Από τον περασμένο Απρίλιο οι μοβ μέδουσες επέστρεψαν στις ελληνικές θάλασσες, νωρίτερα μάλιστα συγκριτικά με την περσινή χρονιά. Η συνεχής και όλο και πιο έντονη παρουσία τους στο νερό είναι, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης.

Εντοπίζεται σε βάθη μέχρι και 1.600 μέτρα και φαίνεται πως η έξαρση των μοβ μεδουσών, όπως παρατηρήθηκε τα δύο προηγούμενα χρόνια, δεν έχει προς το παρόν την ίδια ένταση. Με βάση τις τελευταίες καταγραφές στην πλατφόρμα του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Βιοποικιλότητας, ο αριθμός των μοβ μεδουσών είναι μειωμένος, με το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα να εντοπίζεται στην Κέρκυρα και τον Βόρειο Ευβοϊκό.

Την ίδια στιγμή, έξαρση παρατηρείται στον πληθυσμό της μπλε μέδουσας – συνήθως όχι μεγαλύτερη από 60 εκατοστά – στις ελληνικές θάλασσες. Η κλιματική αλλαγή που συμβάλλει στην αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών φαίνεται πως είναι ο λόγος που οι μέδουσες αναπαράγονται τόσο συχνά.

Παράλληλα, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», οι εξάρσεις των μεδουσών αυξάνονται και ως μία από τις κύριες αιτίες του φαινομένου «φωτογραφίζεται» και η υπεραλίευση.

Οπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» ο ιχθυολόγος στον Υδροβιολογικό Σταθμό Ρόδου/ΕΛΚΕΘΕ Γεράσιμος Κονδυλάτος, σε παγκόσμια κλίμακα, ένα από τα πιο εμφανή αποτελέσματα της υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι η ανακατανομή των ειδών.

«Πρόκειται για ένα φαινόμενο που επηρεάζει άμεσα τη λειτουργία και την υγεία των φυσικών θαλάσσιων οικοσυστημάτων, τις υπηρεσίες που παρέχουν στον άνθρωπο και την ανθρώπινη υγεία. Οι αλλαγές που συντελούνται είναι μεγαλύτερες για τα θαλάσσια περιβάλλοντα καθώς η θερμοκρασία των υδάτων είναι παράμετρος με καθοριστικό ρόλο στη ζωή στις θάλασσες».

Είναι ενδεικτικό πως για την περίοδο 1993-2021 ο ρυθμός αύξησης της επιφανειακής θερμοκρασίας στη θάλασσα της Μεσογείου ήταν περίπου 0,035° C ανά έτος, σύμφωνα με την υπηρεσία Copernicus. Αντίστοιχα για την ίδια περίοδο ο ρυθμός αύξησης της επιφανειακής θερμοκρασίας σε παγκόσμια κλίμακα ήταν 0,015° C ανά έτος.

«Η άμεση ανταπόκριση μεγάλου αριθμού ειδών σε τέτοιες μεταβολές είναι η μετακίνησή τους προς περιοχές όπου η θερμοκρασία είναι ευνοϊκότερη για τη διαβίωσή τους. Αλλοι οργανισμοί μπορεί να επωφεληθούν από τις υψηλότερες θερμοκρασίες, όπως είναι τα ξενικά ή και τα θερμόφιλα είδη, ενώ υπάρχει μεγάλος αριθμός ειδών τα οποία δεν μπορούν να μετακινηθούν καθόλου, όπως είναι οι σπόγγοι και τα κοράλλια, ή μετακινούνται πάρα πολύ αργά ή σε μικρή χωρική κλίμακα, όπως οι αχινοί, και είναι εκείνα τα είδη τα οποία υφίστανται σε μεγαλύτερο βαθμό τις πιέσεις από τέτοιες θερμοκρασιακές αλλαγές», αναφέρει ο κύριος Κονδυλάτος.

Ολες αυτές οι αλλαγές είναι ιδιαίτερα εμφανείς, λένε οι επιστήμονες, στη Μεσόγειο, η οποία είναι μια σχεδόν κλειστή θάλασσα με μια πολύ αργή ανανέωση των υδάτων της, αλλά και ταχύτερη, σε σύγκριση με άλλες θάλασσες, αύξηση της θερμοκρασίας της. «Παρουσιάζει μια μοναδικού μεγέθους βιοποικιλότητα, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί μία από τις πιο απειλούμενες θάλασσες της γης. Φιλοξενεί χιλιάδες αυτόχθονα και περίπου 1.000 αλλόχθονα είδη οργανισμών – δηλαδή τα είδη που έχουν επεκτείνει τη γεωγραφική τους εξάπλωση πέραν των φυσικών τους ορίων. Πολύ συχνά, η εισβολή αλλοχθόνων ειδών διευκολύνεται από την κλιματική αλλαγή και θεωρούνται ως ένας σημαντικός μοχλός αλλαγών των θαλάσσιων οικοσυστημάτων της Μεσογείου, που επιφέρουν πολύ σημαντικό αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα».

Αύξηση αλλοχθόνων ειδών ψαριών

Συγκεκριμένα, η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των συνθηκών που επικρατούν στις θάλασσές της, βρίσκεται σε κομβικό σημείο όσον αφορά την περαιτέρω επέκταση των αλλοχθόνων ειδών που εισέρχονται από την Ερυθρά, από την ανατολική προς τη δυτική λεκάνη.

«Σε αρκετές θαλάσσιες περιοχές της ο αριθμός των ειδών και οι πληθυσμοί τους έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα, σύμφωνα με στοιχεία πρόσφατης μελέτης στη θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Ρόδου, βρέθηκε ότι το βάρος των αλλοχθόνων ειδών που πιάνονται στα στατικά δίχτυα των αλιέων ξεπερνά το αντίστοιχο των αυτοχθόνων, σχεδόν όλους τους μήνες του έτους.

Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της ίδιας έρευνας με παλαιότερα στοιχεία, παρατηρείται ότι το βάρος των αλλοχθόνων έχει υπερτριπλασιαστεί από το 2019 και μετά», υπογραμμίζει ο κύριος Κονδυλάτος, προσθέτοντας πως η αύξηση του ποσοστού των αλλοχθόνων ειδών ψαριών στην παράκτια αλιεία δεν είναι υποχρεωτικά αρνητική καθώς σχεδόν όλα έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιηθούν είτε με απευθείας κατανάλωση ή/και μεταποίηση (π.χ. λεοντόψαρο, σαρδελόγαυρος, τρομπέτα) ή χρήση στην παραγωγή ιχθυοτροφών, καλλυντικών και διατροφικών συμπληρωμάτων (π.χ. αντιγηραντικές κρέμες και χυμοί), όπως έχουν δείξει πρόσφατες μελέτες.