεν μας είχε εκπαιδεύσει από

πριν, μας είχε δείξει απλώς τον χειρισμό τους. Για τον ίδιο δεν μπορώ να

γνωρίζω αν είχε καλή γνώση στη χρήση του όπλου. Μετά την ενέργεια αυτή και

μέχρι το 1976 που έφυγα για να κάνω το στρατιωτικό μου, δεν συναντηθήκαμε με

τους υπόλοιπους της ομάδας. Οι συναντήσεις που προανέφερα έγιναν πριν από το

κτύπημα κατά του Γουέλς. Το 1979 τελείωσα τον Στρατό και δεν γνώριζα τίποτα

σχετικά με την ομάδα. Τότε συνάντησα τον «Λάμπρο» τυχαία και μου είπε «τι

μπορούμε να κάνουμε», εννοώντας κάποιο καινούργιο κτύπημα που θα επιχειρούσε η

ομάδα.


Η πρώτη επαφή με «Φώτη» και «Νικήτα»

Τον ρώτησα, μόνοι μας; Και αυτός μου απάντησε θα βρούμε κι άλλους. Ο Γιάννης

Σερίφης ήταν ήδη εκτός ομάδας γιατί μόλις είχε αποφυλακιστεί από κάποια δίκη

που είχε και διαφωνούσε πολιτικά με τον «Λάμπρο» ώς προς την ένοπλη πάλη.

Κατάλαβα λοιπόν ότι δεν είχε πλέον σχέση ο Γ. Σερίφης με την ομάδα και τον

«Λάμπρο». Κατά τον Οκτώβριο του 1979 περίπου ο «Λάμπρος» σε κάποια καφετέρια

μάς συγκέντρωσε εμένα και δύο πρόσωπα τα οποία έβλεπα για πρώτη φορά και μου

τους σύστησε ως «Φώτη» και «Νικήτα».

Ο «Φώτης» είναι το πρόσωπο το οποίο αναγνώρισα με τις πρόσφατες συλλήψεις, με

το πραγματικό όνομα Ψαραδέλλης Θεολόγος, ενώ ο «Λάμπρος» είναι το πρόσωπο που

έχει το όνομα Αλέξανδρος Γιωτόπουλος το οποίο για πρώτη φορά έμαθα με τις

πρόσφατες συλλήψεις. Υπήρχε και ένα ακόμη πρόσωπο που μου τον σύστησε ο

«Λάμπρος» ως «Νικήτα» τον οποίο μέχρι σήμερα δεν έχω αναγνωρίσει. Μπορώ να το

περιγράψω ως εξής: Ήταν ηλικίας 30-35 ετών, λίγο παχουλός, ύψους περίπου 1,70,

μελαχρινός, καλλιεργημένος με μαύρα κοντά μαλλιά.


Το σχέδιο κατά του αστυνόμου Πέτρου

Μετά την πρώτη συνάντηση ακολούθησαν και άλλες 4-5 συναντήσεις σε καφετέριες

στην περιοχή του Παγκρατίου. Εκεί συζητήσαμε την πολιτική επικαιρότητα, που

τότε υπήρξαν θάνατοι σε μία πορεία του Πολυτεχνείου από άνδρες των ΜΑΤ και

τότε ο «Λάμπρος» πρότεινε να κάνουμε κάποια επιχείρηση κατά ανώτερου

αξιωματικού των ΜΑΤ. Ο ίδιος ο «Λάμπρος» επέλεξε τον αστυνόμο Πέτρου και

συζητήσαμε το σχέδιο πώς θα δράσουμε, πάντοτε εμείς οι τέσσερις, δηλαδή εγώ, ο

«Λάμπρος», ο «Φώτης» και ο «Νικήτας». Ήδη είχα αποκτήσει ψευδώνυμο «Βαγγέλης».

Τον σχεδιασμό έκανε ο «Λάμπρος» και έφερε πάλι κείμενο για τη σχετική

προκήρυξη. Συμφωνήσαμε με το περιεχόμενό του και αρχίσαμε να παρακολουθούμε

τον αστυνόμο Πέτρου για χρονικό διάστημα περίπου ενός μηνός. Μας εφοδίασε πάλι

με όπλα ο «Λάμπρος» την ημέρα που αποφασίσαμε να γίνει το κτύπημα. Ξεκινήσαμε

με ένα αμάξι το οποίο οδηγούσα εγώ. Όταν φτάσαμε στο σημείο που θα τον

περιμέναμε κατέβηκαν από το αμάξι οι τρεις και εγώ έμεινα μέσα.


«Φώτης» και «Λάμπρος» πυροβόλησαν από κοντά


«Λάμπρος» και «Φώτης» πυροβόλησαν αρκετές φορές εναντίον των αστυνόμων Πέτρου

και Σταμούλη, από μικρή απόσταση, λέει στην απολογία του ο Παύλος Σερίφης

Ο «Νικήτας» έμεινε σε κάποια απόσταση από το αυτοκίνητο για να ειδοποιήσει για

την άφιξη του Πέτρου. Όταν με ειδοποίησε ο «Νικήτας» εγώ έκλεισα με το

αυτοκίνητο τον δρόμο και αναγκάστηκε ο Πέτρου να σταματήσει. Διευκρινίζω ότι

οδηγός τού αυτοκινήτου ήταν ο Σταμούλης και συνοδηγός ήταν ο Πέτρου. Αφού

σταμάτησε το αυτοκίνητό του οι «Λάμπρος» και «Φώτης» πυροβόλησαν αρκετές φορές

εναντίον τους από μικρή απόσταση, σύμφωνα με το σχέδιο, κατά το οποίο έπρεπε

να εκτελεστούν. Μετά την εκτέλεση μπήκαμε και οι τέσσερις στο αυτοκίνητο και

φύγαμε. Παραδώσαμε τα όπλα στον «Λάμπρο» και φύγαμε και για ένα διάστημα δεν

ξανασυναντηθήκαμε.


Οι συζητήσεις με Κωστάρη και Καρατσώλη

Το 1980 υπέστην τροχαίο ατύχημα, από το οποίο κινδύνεψα να πεθάνω, αλλά

τελικώς επέζησα με μόνιμη αναπηρία στο αριστερό μου χέρι. Έτσι αποσύρθηκα

οριστικά από την ομάδα, αλλά και γιατί διαφωνούσα πλέον με τις δολοφονίες και

όλες τις ενέργειες της ομάδας, δηλαδή ληστείες κ.λπ. Το 1983 άρχισα να

εργάζομαι στο νοσοκομείο Παίδων ως τηλεφωνητής. Παντρεύτηκα και απέκτησα δύο

παιδιά. Η σύζυγός μου εργάζεται στο ίδιο νοσοκομείο. Αργότερα, το 1991,

χρειάστηκα χρήματα για να κάνω φυσιοθεραπείες και ο ξάδερφός μου ο Κωστάρης

Ηρακλής μου έδωσε 2-3 φορές από 100.000 δραχμές περίπου τη φορά τα οποία δεν

του έχω επιστρέψει μέχρι σήμερα. Με τον Κωστάρη και τον Καρατσώλη είχαμε κάνει

συζητήσεις επειδή είχα υποπτευθεί ότι συμμετείχαν στην ομάδα και ότι το

1990-1991 προσπαθούσα να τους αποτρέψω από τη συμμετοχή τους αυτή. Με τα

χρήματα πίστευα ότι ήταν προσωπικά τους και ότι δούλευαν κανονικά και δεν είχα

καμία υποψία ότι μπορεί να προέρχονταν από ταμείο της ομάδας.


«Υποψιαζόμουν τον Χριστόδουλο Ξηρό»

Στις συζητήσεις ποτέ δεν παραδέχθηκαν ανοιχτά ότι συμμετέχουν στην 17Ν, αλλά

πολλές φορές έλεγαν ότι οι ενέργειες της ομάδας αυτής δεν βγάζουν πουθενά.

Αργότερα περί το 1990-91 έμαθα ότι ο «Νικήτας» είχε ανοίξει κατάστημα με

πήλινα στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου, αλλά δεν γνωρίζω ακριβώς που, ούτε πήγα ποτέ

στο μαγαζί του. Είχα μάθει επίσης ότι ο «Νικήτας» είχε προσαχθεί στην

Αστυνομία περί το 1985. Ο «Νικήτας» πρέπει να παρέμεινε στην ομάδα το διάστημα

1980-85. Μετά το ’90 και αφού είχε ήδη αποχωρήσει ο «Νικήτας» που προανέφερα

κάποιοι από την ομάδα μού είχαν δώσει το όνομα «Νικήτας». Εν τω μεταξύ όλα

αυτά τα χρόνια μετά την αποχώρησή μου έβλεπα κάποια πρόσωπα που υποψιαζόμουν

ότι ήταν στην ομάδα, όπως ο Ξηρός Χριστόδουλος, ο Κωστάρης και ο Καρατσώλης.


«Το 1990 γνώρισα τον Λουκά»

Το 1990 περίπου γνώρισα για πρώτη φορά τον «Λουκά». Μου τον σύστησε ο

Χριστόδουλος Ξηρός. Σημειώνω εδώ ότι τότε γνώριζα τον Χριστόδουλο Ξηρό όχι με

το πραγματικό του όνομα, αλλά με το ψευδώνυμο, νομίζω «Χρήστος». Στο πρόσωπο

του «Λουκά» αναγνώρισα τον καταζητούμενο σήμερα Κουφοντίνα. Στην ίδια περιοχή

και συγκεκριμένα στο ουζερί του Γιάννη Σερίφη στα Εξάρχεια συνάντησα ένα

πρόσωπο με το ψευδώνυμο «Άρης», το οποίο δεν αναγνώρισα στους συλληφθέντες.

Μπορώ να τον περιγράψω ως εξής, το 1990 που τον γνώρισα: Ηλικίας 40 ετών τότε,

μετρίου αναστήματος, αδύνατος, μελαχρινός, με πυκνά κοντά μαλλιά σκούρα. Δεν

γνωρίζω τους Ξηρό Βασίλειο, Ξηρό Σάββα, Γεωργιάδη Διονύσιο και Τέλιο

Κωνσταντίνο. Για τις ενέργειες τής ομάδας μετά την αποχώρησή μου το 1980 δεν

με ενημέρωνε κανένας απλώς επληροφορούμην από τα μέσα ενημέρωσης και από τις

προκηρύξεις που έστελνε η ομάδα. Όσον αφορά τη σύγκριση των προκηρύξεων, των

αρχικών με τις νεώτερες, υπάρχει διαφορά στη διατύπωση της ιδεολογικής

υποστήριξης της θεματολογίας τους. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν συνεχίζονταν να

γράφονται από το ίδιο πρόσωπο, δηλαδή από τον «Λάμπρο» που γράφονταν αρχικά,

όμως υπάρχει διαφορετική ιδεολογική τοποθέτηση.


Ο «Λάμπρος», η Άννα και ο Γιάννης Σερίφης

Εγώ σε όλη αυτή την πορεία μέσα στην ομάδα δεν διέκρινα πρόσωπο με μεγαλύτερη

ισχύ στην ομάδα από τον «Λάμπρο», δηλαδή τον Γιωτόπουλο. Κοιτάζοντας πίσω όσο

με αφορά στην αρχική συγκρότηση της ομάδας μπορώ να πω με σιγουριά ότι εκτός

από εμάς τους τέσσερις, δηλαδή τον «Λάμπρο», που όπως προανέφερα είχε τον

αρχηγικό ρόλο, τον Γ. Σερίφη, την Άννα και εμένα, δεν υπήρχε κανένας άλλος που

να επηρεάζει τα πράγματα, δηλαδή τις επιλογές μας και τον τρόπο δράσης μας.

Πιστεύω ότι η οργάνωσή μας δημιουργήθηκε λόγω των συνθηκών της εποχής και την

παρότρυνση του «Λάμπρου» κατά πρώτο λόγο και του Σερίφη κατά δεύτερο.


«Προσπάθησα να αποτρέψω τους νεώτερους»

Όπως προανέφερα ήδη από το 1980 είχα σταματήσει να πιστεύω σε αυτή την

δραστηριότητα και να υποστηρίζω την ένοπλη πάλη και προσπάθησα να αποτρέψω τα

νεώτερα μέλη της ομάδας που ήταν από το χωριό μου, το Μόρφιον Θεσπρωτίας από

τη συμμετοχή τους αυτή. Αρχικά δυστυχώς πείστηκα ότι έπρεπε να συμμετέχω στην

ένοπλη αυτή δραστηριότητα πιστεύοντας ότι προσφέρω κάτι σημαντικό στην πατρίδα

χωρίς κανένα προσωπικό όφελος. Σήμερα καταδικάζω αυτού του είδους τη βία και

ζητώ συγγνώμη από τα θύματα και τις οικογένειές τους και όσους τυχόν έχω

βλάψει μέχρι σήμερα. Νομίζω ότι η συμμετοχή μου οφείλεται στον νεανικό

ενθουσιασμό και τις συνθήκες της εποχής. Για τη δολοφονία του Μάλλιου δεν

γνωρίζω τίποτα. Για τον Γιάννη Σερίφη γνωρίζω ότι από την αρχή διαφώνησε με

την ένοπλη πάλη γι’ αυτό και αποχώρησε πολύ σύντομα. Για τους Θωμά Σερίφη,

Κώστα Καρατσώλη και Ηρακλή Κωστάρη πιστεύω ότι επίσης παρασύρθηκαν και αυτοί

από τον ίδιο ενθουσιασμό και ιδεολογία και από ό,τι γνωρίζω τα τελευταία

χρόνια ήθελαν και αυτοί να αποσυρθούν, διότι αυτή η μορφή πάλης δεν οδηγούσε

πουθενά.


«Τον “Λάμπρο” δεν τον έχω δει πρόσφατα από κοντά»

Ήδη από το 1983 εργάζομαι κανονικά στο νοσοκομείο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού χωρίς

να έχω οποιαδήποτε συμμετοχή σε παράνομες δραστηριότητες και σε οργανώσεις

τέτοιου είδους. Η πιθανή εξήγηση που δίνω για το γεγονός ότι ο «Λάμπρος»

αρνείται τη συμμετοχή του στην οργάνωση 17Ν, παρά το γεγονός ότι τον έχουμε

αναγνωρίσει πολλοί από τους συλληφθέντες, μεταξύ των οποίων και εγώ, που δεν

έχω καμία αμφιβολία ότι το πρόσωπο αυτό είναι ο «Λάμπρος», τον οποίο γνώρισα

στην ομάδα αρχικά και μεταγενέστερα, είναι ότι ήταν πάντοτε υποστηρικτής των

ιδεών του, δηλαδή της ένοπλης πάλης και πιθανόν να συνεχίζει να πιστεύει το

ίδιο μέχρι σήμερα. Ανέφερα όλα όσα γνωρίζω για τη συγκεκριμένη ομάδα, της

οποίας όπως προανέφερα τη δράση αποδοκιμάζω και θέλω να υπαχθώ σε ευεργετικές

διατάξεις του νόμου, γιατί συνέβαλα ουσιαστικά στην εξάρθρωση της ομάδας

αυτής, επιθυμώντας να ζήσω με την οικογένειά μου μία ήσυχη ζωή στο μέλλον.

Θέλω εδώ να διευκρινίσω ότι τον «Λάμπρο» δεν τον έχω δει πρόσφατα από κοντά

αλλά τον αναγνώρισα από τις φωτογραφίες που έχουν δημοσιευθεί στον Τύπο και

βλέποντάς τον ζωντανά στην τηλεόραση. Άλλωστε δεν έχει αλλάξει και πολύ από

τον καιρό που τον πρωτογνώρισα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Ψαραδέλλη. Και

αυτόν τον αναγνώρισα βλέποντάς τον στην τηλεόραση και σε φωτογραφίες. Τίποτα

άλλο δεν έχω να προσθέσω.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΕΡΙΦΗΣ:

Δεν γνωρίζω κανέναν

Σε επιχείρηση συκοφάντησης αποδίδει με γραπτή δήλωσή του ο Γιάννης Σερίφης τη

σύνδεση του ονόματός του με την οργάνωση 17 Νοέμβρη, επαναλαμβάνοντας ότι δεν

γνωρίζει τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, τον Δημήτρη Κουφοντίνα, αλλά και την

«Άννα», που σύμφωνα με τον Παύλο Σερίφη αποτελούσαν την ιδρυτική ομάδα.

«Με έκπληξη – αναφέρει ο Γ. Σερίφης – και οργή παρακολουθώ όλη αυτή την

περίοδο την ανάμειξη του ονόματός μου στις δραστηριότητες της 17 Νοέμβρη και

άλλων συναφών οργανώσεων. Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται η

συκοφάντηση και η ομηρεία αγωνιστών, πολιτικών χώρων και κοινωνικών κινημάτων.

Όμως τώρα και ειδικά στην περίπτωσή μου, η επιχείρηση ξεπερνά σε φαντασία και

ανηθικότητα κάθε προηγούμενο, αφού στηρίζεται σε ομολογίες ανθρώπων που

κατηγορούνται ως μέλη της 17 Νοέμβρη. Έχω δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι δεν

γνωρίζω κανένα “Λάμπρο”, κανένα “Λουκά” και καμία “Άννα”».

ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ:

«Προσυμφωνημένη παράδοση»

Με ένα δεύτερο κείμενο, το οποίο, όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες του, θα είναι

και το τελευταίο, οι αναρχικοί επανέρχονται στο θέμα των ερευνών για τη 17Ν.

Υπογραμμίζοντας και πάλι την αντίθεσή τους «σε οποιαδήποτε ένοπλη πρακτική»,

επιχειρούν να παρέμβουν στις εξελίξεις που αφορούν τις έρευνες για την

εξάρθρωση και των άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων.

Σε δισέλιδο κείμενό τους χαρακτηρίζουν «προσυμφωνημένη παράδοση» τις συλλήψεις

των μελών της 17Ν και εκτιμούν ότι η επιτυχία των διωκτικών αρχών, «παρέσυρε

στην τρελή χαρά της επιτυχίας τα φιλαράκια της Αντιτρομοκρατικής. Σίγουρα θα

τους άνοιξε την όρεξη και για άλλες “κατακτήσεις εδαφών”, με όσες “παράπλευρες

απώλειες” σημαίνει αυτό».

Μπροστά σε αυτή την προοπτική – τη «μάχη» όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά – το

αναρχικό κίνημα θα αντισταθεί. «Μόνο που θα πρέπει να ξέρουν», τονίζουν

απευθυνόμενοι προς τις διωκτικές αρχές, «πως το κίνημα δεν είναι για το στόμα

τους ούτε είναι η “ευκολότερη μάχη” που έχουν ανοίξει ποτέ. Κάτω τα χέρια από

συντρόφους και αγωνιστές».

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.