Η πολυσυζητημένη «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα από σήμερα είναι στα βιβλιοπωλεία. Στις 762 σελίδες της, με την πρώτη ανάγνωση, περισσότερα είναι τα ερωτήματα που εγείρονται παρά οι σαφείς απαντήσεις που δίνονται. Δεν έχουμε προφανώς να κάνουμε με συγκερασμό γεγονότων και ενός πλήρους αναστοχασμού πάνω σε μια δραματική εποχή. Ούτε καν με μια προσωπική κατάθεση, η οποία είναι ως έναν βαθμό αποδεκτή και λογική, αφού ο συγγραφέας ήταν πρωταγωνιστής και πρωθυπουργός, που τέμνεται με τα αντικειμενικά δεδομένα. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν φαίνεται να απευθύνεται σε ένα ευρύ ακροατήριο παρά στον στενό πάλαι ποτέ κομματικό πυρήνα του 2019.

Οι αιχμές πλεονάζουν, μαζί με ετεροχρονισμένες αποδόσεις ευθυνών σε συνεργάτες του και με λίγες έως ελάχιστες συγγνώμες για δημόσιες πολιτικές ή επιλογές που ανακλούσαν στο σύνολο των πολιτών. Γιατί μπορεί να επιλέγει να είναι οξύς με πρώην υπουργούς του, όμως από την άλλη εκείνος ήταν που τους επέλεξε και προΐστατο σε αυτούς. Μπορεί να επιλέγει να τους περιγράφει ως παράγοντες που δεν εκκινούσαν πάντα με το θυμικό αλλά έχει σημασία πως δεν αποσαφηνίζει αν υπηρετούσαν και άλλη ατζέντα από τη δική του. Αφήνει μετέωρα τα θέματα των συγκυβερνήσεών του και γιατί επέλεξε τον Πάνο Καμμένο και μάλιστα δύο φορές, ενώ δεν αρκεί πώς περιγράφει τον τρόπο που συμβάδισε με τη λαϊκή αγανάκτηση αλλά και όφειλε να θυμάται την ποιότητα της δικής του πολεμικής τότε, στον δρόμο μέχρι την εξουσία. Μια κατάθεση που θέλει να είναι μέρος της δημόσιας Ιστορίας δεν δύναται να είναι απλώς μια επιχείρηση εξωραϊσμού των επιλογών του γράφοντος αλλά γενναία ανασύνθεση και καταγραφή.