Πριν από δέκα χρόνια, παρακολουθούσα από μακριά τις ειδήσεις, καθώς χιλιάδες γυναίκες, άνδρες και παιδιά έφταναν στις ακτές της Ελλάδας αναζητώντας ασφάλεια. Εβλεπα την εξάντληση, το τραύμα και τη βαθιά αβεβαιότητα. Αλλά έβλεπα επίσης την αντοχή των προσφύγων και το θάρρος αμέτρητων Ελλήνων, που μαζί με τους συναδέλφους μου στην Υπατη Αρμοστεία και άλλους, έσπευσαν να βοηθήσουν χωρίς δισταγμό. Με γέμιζε θλίψη και θυμό ο πόλεμος που ανάγκαζε τόσους ανθρώπους να ξεριζωθούν. Ενιωθα όμως και περηφάνια. Περηφάνια και ευγνωμοσύνη για την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη που αναδύθηκε προτού καν προλάβει να προετοιμαστεί η ανταπόκριση.
Μια δεκαετία αργότερα, αναγνωρίζεται πλέον ευρέως ότι αυτή η περίοδος αποτέλεσε μια πρωτοφανή εμπειρία για την Ελλάδα. Η κλίμακα των αφίξεων το 2015 ήταν χωρίς προηγούμενο στη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία. Οι τοπικές κοινωνίες, που ήδη αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσχέρειες, βρέθηκαν ξαφνικά στην πρώτη γραμμή μιας παγκόσμιας κρίσης εκτοπισμού.
Κι όμως, κάτω από αυτή την πίεση, συνέβη κάτι αξιοθαύμαστο. Καθημερινοί άνθρωποι έγιναν σανίδα σωτηρίας για οικογένειες που είχαν χάσει τα πάντα μέσα σε μια νύχτα. Ψαράδες, ναυαγοσώστες και εθελοντές έσωζαν ζωές στη θάλασσα. Γείτονες, ιερείς, εκπαιδευτικοί και γιατροί πρόσφεραν ζεστασιά, αξιοπρέπεια και ανθρωπιά, ακόμη και μέσα από το υστέρημά τους. Δήμοι, η κοινωνία των πολιτών, εθνικές αρχές, ευρωπαϊκοί θεσμοί και ανθρωπιστικοί οργανισμοί, μεταξύ αυτών και η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, συνεργάστηκαν για να σταθεροποιήσουν μια ραγδαία εξελισσόμενη κατάσταση. Η Ελλάδα ανέλαβε μια τεράστια ευθύνη εκ μέρους της Ευρώπης την πιο κρίσιμη στιγμή. Και στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων.
Στα δέκα αυτά χρόνια, χιλιάδες ιστορίες συνεχίστηκαν πέρα από τις ακτογραμμές. Παιδιά που έφτασαν το 2015 είναι σήμερα φοιτητές, επαγγελματίες, επιχειρηματίες, ακόμη και δήμαρχοι, στις νέες τους κοινότητες σε όλη την Ευρώπη. Οι ιστορίες τους μιλούν από μόνες τους. Οταν οι πρόσφυγες προστατεύονται, όταν τους δίνεται η ευκαιρία να μάθουν, να εργαστούν και να συμμετέχουν, εμπλουτίζουν τις κοινωνίες. Γίνονται κομμάτι τους, ενώ πολλοί αποκτούν ακόμα και την ιθαγένεια της χώρας που τους υποδέχτηκε. Οι ίδιες τους οι ζωές καταρρίπτουν το αφήγημα που βλέπει τους πρόσφυγες ως «αριθμούς», «ροές» ή ακόμη και ως «απειλή». Μας θυμίζουν ότι η προσφυγική εμπειρία έχει να κάνει, πάνω απ’ όλα, με το να μπορείς να ξαναχτίσεις τη ζωή σου με αξιοπρέπεια αφού αυτή έχει γκρεμιστεί.
Δεν τελειώνει όμως εδώ η ιστορία. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να ρισκάρουν τη ζωή τους σε επικίνδυνες θαλάσσιες διαδρομές. Πόλεμοι και αστάθεια εξακολουθούν να αναγκάζουν οικογένειες να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Χρειαζόμαστε επειγόντως ενίσχυση των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης στη θάλασσα, δημιουργία ασφαλών περασμάτων και μεγαλύτερη στήριξη προς τις πρώτες χώρες ασύλου και διέλευσης. Εξίσου σημαντικός είναι ο αγώνας για ειρήνη, επίλυση των συγκρούσεων και αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που οδηγούν τους ανθρώπους στην προσφυγιά.
Τις συνεχιζόμενες αυτές προκλήσεις τις αντιμετωπίζουμε πλέον σε μια εποχή που ο ανθρωπιστικός τομέας βιώνει μια σοβαρή χρηματοδοτική κρίση. Οι ανάγκες αυξάνονται, αλλά οι πόροι μειώνονται. Αν η αλληλεγγύη ήταν η καθοριστική αξία του 2015, τότε η διατήρησή της πρέπει να γίνει το πρόταγμα του 2025.
Η Maria Clara Martin είναι αντιπρόσωπος της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα







