Στα ρωσικά κοινωνικά δίκτυα οι «τοίχοι» γεμίζουν με αγγελίες που υπόσχονται πλούτη με αντάλλαγμα το αίμα, δίνοντας κίνητρα σε άτομα ακόμη και μεγαλύτερης ηλικίας να καταταγούν στον στρατό για να πολεμήσουν στην Ουκρανία. Σε άλλοτε υποβαθμισμένες περιοχές της Ρωσίας εργάτες στη βιομηχανία των πυρομαχικών πληρώνονται περισσότερο από τους γιατρούς και τους δασκάλους στη Μόσχα. Οι χήρες των στρατιωτών αγοράζουν διαμερίσματα που δεν φαντάζονταν, ενώ τα παιδιά τους μπαίνουν σε πανεπιστήμια με ειδικές ποσοστώσεις. Σε χωριά της Σιβηρίας, κομμωτήρια και καφετέριες ξεφυτρώνουν από το πουθενά, χρηματοδοτούμενα από τα αιματηρά μπόνους του πολέμου. Μ’ έναν παράδοξο τρόπο στη σημερινή Ρωσία ο πόλεμος δημιούργησε μια νέα «μεσαία τάξη» για την οποία η ειρήνη μοιάζει πιο απειλητική από αυτόν. Οπως επισημαίνει δημοσίευμα της κυριακάτικης «Telegraph» η ρωσική εκδοχή του FB βρίθει κυβερνητικών καταχωρήσεων ότι προσφέρονται 8 εκατ. ρούβλια (σχεδόν 85.000 ευρώ) για ένα χρόνο στον στρατό, ενθαρρύνοντας ειδικά άνδρες από φτωχότερες περιοχές με προσφορά που είναι δέκα φορές πάνω από τον μέσο ετήσιο μισθό. Ταυτόχρονα με την κλιμάκωση του πολέμου έχουν αυξηθεί και τα μεροκάματα σε εργοστάσια που παράγουν στολές και πυρομαχικά.

Πλέον ευνοημένες είναι οι φτωχοποιημένες βιομηχανικές περιοχές που υπέφεραν από δεκαετίες παρακμής καθώς δεν κατάφεραν να ανακάμψουν μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Μάλιστα όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 πολλοί δυτικοί οικονομολόγοι προέβλεπαν ότι θα αντιμετώπιζε επικείμενη οικονομική κατάρρευση. Ωστόσο όταν η ρωσική ηγεσία συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να τελειώσει τον πόλεμο γρήγορα άρχισε «να βάζει την οικονομία σε διαφορετική λειτουργία», όπως επισημαίνει η Τατιάνα Ορλόβα της Oxford Economics. Αδρανή βιομηχανικά συγκροτήματα προσελάμβαναν νέους εργάτες, έκαναν επενδύσεις σε πολεμικό υλικό κι έφθασαν να λειτουργούν ακόμη και με τρεις βάρδιες την ημέρα.

Μια «θανατο-οικονομία»

Ξένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι ουσιαστικά ο Βλαντίμιρ Πούτιν κάνει αυτό που υποσχέθηκε ο Ντόναλντ Τραμπ στους αμερικανούς ψηφοφόρους: καλοπληρωμένες δουλειές στα εργοστάσια, στις φτωχότερες περιοχές της χώρας. Ωστόσο, τα πραγματικά χρήματα έρχονται αν κάποιος καταταγεί στον στρατό, όπου καλούνται «άνδρες ηλικίας 18-63, δεκτοί φορείς HIV ή ηπατίτιδας καθώς και αποφυλακισμένοι ή καταδικασμένοι», σύμφωνα με τις σχετικές αγγελίες. Πλατυποδία, παχυσαρκία ή νοητική υστέρηση δεν αποτελούν επίσης εμπόδιο. Πρόκειται για μια «θανατο-οικονομία» όπως την αποκαλεί ο ρώσος οικονομολόγος Βλαντισλάβ Ινοζέμτσεφ, που τονίζει ότι το καθεστώς Πούτιν «μεταμόρφωσε τις ζωές ανθρώπων που ήταν ένα είδος κοινωνικών αποβλήτων σε όχημα οικονομικής ανάπτυξης».

Οι στρατιώτες λαμβάνουν μπόνους, πριν ακόμη πάρουν τον πρώτο τους μισθό. Οι οικογένειες δε εκείνων που σκοτώνονται στο μέτωπο δικαιούνται αποζημιώσεις έως και 120.000 ευρώ. Στα πακέτα προβλέπονται ασφάλειες ζωής και συμπληρωματική κρατική επιχορήγηση που φθάνει τα 80.000 ευρώ. Αξιωματούχοι παραδίδουν επίσης δώρα στις οικογένειες: από σακιά με κρεμμύδια μέχρι ψυγεία.

Οπως επισημαίνει η «Telegraph» η εισροή μετρητών στις φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας έχει βοηθήσει να στηθεί μια καταναλωτική άνθηση, καθώς οικογένειες που ζούσαν στη φτώχεια βρέθηκαν ξαφνικά με «τεράστια» χρηματικά ποσά. Πολλοί αγόρασαν διαμερίσματα σε μεγάλες ρωσικές πόλεις, άλλοι προτίμησαν ανακατασκευές στις φτωχότερες περιοχές.

Παράλληλα ανθεί η εγχώρια τουριστική βιομηχανία ενώ κομμωτήρια και μικρές επιχειρήσεις ξεφυτρώνουν παντού.

Νέο κοινωνικό στρώμα

Αναδύθηκε έτσι από το πουθενά «ένα νέο κοινωνικό στρώμα που έγινε εν μια νυκτί η νέα μεσαία τάξη», τονίζει η Εκατερίνα Κουρμπανγκαλίεβα, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο George Washington. Επιπλέον η ρωσική κυβέρνηση θεσμοθέτησε ειδική ποσόστωση για την εισαγωγή παιδιών στρατιωτών στα πανεπιστήμια όπου ανοίγουν φέτος 50.000 θέσεις. Αναλυτές επισημαίνουν, όμως, ότι η κοινωνική ιεραρχία αλλάζει αυτήν τη στιγμή αλλά το πιθανότερο είναι ότι οι οικογένειες θα κυλήσουν πίσω στην παλιά τους ζωή αφού ξοδέψουν τα χρήματα που κέρδισαν μέσα σε ένα – δυο χρόνια. «Τέτοιες επιστροφές μπορεί να αποδειχθούν εξαιρετικά αποσταθεροποιητικές, όπως συνέβη στη Γερμανία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τη δεκαετία του 1920», υπογραμμίζουν.

«Ολοι αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για την επιστροφή στην ειρήνη», λέει η Κουρμπανγκαλίεβα. «Είναι εύκολο να ξεκινήσεις τον πόλεμο, αλλά είναι τόσο δύσκολο να τον τελειώσεις».