Το ρίσκο που παίρνει ο Τζον Φαν ‘τ Σιπ με το ριζικό «λίφτινγκ» στην εθνική ομάδα, παραμονές δύο δύσκολων αγώνων με Ιταλία και Βοσνία, ίσως οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα για την προπονητική αξία του ολλανδού προπονητή. Και πιθανότατα και ο ίδιος να αδικεί τον εαυτό του παρουσιάζοντας μια ομάδα η οποία καμία σχέση δεν θα έχει με όσα γνωρίζαμε εδώ και μερικούς μήνες.
Θα αναρωτηθεί κάποιος «και τι είδαμε όλο αυτό το διάστημα;». Δεν είναι λανθασμένη αυτή η άποψη, όμως όταν έχεις να αντιμετωπίσεις ένα τόσο δύσκολο παιχνίδι όσο αυτό απέναντι στην ανανεωμένη Ιταλία και πηγαίνεις με σχεδόν πειραματική σύνθεση, ελλοχεύει ένας μεγάλος κίνδυνος: να γυρίσεις στην Αθήνα με ένα βαρύ σκορ που θα κάνει ακόμα χειρότερη την κατάσταση στην εθνική ομάδα, που μην ξεχνάμε ότι βρίσκεται στη χειρότερη θέση της ιστορίας της όσον αφορά το FIFA Ranking.
Αν η Εθνική στα παιχνίδια που απομένουν – στα οποία θα πάει με ανανεωμένη την ομάδα – δεν πάρει τα αποτελέσματα που θέλει ή η εικόνα δεν είναι καλή, θα δεχθεί κριτική γι’ αυτές τις επιλογές. Και θα τεθεί το ερώτημα «τι θα γινόταν αν έπαιζαν όλοι οι… βασικοί». Γι’ αυτό και ο Ολλανδός ρισκάρει να «καεί» στα μάτια του κόσμου, αφού η υπομονή δεν είναι από τις αρετές για τις οποίες ξεχωρίζουν οι Ελληνες.
Ο Φαν ‘τ Σιπ έχει έναν μακροπρόθεσμο στόχο, που δεν είναι άλλος από την πρόκριση της Ελλάδας στο Μουντιάλ του Κατάρ το 2022. Τα προκριματικά στα οποία θα κληθεί να αγωνιστεί, αλλά και το Nations League, πρέπει να βρουν την ομάδα με παίκτες που θα έχουν πάρει… μυρωδιά από τα αποδυτήρια. Και έπειτα να γίνει μια πιο ομαλή μετάβαση, με την παρουσία παλιών και νέων στην αποστολή. Διαφορετικά θα βρεθούμε πάλι στο σημείο να ψάχνουμε τι φταίει. Και εκείνος που συνήθως φταίει είναι ο προπονητής.







