Υπάρχει μια βαθιά ειρωνεία σε όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ με αφορμή (και σίγουρα όχι αιτία) τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, σε συνδυασμό με τους εγχώριους επικήδειους των όψιμων απολογητών της Ακροδεξιάς στο όνομα μιας ενδιαφέρουσας «αντικειμενικότητας», που επαναλαμβάνουν διδακτικά το επιχείρημα της δήθεν ελευθερίας του λόγου απέναντι στη φοβερή καταπίεση που επιβάλλει στον καφενειακό λόγο η πολιτική ορθότητα. Από την πολλή ελευθερία η κυβέρνηση Τραμπ εκβιάζει την απόλυση δημοσιογράφων, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ακυρώνει βίζες πολιτών που κάνουν αρνητικά σχόλια για τον Κερκ στα social media. Αυτά δεν πτοούν φυσικά τους έλληνες πολιτικούς και τις δημόσιες περσόνες που πένθησαν τον Κερκ ή σκανδαλίστηκαν με τις αναφορές στις πολιτικές απόψεις του. Εξού και δεν είδαμε να σχολιάζουν αυτόν τον αυταρχισμό.

Αντιθέτως, εξακολουθούν να απολαμβάνουν τη διάχυση ενός κλίματος τρομοκρατίας απέναντι σε κάθε κριτική φωνή. Εξαπολύουν συντονισμένη επίθεση σε δημοκρατικές κατακτήσεις, από το άσυλο και την ένταξη μεταναστών που έχουν αποκτήσει δεσμούς με τη χώρα μας, το απόρρητο των επικοινωνιών και την προστασία της δημοσιογραφικής ελευθερίας, μέχρι την κατάργηση του δικαιώματος του κατηγορουμένου να ξέρει γιατί ακριβώς κατηγορείται. Και, φυσικά, αντιμετωπίζουν όποιον αντιδρά στα παραπάνω με κατηγορίες βγαλμένες από το τραμπικό εγχειρίδιο. Ακούσαμε, για παράδειγμα, τον υπουργό Δικαιοσύνης να κατηγορεί την αντιπολίτευση για «άκρατο δικαιωματισμό» και «λατρεία προς δολοφόνους και εγκληματίες». Τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να χαρακτηρίζει ψεύτες και «ιδεοληπτικούς» όσους επεσήμαναν ότι είναι κάπως αντιφατικό να υμνεί τον Αντετοκούνμπο ενώ νομοθετεί την αδυναμία νομιμοποίησης ανθρώπων όπως η οικογένειά του. Ενώ και ο Πρωθυπουργός δήλωσε υπερηφάνως ότι αποφάσισε μόνο του το κόμμα του ότι δεν έχουν ποινικές ευθύνες οι πρώην υπουργοί για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, παρά την αντίθετη πρόταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Μητσοτάκης κερνάει, Μητσοτάκης πίνει, Μητσοτάκης δικάζει, αθωώνει, ενίοτε και καταδικάζει. Ολα τακτοποιημένα.

Υπάρχει μια μίνι σειρά ντοκιμαντέρ στο Netflix με τίτλο “How to Become a Tyrant” («Πώς να γίνεις τύραννος») που βασίζεται στο βιβλίο “The Dictator’s Handbook” («Το εγχειρίδιο του δικτάτορα»). «Η τυραννία είναι μια ελκυστική κυβερνητική επιλογή για όσους θέλουν άμεσα αποτελέσματα» εξηγεί κάποια στιγμή, μιας και η δημοκρατία απαιτεί διαβούλευση, κοινωνικές συναινέσεις, τύπους, θεσμικές διαδικασίες, συμβιβασμούς και άλλα τέτοια κουραστικά. Σχεδόν αυτονόητα, θα πει κάποιος. Αλλά, εδώ που έχουμε φτάσει, τα δημοκρατικά αυτονόητα καταντούν διδακτικά.