Ο Γεώργιος ΣΤ’ δεν αναμενόταν να γίνει βασιλιάς. Αλλά έγινε. Ούτε αναμενόταν να είναι ο τελευταίος άγγλος μονάρχης που θα καθόταν στον θρόνο μιας αυτοκρατορίας παγκόσμιας κλίμακας. Ομως υπήρξε. Και, ασφαλώς, ουδείς φανταζόταν ότι ενώ η χώρα του θα κέρδιζε τον μεγαλύτερο πόλεμο στην Ιστορία, αυτό θα οδηγούσε στο να εξέλθει τελικά από αυτόν ελεύθερη αλλά, πρακτικά, αποδυναμωμένη όσο ποτέ μέχρι τότε. Ολα αυτά συνέβησαν στις μέρες του στον βρετανικό θρόνο, χωρίς ο ίδιος ούτε να τα επιδιώξει, ούτε να φέρει την ευθύνη τους. Ομως, εν μέσω τέτοιων ανέμων, ο ίδιος ήταν που κατάφερε να κρατήσει την ενότητα και, σε μεγάλο βαθμό, όρθιο το ηθικό του λαού του.
ΤΟ «ΣΚΑΝΔΑΛΟ». Η παραίτηση του Εδουάρδου στα τέλη του 1936 άφησε άναυδη όχι μόνον τη βρετανική κοινωνία αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Στην καρδιά του Μεσοπολέμου, αυτό υπήρξε μακράν το σημαντικότερο «νέο» της εποχής, που προκάλεσε εξελίξεις και διεργασίες πρακτικά πρωτόγνωρες. Ο δεσμός του με την Αμερικανίδα Σίμσον, το σκάνδαλο και οι επιπλοκές που αυτό έφερε στο βαθιά συντηρητικό Λονδίνο υπήρξαν στοιχεία ισχυρότερα από την αγάπη του για τον θρόνο. Οταν ο πρωθυπουργός Μπόλντουιν του δήλωσε ότι ο γάμος με την ήδη δύο φορές χωρισμένη Αμερικανίδα δεν θα ήταν αποδεκτός από τους πολίτες, ο Εδουάρδος προτίμησε να παραιτηθεί ο ίδιος παρά να μην προχωρήσει στον γάμο, ή να παντρευτεί και να αντιμετωπίσει την παραίτηση ολόκληρου του υπουργικού συμβουλίου. Η στέψη του Γεωργίου, λίγο καιρό μετά, έφερε μεγάλη ανακούφιση στην Αυτοκρατορία που δοκιμάστηκε έντονα από όλα όσα είχαν συμβεί. Ακόμα και σήμερα, σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο από εκείνον του Μεσοπολέμου, η προσωπική ζωή των μελών της βρετανικής βασιλικής οικογένειας προκαλεί αναταράξεις – πόσο μάλλον τότε και ειδικά όταν αφορά στον ίδιο τον βασιλιά. Για τη στέψη του οργανώθηκαν επίσημες τελετές όχι μόνον στη χώρα του αλλά και σε πολλές άλλες: ακόμα και στην Αθήνα. Το θωρηκτό «Αβέρωφ» ταξίδεψε στο Σάουθαμπτον για να τιμήσει τον νέο άγγλο βασιλιά.
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ. Ο Γεώργιος έμελλε να βρίσκεται στον θρόνο στην πιο δύσκολη εποχή για τη χώρα του, την Ευρώπη και τον κόσμο: στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η στάση του σε εκείνα τα χρόνια τον έκανε να κερδίσει τις καρδιές των υπηκόων του. Λίγο μετά το τέλος του Πολέμου, το 1947, ήταν ο μονάρχης που παραχώρησε τελικά την ανεξαρτησία στη σημαντικότερη και μεγαλύτερη κτήση του θρόνου του, την Ινδία. Ο Γεώργιος έγινε ο τελευταίος μονάρχης της παλιάς εποχής, αλλά και ο πρώτος της νέας που ανοιγόταν. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1952, θα έφευγε από τη ζωή και η κόρη του Ελισάβετ θα γινόταν η μακροβιότερη βασίλισσα στην ιστορία του μακροβιότερου θρόνου. Εχοντας ζήσει από πρώτο χέρι τις αναταράξεις που προκάλεσε η προσωπική ζωή του θείου της, η Ελισάβετ θα ήταν από την πρώτη στιγμή και θα παρέμενε μέχρι και σήμερα εξαιρετικά ευαίσθητη στους κινδύνους που προκύπτουν από τα «αισθήματα» των μελών της βασιλικής οικογένειας.
«Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ». Για τους υπηκόους του, ο Γεώργιος ΣΤ’ υπήρξε ένας καλός και αγαπητός βασιλιάς. Ομως, η μνήμη των γενεών είναι ασθενής. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι, σήμερα, περισσότεροι είναι εκείνοι που τον θυμούνται όχι από την περίοδο της βασιλείας του και τα όσα συνέβησαν στα χρόνια του, αλλά από μία κινηματογραφική ταινία: το 2010, «Ο λόγος του βασιλιά» τον έφερε ξανά, έπειτα από εξήντα χρόνια στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος προκαλώντας κύματα προσωπικής συμπάθειας στο πρόσωπο του μονάρχη που ήρθε δύο φορές στη ζωή του αντιμέτωπος με τις πιο δύσκολες ώρες του θρόνου και της χώρας του. Συμπάθειας που την άξιζε ασφαλώς για τη δυσκολία του με τα προβλήματα ομιλίας, αλλά και για πολύ πιο σημαντικούς λόγους από εκείνους με τους οποίους τελικά ο κινηματογράφος σφράγισε τη μνήμη του.







