Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ο Ρίτσαρντ Γουόλιν, καθηγητής Ιστορίας και Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πόλης της Νέας Υόρκης, έγινε γνωστός στη χώρα μας από τη «Γοητεία του ανορθολογισμού» (Πόλις, μετάφραση Μαρία Φιλιππακοπούλου), ένα βιβλίο ιδιαίτερα οξύ κατά του μεταμοντερνισμού και του αντιδιαφωτισμού. Στα «Παιδιά του Χάιντεγκερ» του 2001 συνεχίζει την «πολεμική» του κατά του γερμανού φιλοσόφου. Πολεμική που είχε ξεκινήσει έντεκα χρόνια πριν στο βιβλίο του με τίτλο «Πολιτική του Είναι» και συνέχισε με την «Αντιδικία για τον Χάιντεγκερ. Μια κριτική ανάγνωση». Σε αυτά τα δύο έργα του υποστήριζε ότι η αδιαμφισβήτητη στράτευση του φιλοσόφου στην υπόθεση των ναζί όχι μόνο δεν ήταν τυχαία και απρογραμμάτιστη, αλλά και ριζωμένη σ' ένα ρεύμα κριτικής του δυτικού πολιτισμού και ορθολογισμού, το οποίο υποστήριζε και ο Χάιντεγκερ. Στόχος του δεν είναι η αποκαθήλωσή του, αλλά η αποδόμηση του αντιδιαφωτισμού, όπως αυτός περνά μέσα από το έργο του φιλοσόφου.
Το περίεργο δεν είναι τόσο η μετά τον πόλεμο αποκαθήλωση του Χάιντεγκερ, αλλά η στάση των γερμανοεβραίων μαθητών του Χάνα Αρεντ, Καρλ Λέβιτ, Χανς Γιόνας και Χέρμπερ Μαρκούζε. Σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας - περισσότερο αθωωτική η Αρεντ, με πολλές αιχμές οι Λέβιτ και Γιόνας, αλλά και με τεράστιες επιρροές τους απ' αυτόν, και λιγότερο αθωωτικός ο μαρξιστής Μαρκούζε -, προσπάθησαν να πείσουν ότι η φιλοσοφία του «Είναι και Χρόνος», παρόλο που περιείχε τις διανοητικές παραδόσεις ενός αντιδυτικού Geist, δεν οδηγούσε αναπόφευκτα στον ναζισμό. Παρά το γεγονός ότι ο «δάσκαλός» τους υπήρξε ναζί, πρύτανης για έναν χρόνο στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ (1933-1934), υπηρέτησε την πολιτική ναζιστικοποίησης των πανεπιστημίων και εγκατέλειψε πρώτα τον γερμανοεβραίο δάσκαλό του Εντμουντ Χούσερλ. Ο Γουόλιν διαφωνεί με αυτή τους τη θέση και με επιστημονική κατάρτιση αλλά και πολεμικό πνεύμα αποδομεί τόσο τα «παιδιά του Χάιντεγκερ» όσο και τον πατέρα τους.
Το 1967 ο εβραίος ποιητής Πάουλ Τσέλαν (θεωρώ σωστή την επισήμανση του Ανδρέα Παππά σε περασμένα «Γλωσσίδια» πως όταν λέμε εβραίος εννοούμε θρήσκευμα και όχι εθνότητα ή έθνος, άρα γράφουμε με μικρό) επισκέφθηκε τον Χάιντεγκερ στην περιβόητη καλύβα του για σκι στην καρδιά του Μέλανος Δρυμού. Εκεί προσπάθησε να του εκμαιεύσει μια δήλωση αποκήρυξης του ναζιστικού παρελθόντος του. Το ίδιο επιχείρησε και ο Μαρκούζε. Οχι μόνο απέτυχαν, αλλά ο Χάιντεγκερ υποστήριξε, όπως και το 1936 στον Λέβιτ, ότι η θεωρία της ιστορικότητας - μια από τις κύριες κατηγορίες της Δεύτερης Διαίρεσης του «Είναι και Χρόνος» - εξηγούσε «τη βάση της πολιτικής μου εμπλοκής». Εξάλλου είχε προηγηθεί το 1929 η συνάντησή του με τον Ερνστ Κασίρερ, με τον οποίο συγκρούστηκε υποστηρίζοντας τη μηδενιστική του στάση προς όλες τις κληρονομημένες πολιτισμικές μορφές του δυτικού ορθολογισμού, τον οποίο αταλάντευτα υποστήριζε ο νεοκαντιανός Κασίρερ.
Οι θέσεις των μαθητών
Γιατί όμως οι εβραίοι μαθητές του τον στήριξαν μέχρι τέλους; Αξίζει εδώ να τονιστεί ότι με την εξαίρεση του Γιόνας, ο οποίος ενδιαφερόταν για τον ιουδαϊσμό, οι άλλοι τρεις ήταν εξαιρετικά αφομοιωμένοι. Και μόνο όταν προέκυψε το 1933 κατάλαβαν πως η «βιολογική» τους πλευρά δεν μπορούσε να αγνοεί το ναζιστικό μίσος κατά των εβραίων. Παρ' όλα αυτά η Αρεντ, η οποία στα μέσα της δεκαετίας του 1920 υπήρξε και σύντροφός του, δικαιολόγησε μετά το 1950 τον δάσκαλο και εραστή της για τη ναζιστική του προτίμηση υποστηρίζοντας πως ο ναζισμός του είχε αναλογίες με τον γερμανικό Ρομαντισμό. Αμφισβήτησε όμως μέχρι τέλους τη σχέση μεταξύ της φιλοσοφίας του και της στράτευσής του υπέρ του Χίτλερ. Ο Λέβιτ διέκρινε κάτι παραπάνω από μια επιφανειακή συνάφεια μεταξύ του εθνικοσοσιαλιστικού μηδενισμού και υπαρξιακού ριζοσπαστισμού. Γι' αυτόν ουσιώδεις έννοιες του «Είναι και Χρόνος», όπως η αποφασιστικότητα, το πεπρωμένο, η «δυνατότητα να είσαι εαυτός» και κυρίως το Είναι-προς-τον θάνατο και από τον ατομικό εαυτό στο Dasein του γερμανικού Volk, υποδεικνύουν τις αντιστοιχίες της φιλοσοφίας του Χάιντεγκερ με το ναζιστικό κίνημα. Κι όμως διαχωρίζει τη θεωρία του φιλοσόφου από την πρακτική του. Ο Γιόνας ακολουθεί τον δάσκαλό του στην απόρριψη των δυϊσμών της νεωτερικής σκέψης, στον φόβο από την τεχνολογική απειλή και στην αντικειμενοποίηση της φύσης. Ομονοεί με αυτόν όσον αφορά την απόρριψη της νοησιαρχίας και τις ηθικές επιπτώσεις της τεχνολογικής προόδου, τον ακολουθεί στην προτεραιότητα της υπαρξιακής οντολογίας, αλλά δεν παραδέχεται πως αυτά οδηγούσαν στη ναζιστική οντολογία. Ακόμη και ο πολύ πιο επικριτικός Μαρκούζε υποστήριζε ότι η στράτευση του Χάιντεγκερ στον ναζισμό σήμαινε «ριζική άρνηση» της ίδιας της φιλοσοφικής του οπτικής. Κατ' αυτόν η αφοσίωση του δασκάλου στον ναζισμό συνιστούσε «προδοσία της φιλοσοφίας καθ' εαυτήν και όλων όσα η φιλοσοφία αντιπροσωπεύει». Και οι τέσσερις, αλλά κυρίως η Αρεντ, υποτίμησαν τον αντισημιτισμό των ναζί αλλά και του δασκάλου τους. Ηταν πολύ δύσκολο να παραδεχθούν ότι το Αουσβιτς ήταν τελικά μια γερμανική επινόηση. Γιατί, όπως ορθά υποστηρίζει ο Γουόλιν, και αλλού υπήρξαν μηδενιστικές κοινωνίες και αντιλήψεις, αλλά μόνο η διχασμένη σε Κultur και Ζivilisation, σε Gemeinschaft (κοινότητα) και σε Gesellschaft (κοινωνία) Γερμανία παρήγαγε Αουσβιτς.
«ΜΑΥΡΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΑ»
Αρνητής του Ολοκαυτώματος στις σημειώσεις 1942 - 1948
Ο Γουόλιν υποστηρίζει ότι ο Χάιντεγκερ «είδε στην επανάσταση των ναζί μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία να επανενσωματώσει τη γνώση στη Φυλή και στο “κράτος” εξαναγκάζοντάς την έτσι να υπηρετεί ένα σύνολο υψηλότερων οντολογικών στόχων» (σ. 259). Αυτό όμως που συγκλονίζει είναι η ανάδειξη όσων έγραψε στα μεταξύ 1942-1948 «Μαύρα σημειωματάρια»: εκεί φτάνει στην εξοργιστική άποψη να υποστηρίζει ότι το Ολοκαύτωμα μπορεί να γίνει αντιληπτό σαν μια πράξη εβραϊκής «αυτοεξόντωσης» εξαιτίας της υποστήριξης της τεχνολογικής νεωτερικότητας εκ μέρους των Εβραίων. Να πού οδηγούν οι μεγάλοι «ευνουχιστές» του λόγου: αντισημιτισμός και φυλετισμός. Θα αδικούσα το βιβλίο, αν δεν αναδείκνυα την αυτόνομη παρουσία των ιδεών των τεσσάρων μαθητών, τα αντινεωτερικά στοιχεία των οποίων τονίζει ο Γουόλιν. Θα το αδικούσα αν δεν τόνιζα και το εξαιρετικό κεφάλαιο για την εγγύτητα των θέσεων για την εργασία με το «Arbeit macht frei» του Ολοκαυτώματος. Βεβαίως η πολεμική του Γουόλιν πολλές φορές λειτουργεί σε βάρος της ισορροπημένης ανάλυσης ή οδηγεί σε ψυχολογισμούς (όπως ότι η θεωρία της Αρεντ για την «κοινοτοπία του κακού» οφείλει στην προσπάθειά της να δικαιολογήσει τη στάση του δασκάλου της).
Το επίμετρο του καθηγητή πολιτικής φιλοσοφίας Περικλή Βαλλιάνου, επιμελητή της έκδοσης, πιάνει τον «ταύρο από τα κέρατα» αναδεικνύοντας πως το φιλοσοφικό υπόβαθρο της χαϊντεγκεριανής εκτροπής στον ναζισμό βρίσκεται στην αντίθεση προς τον Διαφωτισμό. Εξαιρετική η μετάφραση του Μάνου Βασιλάκη, αν και ξενίζει η επιμονή να μεταφράζει ως «κοινοτυπία» την κοινοτοπία του κακού. Τελικά ο Χάιντεγκερ δεν ήταν οπαδός του βιολογικού ναζισμού, οδηγήθηκε στον ναζισμό από τον υπαρξιακό του οντολογισμό. Ηταν πεπεισμένος πως η «εθνική επανάσταση» στη Γερμανία έπρεπε να τεθεί υπό μια οντολογική και όχι μια βιολογική αιγίδα. Αυτό τον κάνει διαφορετικό ναζί, αλλά πάντα ναζί.
{1BSYG}Ρίτσαρντ Γουόλιν {1BSYG}{2BTIT}Τα παιδιά του Χάιντεγκερ Χάνα Αρεντ, Καρλ Λέβιτ, Χανς Γιόνας και Χέρμπερτ Μαρκούζε{2BTIT}{1BSYG}ΠΕΚ, 2019{1BSYG}{3BEKD}Μετάφραση: Μάνος Βασιλάκης Επίμετρο: Περικλής Βαλλιάνο{3BEKD}ς