Εδώ και κάμποσο καιρό η εγχώρια πολιτική συζήτηση περιστρέφεται γύρω από κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Τις δημοσκοπήσεις, που είναι σαν τις αγωνιστικές του ελληνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου: ακολουθούν η μία την άλλη χωρίς να υπάρχουν μεγάλες εκπλήξεις. Το δυστύχημα των Τεμπών και όλα του τα συνακόλουθα. Τα κόμματα που ίσως προκύψουν και την τύχη όσων υπάρχουν. Το πού θα εμφανιστούν και τι θα πουν ο Αντώνης Σαμαράς και ο Κώστας Καραμανλής. Και τέλος. Ακόμα και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν σκανδάλισε όσο θα πρεπε. Εβγαλε μάλιστα στην επιφάνεια και ένα είδος ανοχής της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στη λεηλάτηση των ευρωπαϊκών ταμείων: αν το συζητήσαμε για λίγο είναι γιατί κάποιοι από τους εμπλεκόμενους είχαν πιασάρικα προσωνύμια όπως ο «Φραπές».

Αν κάποιος διάβαζε τα πρωτοσέλιδα και δεν ζούσε στην Ελλάδα θα πίστευε ότι η χώρα ζει ήδη μια προεκλογική περίοδο. Υπάρχουν προβληματισμοί του τύπου «ποιοι θα συνεργαστούν μετεκλογικά». Είναι θέμα συζήτησης τι ποσοστό θα πάρει ο Αλέξης Τσίπρας και ποιοι θα τον ακολουθήσουν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Οποιος κοιτάζει το ΠΑΣΟΚ το κάνει για να δει ποιος θα τσακωθεί με ποιον. Η χώρα συζητά και διχάζεται για διάφορα που δεν θα έπρεπε να είναι καν θέματα. Για την απεργία πείνας ενός χαροκαμένου γονιού που ζητούσε τον ιατροδικαστικό έλεγχο της σορού του παιδιού του: το να μη γινόταν δεκτό το αίτημά του θα ήταν εκτός λογικής. Για το αν πρέπει να χρησιμοποιείται το Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη για εκφράσεις διαμαρτυρίας. Για την ευρωπαία εισαγγελέα. Για όλα εκτός από όσα αποτελούν πραγματικά σοβαρά προβλήματα καθημερινότητας.

Δεν λύθηκαν ως διά μαγείας τα προβλήματα της χώρας και δεν μας απασχολούν πια: ίσα ίσα. Οι αγρότες είναι έτοιμοι να κατεβάσουν τα τρακτέρ στους δρόμους από τον Νοέμβριο. Οι κτηνοτρόφοι βλέπουν τα κοπάδια τους να αποδεκατίζονται. Η μικροκαρπία χτυπά καλλιέργειες: τα μήλα, τα αχλάδια και τελευταία τα κάστανα. Η επαρχία ερημώνει: η κρατική αδιαφορία, που φαίνεται από το ότι ακόμα οι δρόμοι που έπληξε κάποτε η καταιγίδα Ντάνιελ παραμένουν σε άθλια κατάσταση, χτυπά κόκκινο. Αλλά και στις μεγάλες πόλεις η ζωή γίνεται χειρότερη για τους πιο πολλούς: η ακρίβεια, η ελλιπής αστυνόμευση, οι για χρόνια παγωμένοι μισθοί, το στεγαστικό, η αύξηση των δαπανών υγείας, τα προβληματικά μέσα μαζικής μεταφοράς – όλα δημιουργούν μια απαισιοδοξία για το αύριο. Αυτή η εθνική απαισιοδοξία είναι ίσως το χειρότερο χαρακτηριστικό της εποχής μας.

Η οικονομική κρίση αντιμετωπίστηκε με τον όποιο τρόπο: η αγωνία όμως για το αύριο παραμένει. Και δεν έχει να κάνει ούτε με το ποιος θα κερδίσει τις εκλογές, ούτε με το τι κυβέρνηση θα σχηματιστεί, ούτε με το αν βγάλει βιβλίο ο Τσίπρας και το παρουσιάσουν ο Σαμαράς και ο Καραμανλής.

Ο κόσμος απομακρύνεται από την πολιτική γιατί νιώθει ότι ο πολιτικός κόσμος ελάχιστα ενδιαφέρεται για τα αληθινά του προβλήματα. Λένε ότι απουσιάζει το μεγάλο όραμα, ένα είδος ας πούμε εθνικού στόχου. Κάποτε αυτός ήταν η έξοδος από την κρίση, παλιότερα ήταν η κοινωνική ευημερία. Σήμερα θα έπρεπε να είναι το να νιώσει ο κόσμος ότι ξημερώνει μια καλύτερη εποχή – μια εποχή που δεν θα φοβάται για το αύριο όσο σήμερα. Πολύ φοβάμαι πως για την εγχώρια πολιτική σκηνή αυτά είναι ψιλά γράμματα. Το Μαξίμου μοιάζει όλο και πιο πολύ με ένα θερμοκήπιο στο κέντρο της Αθήνας. Αλλά το παράδοξο είναι πως και η αντιπολίτευση γκρινιάζει εγκλωβισμένη στο δικό της θερμοκήπιο: και οι μεν και οι δε έχουν ξεχάσει πως υπάρχει ένας πραγματικός κόσμος βαθιά απογοητευμένος.

Ας πούμε κάτι που όποιος ζει στον πραγματικό κόσμο το ξέρει. Δεν περιμένει κανείς τις εκλογές. Δεν ενδιαφέρεται κανείς για το τι συμφωνίες μπορούν ή δεν μπορούν να γίνουν. Για τις δημοσκοπήσεις νοιάζονται μόνο αυτοί που θέλουν βουλευτικές έδρες. Τουλάχιστον τα ντέρμπι του πρωταθλήματος κόβουν εισιτήρια…

Vidcast: Baskettalk