Σε όλες τις πολιτισμένες δημοκρατικές χώρες, στη χορεία των οποίων θέλουμε να πιστεύουμε ότι εντάσσεται και η Ελλάδα, υφίσταται μια σαφής κάθετη διάκριση ανάμεσα στον έμπορο ηρωίνης και τον χρήστη – κατ’ επέκτασιν, μια αντίστοιχη διάκριση στην αντιμετώπισή τους εκ μέρους της πολιτείας. Ο χρήστης εκλαμβάνεται (και προφανώς είναι) αποκλειστικά ως ασθενής. Ανεξαρτήτως εάν εντάσσεται σε κάποιο από τα «στεγνά» θεραπευτικά προγράμματα ή σε κάποιο από τα προγράμματα υποκατάστασης, τουτέστιν εάν η ίασή του στηρίζεται μονάχα σε εντατική ψυχοθεραπεία ή στην αντικατάσταση της χορήγησης ηρωίνης από τη χορήγηση μεθαδόνης, ο χρήστης, στα μάτια των θεραπευτών του, δεν διαφέρει σε τίποτε από τον καρδιοπαθή ή τον καρκινοπαθή. Ακόμη και αν περιστασιακά, προκειμένου να εξασφαλίσει τη δόση του, ο χρήστης πατάει στα χωράφια του εμπόρου ηρωίνης – τα διαβόητα «βαποράκια» – η πολιτεία δεν παύει να τον εκλαμβάνει ως ασθενή και (οφείλει να) εξαντλεί την επιείκειά της στην παράλληλη δικαστική του αντιμετώπιση.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ