Συγχωρήστε μου ένα υστερόγραφο για τον Διονύση Σαββόπουλο που με την εκδημία του απασχόλησε κυρίως για την επιδραστικότητά του και λιγότερο λόγω του βάθους του έργου του. Ας είναι λοιπόν το σημείωμα που ακολουθεί μια προσωπική απόπειρα στην κατανόηση και τη μελέτη ενός πολύπλευρου έργου που είναι βέβαιο ότι θα απασχολήσει και τη φιλολογία και τις μουσικές σπουδές. Πιθανόν και τις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες.
Ειπώθηκε κατά κόρον ότι ο Σαββόπουλος είναι επηρεασμένος από τους ποιητές της Θεσσαλονίκης – έγιναν αναφορές στον Ασλάνογλου, στον Χριστιανόπουλο και σε ορισμένους άλλους, στους οποίους έχει αναφερθεί ο ίδιος στο έργο του, αναφερόταν και στις παραστάσεις του. Μεταθανατίως, νομίζω δεν έγινε καμία αναφορά (πλην μιας επιγραμματικής δικής μου) στην επιρροή του από τον Μανόλη Αναγνωστάκη, στον οποίο χρεώνεται μεγάλο μέρος της λεγόμενης «ποίησης της ήττας». Η επιρροή του από τον Αναγνωστάκη, όμως, αποδεικνύεται εύκολα από τη συγκριτική ανάγνωση του έργου των δύο καλλιτεχνών.
Με τη βοήθεια του μελετητή του Αναγνωστάκη, αλλά και καλού γνώστη του Σαββόπουλου, Γιώργου Ζεβελάκη, προσπάθησα να εντοπίσω κάποιες από τις επιδράσεις του Αναγνωστάκη. Ο Ζεβελάκης με παρέπεμψε στους στίχους «Σπαθίζει τις πίκρες ήλιος λαμπρός…», από το τραγούδι «Αμνηστία ’64» (αλλού συναντιέται και με τον τίτλο «Οι δεκαπέντε»), που κυκλοφόρησε αρχικά στις 45 στροφές και αργότερα περιλήφθηκε στον δίσκο «Δέκα χρόνια κομμάτια». Ο Σαββόπουλος αυτή την εικόνα την έχει βρει στον Αναγνωστάκη, στο ποίημα «Χάρης 1944». Από εκεί τη δανείζεται αλλά δεν την οικειοποιείται, δεν την αντιγράφει, τη χρησιμοποιεί για να την ανασυνθέσει. Γράφει ο Αναγνωστάκης:
«[…] Είν’ η δική του φωνή που βουίζει στο πλήθος τριγύρω σαν ήλιος / Π’ αγκαλιάζει τον κόσμο σαν ήλιος που σπαθίζει τις πίκρες σαν ήλιος / Που μας δείχνει σαν ήλιος λαμπρός τις χρυσές πολιτείες…». Απ’ αυτό το τρίστιχο ανασυνθέτει ο Σαββόπουλος τους δικούς του στίχους.
Στις πρώιμες συνεντεύξεις του, ο Σαββόπουλος δεν παρέλειπε να δηλώσει την επιρροή του από τον Αναγνωστάκη, ο Ζεβελάκης μάλιστα θυμάται και τίτλο σε μια απ’ αυτές που (περίπου) έλεγε: «Πατέρας μου, ο Αναγνωστάκης». Στην έκδοση «Διονύσης Σαββόπουλος: Τα λόγια απ’ τα τραγούδια μου» (Ικαρος, 1976) ομολογεί ρητά τις επιρροές του, κάνει μάλιστα λόγο για την επίδραση που είχαν οι στίχοι του στο τραγούδι «Οι παλιοί μας φίλοι», που συμπεριλήφθηκε το 1966 στο «Φορτηγό», τον πρώτο μεγάλο δίσκο του – λέει ότι οι στίχοι «Πέρασαν οι μέρες που μας πλήγωσαν / οι μέρες που μας πλήγωσαν / Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών» είναι δάνειοι από τον Αναγνωστάκη.
Βέβαια, οι στίχοι αυτοί δεν συναντώνται στο corpus του Αναγνωστάκη. Αλλά, προφανώς, ο Σαββόπουλος δεν δανειζόταν στίχους αλλά κλίμα. Το κλίμα το έδιναν οι λέξεις και η ποιητική διάθεση, μαζί με τις ιδέες και τη γλώσσα του ποιητή. Η λέξη «μέρες», π.χ., απαντά 24 φορές στο ποιητικό έργο του Αναγνωστάκη, η λέξη «χέρια» 14 φορές. Και στο ποίημα του Αναγνωστάκη «Οι νικημένοι» από τη συλλογή «Εποχές» (1945) υπάρχει ο στίχος «τα λευκά καλοκαίρια που πληγώσαν τα χρόνια μας».
Ο Σαββόπουλος χρωστούσε πολλά στην ποιητική παράδοση της γενέθλιας πόλης του. Το εκμυστηρεύεται στο τραγούδι του «Γεννήθηκα στη Σαλονίκη» (από τη «Ρεζέρβα», του 1979):
«Γεννήθηκα στη Σαλονίκη / να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ / στο υπόγειο νησί τους ταξίδεψα ως εδώ / με μια κρυφή, εκ γενετής αιμορραγία / Ελλάδα, γλώσσα τυφλή στη γεωγραφία / Ελλάδα, οικόπεδο και αποικία».







