Η κυκλοφορία των απομνημονευμάτων Τσίπρα κήρυξε ουσιαστικά την έναρξη μιας μακράς προεκλογικής εκστρατείας. Ξεκινάει με πολλές – περισσότερες παρά ποτέ – αβεβαιότητες. Εχουμε μια παράδοξη, πρωτόγνωρη και ακραία απόκλιση μεταξύ του εκλεγμένου, εν λειτουργία Κοινοβουλίου και της πολιτικής πραγματικότητας. Το κόμμα που εξελέγη ως αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα φτάσει καν έως τις επόμενες κάλπες. Οπως αμφίβολο είναι εάν θα επιβιώσουν έως τότε αρκετά από τα συντρίμμια που άφησε πίσω της η ανατίναξή του – η Νέα Αριστερά ή το Κίνημα Δημοκρατίας.

Ο πυροτεχνουργός και συγγραφέας θα είναι επικεφαλής ενός σχηματισμού – ίσως κόμμα, ίσως πολιτική κίνηση με συνδυασμούς κατά το πρότυπο του En Marche!, του φορέα που δημιούργησε ο Μακρόν το 2016 ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2017, με την καθοδήγηση των επικεφαλής της γαλλικής εταιρείας επικοινωνίας Publicis, η οποία έχει αναλάβει την αναβάπτιση Τσίπρα και πιστώνεται την εκπληκτικής σύλληψης και εκτέλεσης εκστρατεία προώθησης της «Ιθάκης». Στον φορέα του θα στεγάσει όσα στελέχη επιλέξει και θα αφήσει στην έρημο όσους καθαρά περιγράφει στο βιβλίο του ως βαρίδια.

Απέχουμε πολύ ακόμη από τις εκλογές. Με βάση όμως τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις (και με την επιφύλαξη της δημιουργίας ενός κόμματος Καρυστιανού, που θα είναι εντελώς αστάθμητος παράγοντας) η πιθανότερη έκβαση είναι η διατήρηση της πρώτης θέσης από τη Νέα Δημοκρατία χωρίς αυτοδυναμία. Αυτό σημαίνει πως στην πρώτη εκλογή – γιατί όλα δείχνουν πως δεν θα είναι η μόνη – θα υπάρχουν δύο κύρια ερωτήματα.

Πρώτον, πόσο κοντά θα βρίσκεται η ΝΔ στο όριο της αυτοδυναμίας: θα είναι προσιτό σε μια επόμενη, ή και μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση, ή θα απέχει τόσο ώστε να χρειαστεί να επιλέξει μεταξύ κυβέρνησης συνεργασίας – με ερώτημα τον πρωθυπουργό – και εσωτερικών διεργασιών – με ερώτημα τον αρχηγό. Το άλλο ερώτημα είναι ακόμη πιο καίριο. Ποιο θα είναι το δεύτερο κόμμα;

Το ΠΑΣΟΚ έχει θέσει ως στόχο να είναι πρώτο «έστω και με μια ψήφο». Θεμιτός στόχος. Είναι όμως ρεαλιστικός; Με τον συσχετισμό στις μετρήσεις να παραμένει στο 2 προς 1 έναντι της ΝΔ και ελάχιστες εισροές παρά τη φθορά της κυβέρνησης μοιάζει περισσότερο με αποφυγή δύσκολων διλημμάτων παρά με πραγματική εκλογική στόχευση – πολύ περισσότερο που ο αρχηγός του ευλόγως δεν δηλώνει ταυτόχρονα ότι μια επίδοση πολύ κοντά στο πρώτο κόμμα θα συνιστά αποτυχία για το ΠΑΣΟΚ και για τον ίδιο.

Κάποιοι, όπως ο κ.  Δούκας, φλερτάρουν με την ιδέα ενός διαλόγου με τον κ. Τσίπρα. Ομως, η σύγκρουση θα είναι άγρια και μετωπική, γιατί απλώς δεν υπάρχει άλλος δρόμος για κανέναν. Διεκδικούν τον ίδιο χώρο και το ίδιο εκλογικό σώμα. Οποιος είναι τρίτος, θα έχει προδιαγεγραμμένο μέλλον συρρίκνωσης.

Με το βιβλίο, ο κ. Τσίπρας έδειξε πως διατηρεί το αισθητήριο και την ικανότητα παραγωγής πολιτικών γεγονότων. Για να τον αντιμετωπίσει, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να δείξει ότι μπορεί να θέτει εκείνο την κεντρική θεματολογία στον δημόσιο διάλογο. Το έκανε στις προηγούμενες εκλογές, όταν ο κ. Ανδρουλάκης δήλωσε πως δεν θα συνεργαζόταν μετεκλογικά «ακόμη κι αν έλειπαν 2-3 έδρες». Από τότε δεν τα κατάφερε ακόμη και σε ευνοϊκές για εκείνο συγκυρίες και ατζέντα (όπως με τις υποκλοπές). Το ενδιαφέρον που δημιούργησαν οι εσωκομματικές εκλογές του 2024 έσβησε γρήγορα. Μπορεί σήμερα; Μπορεί πια;

Μέχρι τώρα διεκδικούσε την υπόστασή του ως κόμματος εξουσίας. Με το σχήμα Τσίπρα το δίλημμα έχει αλλάξει: από τις διαδοχικές κάλπες θα βγει ζωντανός μόνο ένας φορέας στον κεντροαριστερό χώρο.