Τις τελευταίες ημέρες το περίγραμμα αυτού που πολλοί στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ αποκαλούν «νέο Ψυχρό Πόλεμο» έχει αρχίσει να εμφανίζεται – με απειλές και πυρηνικά όπλα που προσομοιάζουν με τον παλιό, ενισχυμένα από νέες δυναμικές, εν μέρει λόγω της ανόδου μιας πλούσιας και επεκτατικής Κίνας. Η αλλαγή ήταν προφανής καθώς ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξηγούσε την απόφασή του να αποσύρει τη χώρα του από τη Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (INF) με τη Ρωσία που ισχύει εδώ και 31 χρόνια – αφήνοντας να εννοηθεί ότι είναι έτοιμος να εμπλακεί σε έναν νέο ανταγωνισμό εξοπλισμών με τη Μόσχα και το Πεκίνο. Την ίδια ώρα το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανακοίνωνε κατηγορίες, για τρίτη φορά φέτος, εναντίον Ρώσων που θεωρείται ότι ενεπλάκησαν στις αμερικανικές εκλογές.
Οι προηγούμενες απόπειρες να πιεσθεί ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν να αλλάξει στρατηγική, τόσο στο θέμα των πυρηνικών όσο και του κυβερνοπολέμου, έχουν αποτύχει, παρατηρούν οι «New York Times». Στη διάρκεια της προεδρίας Ομπάμα, η δημοσιοποίηση των ρωσικών παραβιάσεων της INF το 2014 δεν επηρέασε καθόλου την ανάπτυξη όπλων από τη Μόσχα. Ούτε η απόφαση να χαρακτηρισθεί ο Πούτιν υπεύθυνος για την κυβερνοεπίθεση στην Εθνική Επιτροπή του Δημοκρατικού Κόμματος είχε αποτέλεσμα. Ομως και στις δύο υποθέσεις η Κίνα ελλοχεύει στο φόντο ως μια ισχυρή δύναμη που όμως δεν ήταν τόσο σημαντική στη διάρκεια του πρώτου Ψυχρού Πολέμου, ο οποίος ξεκινούσε καθώς ο Μάο ανακήρυσσε τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας. Και καθώς η Κίνα φαίνεται ότι είναι ο πραγματικός λόγος της απόφασης του Τραμπ για αποχώρηση από την πυραυλική συμφωνία με τη Ρωσία, νέες ανησυχίες δημιουργούνται σε μια Ευρώπη που ήδη δεν εμπιστεύεται καθόλου την εξωτερική και εμπορική πολιτική του Τραμπ με το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική».
Ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι η INF που υπογράφηκε το 1987 από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ άφησε την Κίνα ελεύθερη να φτιάξει το δικό της πυρηνικό και συμβατικό οπλοστάσιο. Και ίσως ως μέρος της προσπάθειας να εκτραπεί η συζήτηση για το εάν η Ρωσία επηρέασε το αποτέλεσμα των εκλογών του 2016, ο Τραμπ και ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς κατηγόρησαν και την Κίνα για ανάμιξη. Η κυβέρνηση Τραμπ χαρακτηρίζει τόσο τη Ρωσία όσο και την Κίνα ως «στρατηγικούς ανταγωνιστές» των Ηνωμένων Πολιτειών. Ομως όσον αφορά την αντιμετώπιση της προόδου των δύο αυτών χωρών στα πυρηνικά και την όλο και πιο καινοτόμο χρήση του κυβερνοπολέμου για να εξοντώσουν τους αντιπάλους τους, η μακροχρόνια στρατηγική του Τραμπ παραμένει μυστήριο. Είτε ήταν πραγματική είτε απλά διαπραγματευτικό κόλπο, η ανακοίνωση του Τραμπ ότι είναι έτοιμος, εάν χρειασθεί, να ξεκινήσει έναν φρενήρη ανταγωνισμό εξοπλισμών όπως εκείνον της δεκαετίας του ’50 είναι σίγουρο ότι θα προκαλέσει άλλη μια ρωγμή μεταξύ της Ουάσιγκτον και των ευρωπαίων συμμάχων της – δηλαδή, ακριβώς το είδος της διάσπασης μέσα στο ΝΑΤΟ που ο Πούτιν προσπαθεί να δημιουργήσει.
Οι περισσότεροι ευρωπαίοι ηγέτες – ιδιαίτερα οι Γερμανοί – πιστεύουν ότι άλλα οπλικά συστήματα είναι εκείνα που λειτουργούν αποτρεπτικά για τους Ρώσους, μεταξύ των οποίων πύραυλοι που εκτοξεύονται από το έδαφος και από αέρος. Για αυτούς, η απόφαση του Τραμπ να εγκαταλείψει μία από τις λίγες εναπομείνασες συμφωνίες ελέγχου των πυρηνικών όπλων ταιριάζει με το αφήγημα «Πρώτα η Αμερική» εις βάρος υφιστάμενων συμμαχιών όπως το ΝΑΤΟ. Και είναι η τελευταία σε μια σειρά αποχωρήσεων από συμφωνίες όπως η κλιματική συνθήκη του Παρισιού και η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας χαρακτήρισε την απόφαση του Τραμπ «λυπηρή», σημειώνοντας ότι «θέτει δύσκολα ερωτήματα για εμάς και για την Ευρώπη», μια και οι Ευρωπαίοι είναι εκείνοι που βρίσκονται μέσα στο βεληνεκές των ρωσικών πυραύλων, και όχι οι Αμερικανοί.
H συνάντηση
Μια «ενδιαφέρουσα»,{ARXTR} σύμφωνα με το Κρεμλίνο, συνάντηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν είχε χθες στη Μόσχα ο Τζον Μπόλτον, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ. Οι δύο άνδρες είχαν μακρά συζήτηση για τη Συνθήκη για τα Πυρηνικά Οπλα Μέσου Βεληνεκούς, με τον Μπόλτον να σημειώνει πως η επίσημη ενημέρωση για την αποχώρηση των ΗΠΑ από αυτήν θα γίνει «εν ευθέτω χρόνω» και πως η Ουάσιγκτον απέχει ακόμα πολύ από το να λάβει αποφάσεις για την ανάπτυξη πυραύλων στην Ευρώπη. Ο σύμβουλος του αμερικανού προέδρου διαβίβασε και μια προειδοποίηση στον ρώσο πρόεδρο: «Μην μπλέκεστε με τις αμερικανικές εκλογές». Τραμπ και Πούτιν, πάντως, συμφώνησαν επί της αρχής να συναντηθούν στο Παρίσι στις 11 Νοεμβρίου, στο περιθώριο των εορτασμών για την 100ή επέτειο από τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.