«Η ραπ ήταν πάντα ο καθρέφτης της κοινωνίας»
Ο γνωστός ράπερ, παραγωγός, ηθοποιός και ιδρυτής των Going Through μάς μιλάει για την εμπλοκή του στα κοινά ως αντιδήμαρχος στην Αγία Βαρβάρα, τη διαφορά rap και trap, τη συνεργασία του με τον Βλάση Μπονάτσο και τον Μαζωνάκη και τα κοινωνικά δίκτυα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
«Από χθες μίκρυναν κι αυτοί». Ηταν η πιο όμορφη ρήση που άκουσα για την εισβολή των τραμπιστών στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Και την είπε ο Νίκος Βουρλιώτης ή Nivo την ώρα που καθόμασταν σε ένα παγκάκι σε μια λαϊκή περιοχή της Αθήνας - πανδημίας γαρ και κλειστών καφέ. Ηταν από τις πιο όμορφες 4ες Εντολές που έλαβα συνεντευξιαζόμενος τον πασίγνωστο ράπερ, συνιδρυτή των Going Through, ηθοποιό και σήμερα αντιδήμαρχο Αγίας Βαρβάρας. Και ήταν ακόμη πιο ωραίο που οι ήχοι της πόλης γύρω μας, μπλέκονταν με τις αφηγήσεις του. Την πόλη εξάλλου ήθελε μαζί με τους Going Through να καταγράψει όταν ξεκίνησαν πριν από περίπου τρεις δεκαετίες. Τις αγωνίες των παιδιών της. Και τους (του) χρωστάμε μια απενοχοποίηση των δυτικών συνοικιών και μεγάλες επιτυχίες. Το ραπ και το trap σήμερα, τα κοινωνικά δίκτυα, η Αμερική, η Αγία Βαρβάρα, είναι μερικά μόνον εκ των κεφαλαίων που άνοιξε η κουβέντα μας. Ο Νίκος Βουρλιώτης έχει εκείνη την ικανότητα να στέκεται μέσα στις νέες τάσεις, έχοντας μακρά διαδρομή. Pop με την έννοια του δημοφιλούς, αλλά και πάντα γειωμένος από κει που ξεκίνησε.
Ας ξεκινήσουμε από την τωρινή σας νέα ιδιότητα, του αντιδημάρχου στην Αγία Βαρβάρα. Πώς αλήθεια προέκυψε αυτό;
Οφείλω να ομολογήσω πως δεν το σκέφτηκα μόνος μου, αλλά ήταν το αποτέλεσμα μιας πολύ παραγωγικής κουβέντας με τον νυν δήμαρχο Λάμπρο Μίχο, που μου πρότεινε να κατέβω υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος. Μας συνδέει σχέση και φιλία χρόνων. Είναι ο πρώτος με θεσμικό ρόλο που στην Αγία Βαρβάρα με τίμησε με μια πολύ μεγάλη συναυλία στην πόλη το 2008. Εκεί μου έδωσε, αν θες, το χρίσμα ενός προσώπου, που όσο κι αν είναι δημοφιλής δεν έχει αρνηθεί ποτέ πως είναι από την πόλη, δεν έχει παίξει παιχνίδι δημοσίων σχέσεων. Και αυτό εκτιμήθηκε, όπως φαίνεται, και από τον κόσμο που με τίμησε και με εξέλεξε πρώτο σε ψήφους στις τελευταίες εκλογές. Θέλω να σου πω πως αισθάνομαι και πως είμαι στην πιο παραγωγική φάση της ζωής μου.
Εχετε φύγει ποτέ από τη γειτονιά σας;
Μετακόμισα το 2004, όταν έφυγε κι ο δήμαρχος για να γίνει βουλευτής. Για πρακτικούς λόγους. Ουσιαστικά έμεινα με τη νυν γυναίκα μου.
Υπερασπιστήκατε την περιοχή σας απενοχοποιημένα από την αρχή.
Και την υπερασπίζομαι πάντα. Την έχω τραγουδήσει. Την έχω κριτικάρει, που είναι σημαντική λεπτομέρεια γιατί μέσω της κριτικής αντιλαμβάνεσαι, επανεξετάζεις τα πράγματα και τα αναδιαμορφώνεις.
Οπως;
Εχω γράψει τραγούδι με τον τίτλο «Santa» (Τι είχα και τι έχασα). Μέσα στο ίδιο τραγούδι, την έχω υμνήσει και την έχω αποδομήσει.
Ως αντιδήμαρχος προσλαμβάνετε αλλιώς την πραγματικότητα από ό,τι ως καλλιτέχνης;
Θέλω να έχω το ίδιο φίλτρο. Υπό την έννοια πως με το φίλτρο του δημιουργού προσπαθώ να βλέπω γενικά τη ζωή μου. Είτε έχει τις θεσμικές υποχρεώσεις ή τα πλάνα της δημοτικής Αρχής, τις ιδέες μας που πρέπει να εφαρμόσουμε για τους πολίτες, μέχρι την καθημερινότητά μου και τη σχέση μου με την κόρη μου. Είμαι καλλιτέχνης και αυτό είναι στοιχείο του DNA μου. Το λέω γιατί πολλές φορές οι καλλιτέχνες οικειοποιούνται ή οικειοποιούμαστε μια ταυτότητα που μας προσδίδει το κοινό και το κάνουμε ρούχο και το φοράμε χωρίς να το θέλουμε. Εγώ είμαι ο εαυτός μου και αυτό το έχω απολαύσει. Και το έχω πληρώσει. Γιατί λέω τη γνώμη μου. Γιατί είμαι καλοπροαίρετος ακόμη κι εκεί που δεν θα έπρεπε.
Υπάρχει χώρος να γίνουν πράγματα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση;
Οταν έχεις τον Μίχο δήμαρχο, ναι. Οταν υπάρχουν άνθρωποι, τέτοιοι... Ολα ξεκινούν από πάνω. Ισχύει αυτή η αρχή. Αν η κεφαλή θέλει να οδηγήσει την ομάδα σε παραγωγική διαδρομή, τότε θα τα καταφέρεις.
Ποιο το χαρτοφυλάκιό σας στον δήμο;
Είμαι αντιδήμαρχος Αθλητισμού και Πολιτισμού και Δημοκρατικών Θεσμών, Επιχειρηματικότητας και Ψηφιακών Εφαρμογών.
Εγώ ερχόμενος και αναλαμβάνοντας το πόστο ήξερα πως πολιτισμός δεν είναι μόνο οι θερινές συναυλίες. Είναι φιλοσοφία, αντίληψη, είναι σχέση με την καθημερινότητα, γι' αυτό κιόλας το πρώτο πράγμα που δούλεψα σε πλάνο (που υπήρχε και πριν τις εκλογές) ήταν να επαναδιαμορφωθούν οι δομές που προσδιορίζουν τον πολιτισμό, όπως η δραματική σχολή, τα ωδεία κ.τ.λ.
Πείτε μια δομή.
Ενα παράδειγμα, ο δήμος είχε στη διάθεσή του ένα εξαιρετικό στούντιο ηχογραφήσεων που τα τελευταία δέκα χρόνια δεν χρησιμοποιήθηκε. Ενας χώρος που χρησιμοποιείτο αποσπασματικά και όχι για τον λόγο που φτιάχτηκε. Για να δώσει δηλαδή χώρο σε νέους ανθρώπους της πόλης να δημιουργήσουν, να παραγάγουν. Εγώ αυτό που σχεδίασα και σχεδιάσαμε με τον δήμαρχο είναι το πώς αυτός ο χώρος θα αποκτήσει ξανά την ιδιότητά του, και τώρα στήνεται από την αρχή όλο αυτό: πώς θα εξυπηρετήσει αύριο σεμινάρια, ηχογραφήσεις. Να συμβάλει στο να αξιοποιηθούν οι άνθρωποι της πόλης δημιουργικά. Οχι να ψάχνει ο καθένας μόνος του. Αυτό είναι η κοινωνία.
Είστε ένα πρόσωπο ηλικιακά και πολιτισμικά μέσα στη νέα γενιά, αλλά και δημόσιο πρόσωπο. Είστε πάντα νέος με έναν τρόπο, μέσα στις τάσεις, πρωτοπόρος. Ποια τα νέα χαρακτηριστικά της νέας γενιάς; Ο αντίστοιχος νέος Νίκος Βουρλιώτης που ξεκινάει σήμερα τι έχει;
Είναι όλα καινούργια. Το πιο βασικό χαρακτηριστικό που διαμορφώνει τον νέο χαρακτήρα είναι το καινούριο format. Πλέον όλα διαμορφώνονται σε συνάρτηση με την κουλτούρα του youtube. Ενα νέο format που έχει καταργήσει το φυσικό προϊόν. H τεχνολογία έχει τρέξει τόσο γρήγορα που ο καθένας δημιουργός μπορεί να κάνει μουσική στον υπολογιστή του. Να υπενθυμίσω πως ο υπολογιστής για χρόνια ήταν υποστηρικτικό μέσο της παραγωγής, τώρα είναι το ίδιο το μέσο. Αυτή η αλλαγή αφορά όλο το φάσμα της δημιουργίας: από τη σύλληψη της ιδέας μέχρι την εκτέλεση και στη συνέχεια έχει και εφαρμογή παντού (π.χ. το ψηφιακό μαγαζί). Η κοινωνία είναι το ιδανικό πεδίο για να κάνεις μουσική και μάλιστα χιπ-χοπ, ραπ.
Γιατί;
Κοίτα γύρω σου τι υπάρχει. Η μουσική αυτή ήταν πάντα ο καθρέφτης της κοινωνίας. Η ραπ εννοώ. Λέγανε στις ΗΠΑ κάποτε πως ήταν το CNN της γειτονιάς.
Ωραίος ορισμός!
Ο ράπερ είναι ο δημοσιογράφος. Εκεί που δεν μπορούσε να διεισδύσει το μέσον, πήγαινε το κοινωνικό πρόβλημα - θέμα μέσω της ραπ στο μέσον. Ολα αυτά έχουν παίξει έναν ρόλο στην νέα εικόνα. Η κουλτούρα του you tube προσδιορίζει τα πάντα. Από την επιτυχία (πόσα views έχεις) μέχρι τον τρόπο που ακούς σήμερα μουσική.
Θα μας σκιαγραφήσετε λίγο τα μουσικά είδη από την πείρα σας;
Το lowbap είναι μια προσωπική ετικέτα του Μιχάλη (σ.σ.: Μυτακίδη). Στην προσπάθειά του να διαφοροποιηθεί χρησιμοποίησε τον όρο και έφτιαξε ένα εντελώς δικό του μοντέλο που είχε στοιχεία ραπ αλλά είχε και στοιχεία από διάφορα πράγματα από εκεί έξω. Με τον ίδιο τρόπο κινήθηκαν πολλοί καλλιτέχνες κείνη την εποχή. Οπως τα Ημισκούμπρια. Εκαναν ένα πολύ διαφορετικό πράγμα.
Σατιρικό;
Για τους περισσότερους ήταν χιουμοριστικό ενώ για μένα ήταν ένα από τα πιο άρτια κοινωνικά πράγματα που θα μπορούσε να έχει η μουσική αυτή, με την έννοια πως το χιούμορ απαιτεί υψηλό ΙQ. Την έζησα από κοντά την ιστορία τους, αφού πριν καν δισκογραφήσουν είχαμε στενές σχέσεις και άνοιγαν συναυλίες μας. Ο Δημήτρης Μεντζέλος είχε αυτόνομη πορεία, πριν τα Ημισκούμπρια, ενώ στην παραγωγή των πρώτων δίσκων ήταν ο Μιχάλης Παπαθανασίου - ο έτερος Καππαδόκης των Going Through.
Εσείς;
Οι Going Through ξεκαθάρισαν από την αρχή πως δεν τους ενδιαφέρει να μείνουν σε στενό underground κύκλο, αλλά θέλουν να κάνουν αυτή τη μουσική ποπ με την έννοια του popular. Aυτό σε κάποιες περιπτώσεις θεωρήθηκε συχνά και προδοσία σε κύκλους μας, όταν ξαφνικά τολμάς σε ένα πολύ αυστηρό φορμάτ να κάνεις τραγούδι με τον Μαζωνάκη. Αντιλαμβάνεσαι πως αυτό είναι σαν να πηδάς στην απέναντι όχθη με κίνδυνο να πέσεις, αλλά δεν πέσαμε, εξελίξαμε τα πράγματα, βοηθήσαμε τη δισκογραφία να απεγκλωβιστεί από ταμπού και να ανοίξει τις πόρτες και τα γραφεία σε όλα αυτά τα συγκροτήματα που ψάχνανε στέγη. Περάσαμε μια γεμάτη δεκαετία, όπου το χιπ-χοπ έγινε δημοφιλέστερο από άλλα είδη, φτάσαμε να είμαστε πολύ πιο δυνατοί από μεγάλα λαϊκά ονόματα (2004 με 2014) με μεγάλες επιτυχίες και βάζοντας το χιπ-χοπ από τα αλώνια σε σαλόνια με ένα πολύ προσωπικό στυλ. Πήραμε τις φόρμες του αμερικάνικου και βάλαμε ελληνικά μουσικά όργανα. Το «Γαρύφαλλε» είχε το κλαρίνο του Βασίλη Σαλέα. Ή ο ελληνικός στίχος που βάλαμε πάνω σε ένα μπιτ που είχαμε συνηθίσει ως τότε αμερικάνικο. Αλλά αυτό ήταν γενικότερο φαινόμενο. Σαν να άνοιξε η πόρτα του περιστερώνα και πέταξαν τα περιστέρια. Η Γαλλία και η Γερμανία γίνανε οι μεγαλύτεροι ανταγωνιστές των Αμερικάνων. Συμμετείχα σε μια έρευνα που έκανε μια εταιρεία στο εξωτερικό κι ενώ νόμιζα πως οι Αμερικάνοι είναι ο πρώτοι σε πωλήσεις - είδα πως είναι οι Γερμανοί. Δεύτεροι οι Αμερικάνοι, μετά οι Γάλλοι, μετά οι Σουηδοί.
Οι Σουηδοί;
Πάντα οι Σουηδοί έπαιζαν ως κρυφοί μπαλαντέρ. Σήμερα είναι πρώτη χώρα παραγωγής σε μουσικό υλικό, όχι επειδή έβγαλαν απλώς τους Abba ή τους Ace of base, δηλαδή μεγάλα ποπ ονόματα, αλλά επειδή πίσω από πολλά αμερικανικά χιτς ήταν πάντα Σουηδοί.
Το τραπ τι είναι;
Ενα υβρίδιο. Εχω την εντύπωση πως είναι κάτι εντελώς καινούργιο. Ακόμη κι αν ξεκίνησε ως εξέλιξη, τείνει να γίνει ένα εντελώς αυτόνομο είδος. Οχι μόνον γιατί αντιλαμβάνεται τα πράγματα χωρίς κανόνες όπως αυτούς που προανέφερα, αντιλαμβάνεται τα πράγματα πολύ διαφορετικά, είναι πιο ηλεκτρονικό, είναι πιο τραγούδι. Υπάρχουν σήμερα τραπ τραγούδια χωρίς καθόλου ραπ. Το αποτέλεσμα με την κλασική ραπ φόρμα που είχαμε συνηθίσει. Στα δικά μου μάτια είναι ένα αυτόνομο είδος.
Προβάλλει έναν τρόπο ζωής;
Δεν το προβάλλει η τραπ αυτό. Η κοινωνία αντανακλάται πάνω στην τραπ. Η κοινωνία είναι εν μέρει σήμερα αυτό που ορίζει το Instagram: Είμαι όμορφος, ενώ μπορεί να μην είσαι. Είμαι πλούσιος, ενώ μπορεί να μην είσαι.
Το Ιnsta το αναφέρω ως χαρακτηριστικό παράδειγμα των σόσιαλ για να δώσω έμφαση σε αυτό που συζητάμε. Eίναι ένα πεδίο παρόμοιο με αυτό που λέγαμε πάντα: στην Ελλάδα ό,τι δηλώσεις είσαι.
Πότε ξεκινάτε τους GT με τον Παπαθανασίου;
Ιδρυθήκαμε πολύ πριν την πρώτη μας κυκλοφορία, αυτή ήταν το 1994 με την «Αναζήτηση». 27 χρόνια.
Γιατί το κάνατε;
Θα σου μιλήσω προσωπικά, όχι εκ μέρους του Μιχάλη, παρότι συμπίπτουμε και συνυπάρχουμε τόσα χρόνια. Θεωρώ πως η μουσική κάποια στιγμή με ανακάλυψε, ήλθε σε μένα. Ημουν όλα αυτά τα χρόνια artist ή dj, έκανα ταμπέλες διαφημιστικές, καταστημάτων ως επιγραφοποιός και σκιτσογράφος στον Τύπο. Στην «Απογευματινή» ας πούμε με τον Ντένυ Αντύπα. Με το καλλιτεχνικό όνομα Βουρ. Αυτός που με έβγαλε στον χώρο και με βοήθησε ήταν ο Χρήστος Οικονόμου - ο γνωστός τηλεοπτικός παρουσιαστής. Κάποια στιγμή του έστειλα σκίτσα μου, τα έβαλε στην ΕΡΤ, έκανε διαγωνισμό, τα δημοσίευσε ως πολύ ιδιαίτερα. Μία γελοιογραφία που θυμάμαι ήταν ένας βρικόλακας που ξάπλωνε στο φέρετρο και έβαζε ξυπνητήρι. Ο Χρήστος με έστειλε στην «Απογευματινή».
Πάντα δούλευα και ως dj. Κάτι που δεν ξέρει ο κόσμος ήταν πως στο χιπ-χοπ ο dj ήταν πάντα ο σταρ, μετά έγινε ο MC. Ο ράπερ. Αν προσέξεις στο ξεκίνημα αυτής της μουσικής ο dj έμπαινε πρώτος. Αυτό άλλαξε κάποτε, παίξανε πολλά πράγματα ρόλο. Ο ράπερ είχε τη λυρική ικανότητα να σαγηνεύσει το κοινό.
Ησασταν κάτι πολύ καινούργιο. Το θυμάμαι κι εγώ τότε στο Λύκειο.
Δοκιμάσαμε και διάφορα στυλ. Είμαι βέβαιος πως το εξελίξαμε.
Στίχος: γιατί ελληνικός;
Θέλαμε να μιλήσουμε στους Ελληνες.
Αναφερθήκατε σε δύο πρωτότυπες συμπράξεις σας. Με τον Βλάση Μπονάτσο και με τον Γιώργο Μαζωνάκη.
Να σου υπενθυμίσω πως είναι τόσο μεγάλη η δυναμική του κομματιού «Θέλω να γυρίσω στα παλιά», πέραν των πωλήσεων, όπου τότε γίνεται σειρά «Ο εραστής των δυτικών προαστίων».
Πώς πάτε στον Μαζωνάκη;
Ο Γιώργος ήλθε να κάνουμε συναυλίες και εκεί ο παραγωγός του Γιώργου, ο Κώστας Καλημέρης, είπε να βρούμε ένα τραγούδι που θα λέμε μαζί. Εγώ έψαξα μέσα στο μυαλό μου να βρω τι κοινό έχουμε με τον Μαζωνάκη. Μου ήλθε η ιδέα της γειτονιάς.
Βλάσης Μπονάτσος;
Είχαμε τον «Γαρύφαλλο» των Πελόμα Μποκιού, το δουλέψαμε ως διασκευή. Ο Βλάσης ήταν σουπερστάρ στην τηλεόραση τότε. Εντοπίζουμε το τηλέφωνό του, αλλά δεν τον βρίσκουμε ποτέ. Μετά από καιρό αποφασίζω να παίξω το ντέμο στον... τηλεφωνητή του. Κι ένα βράδυ που παίζω μουσική σε ένα μαγαζί στο Μικρολίμανο με παίρνει ο Βλάσης. Εχει πάρει στο σπίτι μου, του 'χει δώσει ο πατέρας μου το τηλέφωνο του μαγαζιού. Και μου λέει: Πότε θες να ηχογραφήσουμε; Δείχνει μια ιδιοσυγκρασία του Νίκου και του Μιχάλη, πως πιστέψαμε από την αρχή και το λέω πάντα σε όλους αν και οι συμβουλές είναι άχρηστες. Μου 'λεγε ο παππούς μου ο καραγκιοζοπαίχτης ο Αβραάμ, στο τέλος θα κάνεις αυτό που θες εσύ.
Αυτό λέτε σε έναν νέο;
Να το πιστέψει και να κάνει αυτό που τον κάνει να νιώθει καλά ο ίδιος, όχι το κοινό.
Το κοινό αλλάζει τη μουσική;
Εχει αλλάξει η μουσική. Αυτό το λάθος κάνουν όλοι. Η μουσική αλλάζει επειδή αλλάζει το κοινό. Η σειρά είναι: κοινωνία - κοινό - μουσική. Στην περίπτωση της μουσικής έρχεται νομοτελειακά το κοινό και κάνει το δικό του συγκρότημα.
Αλλο σου αρέσει - άλλο ακούς - άλλο αγοράζεις. Αυτό ισχύει στην Ελλάδα. Πώς έλεγε ο Τζιμάκος; Μου αρέσει στα κρυφά κι ο Μητροπάνος.
Είστε και ηθοποιός.
Πάντα ήμουν. Εχω παίξει πολλούς ρόλους μικρός για να ξεγελάσω τους γονείς μου. Εχω μπει από την πίσω πόρτα στο σινεμά, η τύχη τα έφερε και η δουλειά να είμαι δίπλα σε σημαντικούς ηθοποιούς και σε μεγάλες επιτυχίες, «Μπάτσελορ», «Λούφα» κ.τ.λ. Από τις ωραιότερες εμπειρίες μου. Αγαπώ τόσο πολύ τον κινηματογράφο.
Τώρα τι κάνετε;
Συνεργάζομαι με τον δήμο και την Περιφέρεια για ένα πρότζεκτ το οποίο είναι εικαστικής urban παρέμβασης. Η Περιφέρεια Αττικής θα συνεργαστεί με δήμους των δυτικών προαστίων και θα κάνει ένα πρότζεκτ όπου θα ζωγραφίσουμε τις πόλεις. Στο εξωτερικό έχει συγκλονιστικά αποτελέσματα, έχει μεταμορφώσει όχι μόνον τις πόλεις σε εικόνα, αλλά και σε αντίληψη. Παράλληλα είμαι στο στούντιο για δύο δίσκους: έναν με τους GH και ένα δικό μου, ένα νέο σινγκλ με τίτλο «Jesus». Μια βραδινή προσευχή που εκμυστηρεύομαι όλους τους φόβους μου.
Στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ θα ξαναπαίζατε;
Γιατί όχι; Δεν βλέπω όλες αυτές τις σχέσεις με αφοριστική διάθεση. Η πρώτη μας συμμετοχή στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ είχε πυρηνική ενέργεια τόσο τεράστια από το κοινό που τέτοια παρόμοια δεν έχω ξαναζήσει. Εγκλωβιζόμαστε πίσω από ταμπέλες. Κυρίως εδώ στην Ελλάδα. Δεν υπάρχουν αυτά για μένα. Περπατούσα σαν τον Μάρτιν Γκορ στο «Enjoy the silence» και τώρα έχω εξαιρετική θέα, από το βουνό. Για να διακρίνω κάποια πράγματα πια καθαρά.
