Σε όλα τα κόμματα που ιδρύθηκαν ύστερα από μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν για εκείνο που σκέφτεται να κάνει ο Τσίπρας. Σ’ αυτό που προέκυψε από τον συνασπισμό των κάποτε φερέλπιδων συριζαίων σαραντάρηδων και της μεγαλύτερης γενιάς της Ομπρέλας, ωστόσο, βιώνουν εντονότερα την κιρκεγκορική ζάλη της ελευθερίας, την αγωνία. Η Νέα Αριστερά έχει χωριστεί σε δύο ομάδες. Ο πρόεδρός της κι όσοι επιθυμούν να εργαστούν για τη «συγκρότηση ενός προοδευτικού μετώπου και ενός κοινού ψηφοδελτίου» βρίσκονται απέναντι σε όποιους προτιμούν να τείνουν χείρα συνεργασίας στον Βαρουφάκη παρά να ταξιδέψουν πάλι στο ίδιο πλοίο με τον πρώτο αριστερό πρωθυπουργό. Το πρόσωπο των δεύτερων είναι ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης. Αλλά δεν είναι και κάτι ανάλογο με το κόκκινο δεξί χέρι του ομώνυμου τραγουδιού του Νικ Κέιβ – δεν ενσαρκώνει την εκδίκηση του θεού της αριστεροσύνης, δηλαδή.

Ο γραμματέας της νεοαριστερής ΚΕ επέστρεψε στην πολιτική σκηνή πέρυσι, εννιά χρόνια αφότου παραιτήθηκε από βουλευτής. Πρώτα, είχε αποχωρήσει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας με τους δανειστές. Η απόφαση να εγκαταλείψει την ενεργό πολιτική ήταν η κίνηση που έφτιαξε το δημόσιο προφίλ του περισσότερο κι από την επιλογή του ως Τσίπρα του 2014, όταν κλήθηκε να δώσει τη μάχη εκείνης της χρονιάς για τον δημαρχιακό θώκο της Αθήνας. Χάρη σ’ αυτή η δήλωση «ένιωθα πως είχα βγει από το σώμα μου όταν ψήφισα» (σ.σ.: το Μνημόνιο) ακουγόταν ειλικρινής.

Ηταν ένας από τους ελάχιστους στη μεταπολιτευτική ιστορία που άφησαν μια στρωμένη πολιτική καριέρα για να ιδιωτεύσουν. Το 2022 είχε πει «είχα ευθύνες και τις ανέλαβα», ενώ αρκετά νωρίτερα, το 2016, διαπίστωνε ον κάμερα πως ο ΣΥΡΙΖΑ «υπέστη μια συντριπτική ιδεολογική και πολιτική ήττα». Αρκετοί από αυτούς που έμειναν στην Κουμουνδούρου, μάλιστα, επικαλούνταν το παράδειγμά του ως υπόδειγμα μιας ορίτζιναλ αριστερής ψυχής. Για πολλούς συντρόφους ήταν ό,τι πιο κοντινό είχε ο χώρος τους σε «ιερό ελάφι» – σε σύμβολο αγνότητας. Γιατί δεν πρόλαβε να «καεί» από τη διακυβέρνηση.

Και από την ανάποδη

Εξού κι όποτε αναζητούσαν κάποιον για μια οποιαδήποτε θέση στο πρότζεκτ «ανασυγκρότηση», το όνομά του ήταν το πρώτο που τους ερχόταν στο μυαλό, όπως παρατηρεί γνώστης των αριστερών παρασκηνίων. Ενας φίλος του θα έλεγε ότι η πορεία του αποδεικνύει πως παραμένει ανυπόκριτα ταγμένος στον σκοπό της ιδεολογικής καθαρότητας (παρότι ο ίδιος ανέφερε την Τετάρτη πως δεν θέλει μια Αριστερά «στον γυάλινο πύργο της ιδεολογικής της καθαρότητας και της μοιρολατρίας», απαντώντας στον Χαρίτση όταν ξαναζήτησε εσωτερικό δημοψήφισμα για να καταλήξουν στους εταίρους που θα διαλέξουν).

Οι όχι και τόσο θετικά διακείμενοι απέναντί του διαβάζουν ανάποδα τις συμπεριφορές που έχουν πείσει τους θαυμαστές του ότι δεν είναι άλλος έναςπονηρός πολιτευτής. Στη δική τους ανάλυση, δεν είναι «καμένο» πρόσωπο επειδή απομακρύνθηκε γρήγορα από τη φωτιά των κυβερνητικών ευθυνών. «Δεν χρειάστηκε να κάνει θυσίες», είναι η μόνιμη επωδός των

επικριτών του. Κι ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο δεν έχει «ψηθεί» στη διαδικασία των αναγκαίων συμβιβασμών μεταξύ ιδεολογίας και πραγματικότητας.

Μια πηγή λέει με βιτριολική διάθεση πως «είναι της θεωρίας». Για παράδειγμα, διακηρύσσει την πρόθεσή του να ανατρέψει την πολιτική Μητσοτάκη αλλά στην πράξη εμφανίζεται διατεθειμένος να το επιχειρήσει μόνο συμπορευόμενος με το ΜέΡΑ25, το οποίο πιστεύει ότι θα προσφέρει στην Πατησίων τον ριζοσπαστισμό που θεωρεί πως της λείπει – τι κι αν το βαρουφακικό κόμμα συναγωνίζεται το κασσελακικό σε στυλ και δημοσκοπικά ποσοστά; Εσωκομματικοί του αντίπαλοι επισημαίνουν ότι στην τελευταία συνεδρίαση του καθοδηγητικού οργάνου αγνόησε επιδεικτικά το άρθρο 18 του καταστατικού, το οποίο προβλέπει αμεσοδημοκρατική συμμετοχή της βάσης στη χάραξη στρατηγικής «για τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα».

Οι κακίες που κυκλοφορούν για τον Σακελλαρίδη σε αριστερά πηγαδάκια είναι αποτέλεσμα των αποστάσεων που κράτησε στα χρόνια της πολιτικής του αγρανάπαυσης. Κυρίως, όμως, είναι συνέπεια της κριτικής που άσκησε στην κυβερνώσα Αριστερά δημόσια. Τώρα, συσπειρώνει αντιτσιπρικούς και αντι-ΣΥΡΙΖΑ ομοϊδεάτες του αλλά οι ρεαλιστές μάλλον μετανιώνουν που ξαναβρέθηκαν μαζί του. Ψυχανεμίζονται πως το πιθανότερο είναι να τους πάρει πιο πολλά απ’ όσα τους έφερε.