«Φίλοι μου, ο κόσμος αλλάζει», είπε προεκλογικά ο νεοεκλεγείς δήμαρχος της Νέας Υόρκης Ζοράν Μαμντάνι στους υποστηρικτές του. «Το θέμα δεν είναι αν θα έρθει αυτή η αλλαγή. Το θέμα είναι ποιος θα τη φέρει». Ο Μαμντάνι γίνεται τώρα ένας από αυτούς τους ανθρώπους.

O κόσμος έχει βαρεθεί τόσο πολύ το status quo που προτιμά οτιδήποτε εκτός από τη συνέχεια. Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί και τα περισσότερα δημοκρατικά κόμματα σε όλο τον κόσμο διστάζουν να προσφέρουν πραγματικές εναλλακτικές λύσεις. Αυτό έχει ωθήσει τους ψηφοφόρους στην αγκαλιά της Ακροδεξιάς, ακόμη και φασιστικών δυνάμεων. Ο Μαμντάνι αποφάσισε να σπάσει το μονοπώλιό τους όσον αφορά τα οράματα για ένα διαφορετικό μέλλον. Κέρδισε επειδή πρόσφερε ελπίδα. Επειδή απέδειξε ότι οι Δημοκρατικοί εκπρόσωποι μπορούν να υπερασπιστούν τα πιο βασικά υλικά δικαιώματα των ψηφοφόρων τους.

Το σχέδιο του Μαμντάνι είναι παραπλανητικά απλό: να εξασφαλίσει ότι όλοι οι Νεοϋορκέζοι θα μπορούν να αγοράζουν τα απαραίτητα. Πάγωμα των ενοικίων σε διαμερίσματα «σταθεροποιημένου ενοικίου» σε συνδυασμό με την κατασκευή 200.000 νέων προσιτών κατοικιών. Δωρεάν μετακινήσεις με λεωφορείο. Καθολική φροντίδα παιδιών ηλικίας από έξι εβδομάδων έως πέντε ετών. Πιλοτικά προγράμματα για δημοτικά παντοπωλεία. Υψηλότεροι φόροι για τους εκατομμυριούχους και τις εταιρείες ώστε να χρηματοδοτηθούν όλα αυτά. Αυτή είναι η πλατφόρμα που ώθησε έναν αριθμό – ρεκόρ υποστηρικτών να χτυπήσουν πόρτες για τον Μαμντάνι και να τον οδηγήσουν στη νίκη.

Οι επικριτές του απορρίπτουν αυτό το σενάριο ως ουτοπικό σοσιαλισμό. Αλλά αυτό στο οποίο πραγματικά αντιτίθενται είναι πιο θεμελιώδες: η ιδέα ότι οι δημοκρατικές κυβερνήσεις πρέπει να εγγυώνται την κάλυψη των βασικών αναγκών των πολιτών, ακόμη και αν αυτό σημαίνει παρέμβαση στις αγορές.

Σε μια νέα έρευνα που κάναμε με συναδέλφους, διαπιστώσαμε ότι ένας μικρός αριθμός βασικών τομέων – ενέργεια, τρόφιμα και γεωργία, υγειονομική περίθαλψη, χημικά, στέγαση και χονδρικό εμπόριο – έχουν δυσανάλογη ικανότητα να προκαλέσουν αναδιανομή όταν οι τιμές αυξάνονται.

Οσο φτωχότερος είσαι, τόσο περισσότερα ξοδεύεις για τα βασικά. Οταν οι τιμές των βασικών αγαθών αυξάνονται, το κατώτατο εισοδηματικό δεκατημόριο υφίσταται πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις από τον πληθωρισμό σε σχέση με το ανώτατο δεκατημόριο. Μια απότομη αύξηση της τιμής του πετρελαίου πλήττει τους φτωχότερους Αμερικανούς με 54% υψηλότερη αύξηση του πληθωρισμού σε σχέση με το πλουσιότερο 10%. Για τα αγροτικά προϊόντα και τα τρόφιμα, το χάσμα είναι ακόμη μεγαλύτερο, φτάνοντας το 126%.

Στο μεταξύ, τα έκτακτα κέρδη που αποφέρει η εκτίναξη των τιμών βασικών αγαθών πηγαίνουν κυρίως στους πλούσιους. Στην περίπτωση των κερδών – ρεκόρ από τα ορυκτά καύσιμα το 2022, το 50% πήγε στο πλουσιότερο 1% του πληθυσμού και μόνο το 1% στο φτωχότερο 50%.

Η διασφάλιση προσιτών τιμών για τα βασικά αγαθά, όπως υποσχέθηκε ο Μαμντάνι, αντιμετωπίζει τις ανισότητες χωρίς να αντιπαραθέτει τη μία ομάδα με την άλλη.

Αυτή είναι η αντιφασιστική οικονομία – δεν αντιτίθεται σε κανένα συγκεκριμένο κόμμα, αλλά αντιμετωπίζει τις υλικές συνθήκες που κάνουν τον φασισμό ελκυστικό. Είναι ένα πρόγραμμα που αποκαθιστά την καθολική αξιοπρέπεια αντί να τροφοδοτεί τις διαιρέσεις και να κατηγορεί αποδιοπομπαίους τράγους για την κρίση.

Αν ακούγεται ριζοσπαστικό το 2025, αυτό δείχνει πόσο έχουμε απομακρυνθεί από τη βασική υπόσχεση της δημοκρατίας. Το κόστος της αδράνειας δεν μετριέται μόνο με οικονομική ανασφάλεια, αλλά και με τον χώρο που δημιουργείται για να ανθήσει ο αυταρχισμός. Εχουμε δει πώς τελειώνει αυτή η ιστορία.

Η Ισαμπέλα Bέμπερ είναι γερμανίδα οικονομολόγος, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης στο Αμχερστ

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Vidcast: Στα Σχοινιά