Ηταν η τελευταία ημέρα των παραστάσεων στο Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελαιώνα Θηβών, όταν φτάσαμε εκεί το απόγευμα. Εκ των υστέρων, η διαδρομή μέσα στη φύση είχε τη δική της σημασία για όσα επρόκειτο να συμβούν στην παράσταση “Dog Tags” – αποτέλεσμα του Εργαστηρίου Προσωπικής Ανάπτυξης Κρατουμένων που υλοποιείται από το Εθνικό Θέατρο υπό την καλλιτεχνική επιμέλεια του Στάθη Γράψα. Πολύτιμη υποστήριξη και τιμητική συμβολή θεωρήθηκε εκείνη του Θεόδωρου Τερζόπουλου, ο οποίος πέρασε από τις πρόβες των κρατουμένων, συζητώντας μαζί τους για την έννοια του χρόνου και δίνοντάς τους το στίγμα του τελετουργικού θεάτρου, πάνω στο οποίο εργάζονται και οι ίδιοι με τη υποστήριξη του Στάθη Γράψα.

Ανυποψίαστοι και απροετοίμαστοι, παραταχθήκαμε στη σειρά, κάτω από τη σκιά των δέντρων, για τον έλεγχο. Δεν φανταζόμασταν πως ακόμα και η μετάβαση θα έπαιζε ρόλο σε όσα ακολούθησαν.  Κρατούσαμε μόνο τις ταυτότητές μας, τις οποίες είχαμε αφήσει πρωτύτερα στον φύλακα πριν μπούμε στην αίθουσα. Καρέκλες και απέναντι μεγάλα παράθυρα που έβλεπαν στα χωράφια. Κάποια στιγμή ο σκηνοθέτης μάς ζήτησε να σηκωθούμε και να πλησιάσουμε τα παράθυρα. Εκεί μείναμε ακίνητοι, με τα μάτια καρφωμένα έξω. Για κάμποσα λεπτά δεν γινόταν απολύτως τίποτα. Απλώς κοιτούσαμε, όπως περιμένει κανείς την πρώτη σκηνή μιας κινηματογραφικής προβολής.

Από τα χωράφια

Σιγά σιγά άρχισαν να εμφανίζονται από τα χωράφια άντρες κουρασμένοι, εξαντλημένοι – σαν να έφταναν από πολύ μακριά. Κρατούσαν μαύρα κουτιά, το καθένα διαφορετικού μεγέθους. Κάποιοι τα  κουβαλούσαν στην πλάτη, άλλοι τα κρατούσαν στα χέρια, άλλοι τα έσερναν. Ενας από αυτούς, ντυμένος στα μαύρα – ο Αμπντούλ από τη Συρία – έσφιγγε μια μαύρη υφασμάτινη σακούλα (επιμέλεια κουστουμιών: Ευδοκία Χλουβεράκη). Επεφταν αλλά σηκώνονταν και συνέχιζαν να προχωρούν. Με αργές, τελετουργικές κινήσεις έφτασαν στα παράθυρα, τοποθέτησαν μαύρα φύλλα, σκοτεινιάζοντας την αίθουσα – υπό τους ήχους της μουσικής του Σάββα Τσιλιγκιρίδη.

Υστερα από λίγα λεπτά άρχισε να φωτίζεται αχνά η αίθουσα όπου καθόμασταν (οι φωτισμοί του Νίκου Νίκου). Οι άντρες, εννέα στο σύνολο – στη μέση ο Αμπντούλ –, μπήκαν κρατώντας τα κουτιά στα χέρια. Αρχισαν να μονολογούν. Να θρηνούν και να προσεύχονται μαζί: «Μάνα, συγχώρεσέ με…». «Κατερίνα, σε ευχαριστώ που με περιμένεις… Σ’ αγαπώ…». «Πατέρα μου, λείπεις…». «Πατέρα, πού ήσουν όταν σε χρειαζόμουν…». «Αδελφέ μου, θα τα καταφέρω…», «Συγχώρεσέ με… συγχώρεσέ με… συγχώρεσέ με…». Μέλη μιας τελετής όπου ο Αμπντούλ, ως αρχιερέας, τράβηξε από την πάνινη τσάντα τα dog tags – τις μεταλλικές ταυτότητες των στρατιωτών, σημάδια ζωής και θανάτου στον πόλεμο. Οι ταυτότητες της παράστασης ανήκαν σε εκείνους που παλεύουν κάθε μέρα για την αξιοπρέπειά τους, που μάχονται για την επιβίωση.

Οι θεατές, αρκετοί με θολωμένα μάτια, παρακολουθούσαν τον Αμπντούλ να  μοιράζει τα dog tags στους κρατουμένους κι αυτοί, με τη σειρά τους, προσέφεραν από ένα σ’ εμάς λέγοντας: «Κράτησέ το». Ηταν η πρόσκλησή τους σε μια απόπειρα να κοιτάξουμε τη δική μας άβυσσο. Τριγύρω σκυμμένα κεφάλια, ακανόνιστες ανάσες. Στη συνέχεια άνοιξαν τα παράθυρα και βγήκαν έξω. Τους ακολουθήσαμε με τον ίδιο τρόπο. Τρέξαμε πίσω τους, τους αγκαλιάσαμε σφιχτά έναν έναν. Θα ήταν οι θεραπευτές μας.

Επιστρέψαμε στην αίθουσα όλοι μαζί επιμηκύνοντας λίγο ακόμη αυτή την πολύτιμη συνάντηση. Αυτό το κοινό βίωμα που μοιράστηκαν οι θεατές έγινε κομμάτι μιας ιστορίας. Για όσους αντιλήφθηκαν ότι μέσα στον εγκλεισμό των τραυμάτων μας ίσως να βρίσκεται ένα μικρό κομμάτι της ελευθερίας μας και – ποιος ξέρει; – ένα μεγαλύτερο της λύτρωσής μας. Οπως νιώσαμε όταν αρχίσαμε να μιλάμε με καθέναν από τους θεραπευόμενους ξεχωριστά: κάποιοι μας είπαν την ιστορία τους, σε κάποιους είπαμε τη δική μας. Υποσχεθήκαμε να τους γράψουμε ένα γράμμα και να τους το στείλουμε στο e-mail που μας έδωσαν: mitsaki.mazi@gmail.com. Εμείς που είδαμε την παράστασή τους αλλά και όποιος άλλος θέλει.

  •  Τα έσοδα από την παράσταση διατέθηκαν στο Φιλόπτωχο Ταμείο Απόρων του Κέντρου.