Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Τα ελληνοτουρκικά έχουν πάρει άλλη μια ενδιαφέρουσα τροπή. Εκεί που πολλοί εξ ημών, σκεπτόμενοι ορθολογικά, περιμέναμε την αποκλιμάκωση πριν από αρκετές εβδομάδες, η φαινομενική εκτόνωση είναι πια εδώ και τα διπλωματικά επιτελεία των δυο χωρών ετοιμάζονται για τουλάχιστον έναν γύρο διερευνητικών επαφών και το ενδεχόμενο μιας διαπραγμάτευσης σε βάθος χρόνου. Αλλά όπως όλα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, επικρατούν αβεβαιότητα και έλλειψη εμπιστοσύνης. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην επικρατούσα ιστορική και θεσμική δυσπιστία μεταξύ των δυο χωρών και των λαών τους. Η κατάσταση είναι πολύ πιο σύνθετη και πολυεπίπεδη από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Και η κινητήρια δύναμη δεν είναι τα ελληνοτουρκικά.
Τι εννοώ; Η Τουρκία αλλάζει ραγδαία και μπορεί να έχει ήδη μεταλλαχθεί και μετατοπιστεί σε έναν γείτονα κατέχοντας διαφορετικές αξίες και κανόνες συμπεριφοράς από ό,τι ήταν για δεκαετίες, δύσκολος μεν αλλά ταυτόχρονα προσπαθώντας να συμπεριφερθεί με τον κανονισμό λειτουργίας της οικογενειακής πολυκατοικίας στην οποία θα ήθελε να θεωρείται ισότιμο μέλος. Η απογοήτευση με τη μακροχρόνια προσπάθεια ενσωμάτωσης ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε συνδυασμό με τις πολιτικές, θεσμικές, και κοινωνικές ανακατατάξεις στο εσωτερικό της και το διαφαινόμενο στρατηγικό κενό στο περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον, έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση μιας διαφορετικής κοσμοθεωρίας και στρατηγικής αντίληψης περί των στόχων και προτεραιοτήτων της. Πίσω από τον πυκνό καπνό της οικονομικής κρίσης, την αλλαγή ιδεολογικής κατεύθυνσης της χώρας, τους φαινομενικούς μεγαλοϊδεατισμούς των πολιτικών της προϊσταμένων και τη στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής της πολιτικής, μπορεί να κρύβεται μια ουσιαστική και ριζική αλλαγή πλεύσης. Δηλαδή, μια αναγνώριση ότι το ευρωπαϊκό όραμα όχι μόνο είναι μακρινό και σχεδόν απρόσιτο, αλλά ότι δεν αξίζει να συνεχιστεί, ούτε καν σε επίπεδο αξιών.
Ενα διερευνητικό ταξίδι στην τουρκική πρωτεύουσα προ ολίγων ημερών όπου μου δόθηκε η ευκαιρία να έχω ουσιαστικές, ειλικρινείς, έντονες, και ενδιαφέρουσες συζητήσεις με υψηλόβαθμους αξιωματούχους του υπουργείου Εξωτερικών και της Προεδρίας της χώρας ήταν μια εμπειρία ανοίγματος ματιών. Ομολογουμένως πολλά από αυτά που άκουσα αντικατοπτρίζουν τα επίσημα δημόσια λεγόμενα της τουρκικής δημόσιας διπλωματίας με τον καταγγελτικό λόγο και ύφος τους, αλλά με μια πιο προσεκτική ανάλυση καταλήγω στα εξής συμπεράσματα:
** Η στρατηγική μετατόπιση (strategic drift) της Τουρκίας μακριά από τη διεκδίκηση συμμετοχής της στην ΕΕ με την αποδοχή του αξιακού κεκτημένου της είναι μια πραγματικότητα. Η απόφαση αυτή καθαυτήν λειτουργεί λυτρωτικά απελευθερώνοντας την τουρκική κυβέρνηση από την ανάγκη λογοδοσίας για ζητήματα που αφορούν τις αρχές του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας κ.λπ.
** Το εναλλακτικό αφήγημα σχετίζεται με την αύρα της αυτοπεποίθησης μιας χώρας που δεν είναι η ουρά κανενός. Σε ένα μεγάλο βαθμό ο Προέδρος Ερντογάν έχει καταφέρει να συνδέσει τις ιστορικές ανησυχίες περί της εθνικής ασφάλειας της Τουρκίας που έχουν ευρύτερη απήχηση στον πολιτικό κόσμο όλων των αποχρώσεων, τους κρατικούς θεσμούς και την κοινή γνώμη, με τη δημιουργία μιας εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας που παράγει εξελιγμένα οπλικά συστήματα όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που έχουν δείξει την αποτελεσματικότητά τους στα πεδία μάχης της Συρίας και της Λιβύης.
** Η φαινομενική ικανότητα και προβολή ισχύος σε πολλαπλά μέτωπα ή θέατρα επιχειρήσεων ταυτόχρονα ενισχύει το εθνικό φρόνημα της αυτοπεποίθησης. Τα μέτωπα αυτά, που έχουν πολλαπλασιαστεί όπως μου μεταφέρθηκε, είναι τα εξής: το Ιράκ, η Συρία, η Λιβύη, η Ανατολική Μεσόγειος, τα μισά μέτωπα του Καυκάσου, αλλά και το εσωτερικό της χώρας με τον ένοπλο αγώνα κατά των κούρδων τρομοκρατών.
** Στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει τρεις ισχυρές χώρες και τα γεωπολιτικά, ενεργειακά, και οικονομικά συμφέροντά τους. Η Αίγυπτος και η Γαλλία ήδη θεωρείται ότι στέκονται εμπόδιο στις τουρκικές εστιάσεις. Με την Ιταλία γίνεται μάχη για να μη συνασπιστεί με τη Γαλλία, αλλά οι αντικρουόμενες προσεγγίσεις μεταξύ Ρώμης και Αγκυρας αναφορικά με την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων της Λιβύης φαίνεται να φέρνουν την Ιταλία όλο και πιο κοντά στο γαλλικό στρατόπεδο. Αυτή η εξέλιξη θα σηματοδοτούσε άλλο ένα ουσιαστικό ρήγμα στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ.
** Η Αγκυρα προβάλλει επίσης το χαρτί του αξιόμαχου και αξιόπιστου νατοϊκού συμμάχου που με την παρουσία του στη Λιβύη αποτρέπει την επέκταση της ρωσικής επιρροής στη Βόρειο Αφρική. Ανυψώνει επίσης τον σημαντικό αποτρεπτικό της ρόλο στις παρεμβάσεις της Ρωσίας στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να αποτρέψει την καταδίκη της από τις Βαλτικές χώρες και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Τι σηματοδοτούν οι προαναφερθείσες τάσεις για τα ελληνοτουρκικά; Μια δύσκολη εξίσωση, θα ήταν μια απλή απάντηση. Το γεγονός ότι η Ανατολική Μεσόγειος θεωρείται πια θέατρο επιχειρήσεων ανάλογο με τα μέτωπα της Συρίας και της Λιβύης είναι ενδεικτικό για το αδιέξοδο στην περαιτέρω σύσφιγξη των ευρωτουρκικών σχέσεων και, ως εκ τούτου, την απώλεια της ευρωπαϊκής προοπτικής ως μηχανισμού μόχλευσης κατά της τουρκικής προκλητικότητας. Η ταύτιση και ενισχυμένη συνεργασία της Ελλάδος και της Κυπριακής Δημοκρατίας με τη Γαλλία συνιστά για την Τουρκία αποδεικτικό στοιχείο των κακών προθέσεων της Αθήνας και της Λευκωσίας και ενισχύει την τιμωρητική διάθεση της Αγκυρας με τη χρήση εργαλείων και διπλωματίας καταναγκασμού για να αποτρέψει ένα ενισχυμένο ευρωπαϊκό μέτωπο.
Η εμμονή και το μένος της Τουρκίας οφείλονται, είτε προσχηματικά είτε ουσιαστικά, στον αποκλεισμό της από τις πρωτοβουλίες δημιουργίας ενός Φόρουμ για το Φυσικό Αέριο της Ανατολικής Μεσογείου από το 2018, γεγονός που την οδήγησε στην υιοθέτηση της Γαλάζιας Πατρίδας και την υπογραφή των δυο μνημονίων με τη Διοίκηση της Τρίπολης το 2019.
Το γεγονός ότι η Τουρκία βρίσκεται σε φάση στρατηγικής μετατόπισης, που δεν έχει εντελώς εξελιχθεί σε στρατηγικό αναπροσανατολισμό (strategic reorientation) μακριά από τη Δύση, σημαίνει ότι υπάρχει ακόμα ένα από τα τελευταία παράθυρα ευκαιρίας για ουσιαστικό διάλογο και διαπραγμάτευση μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας. Δηλαδή, η αναποφασιστικότητα της Αγκυρας ως προς το να έρθει ή όχι σε μια μόνιμη ρήξη με την Ευρώπη προσφέρει τη δυνατότητα μιας εποικοδομητικής σύμπλεξης μεταξύ των δυο χώρων προς έναν ιστορικό έντιμο συμβιβασμό στηριζόμενο στο κεκτημένο της εικοσαετούς προσέγγισης. Αυτή η ευκαιρία ουσιαστικής παραδειγματικής αλλαγής στις σχέσεις τους θα δημιουργούσε μια σειρά πολλαπλασιαστικών οφελών από το Αιγαίο ως την επίλυση του Κυπριακού και την εδραίωση μιας περιφερειακής κοινότητας ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο με τη συμμετοχή όλων των παράκτιων χωρών. Στην περίπτωση μη ουσιαστικής προσπάθειας έντιμου συμβιβασμού φοβάμαι ότι θα συνεχίσουν οι δυο χώρες να είναι αιχμάλωτες του παρελθόντος.
Ο Δημήτρης Τριανταφύλλου είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης