Η συζήτηση σχετικά με την υπό όρο απόλυση καταδίκων επιβάλλει ορισμένες επισημάνσεις. Κύριος άξονας ο εξορθολογισμός του συστήματος και η ενίσχυση των όρων εμπιστοσύνης στους θεσμούς.

Παρατήρηση πρώτη: Σε περιπτώσεις βαριάς εγκληματικότητας, ο θεσμός τής υπό όρο απόλυσης δεν πρέπει να αντιστρατεύεται τους σκοπούς της ποινής. Λογικές ελάφρυνσης του σωφρονιστικού συστήματος δεν έχουν θέση σε ιδιαίτερα μεγάλες ποινές. Λογικές επιείκειας πρέπει να εφαρμόζονται ισόρροπα (π.χ. με αξιοποίηση του θεσμού της κατ’ οίκον έκτισης με επιτήρηση). Τέλος, περιπτώσεις υγείας πρέπει βεβαίως να αντιμετωπίζονται με σεβασμό στην αξία κάθε ανθρώπου. Καταρχήν όμως σε ειδικές δομές εντός του σωφρονιστικού συστήματος. Εφόσον αυτό δεν είναι εφικτό, η απόλυση πρέπει να λαμβάνεται και να συνοδεύεται με επαρκείς εγγυήσεις για αποτροπή καταχρήσεων. Φυσικά και εδώ είναι χρήσιμη η αξιοποίηση του θεσμού τής κατ’ οίκον έκτισης εάν το κράτος δεν έχει κατάλληλες δομές.

Παρατήρηση δεύτερη: Η απόφαση απόλυσης λαμβάνεται από δικαστικό όργανο. Φέρει το κύρος του θεσμού που την εκδίδει. Επομένως, είναι αυτονόητο ότι πρέπει να δίνουμε στους δικαστές την εξουσία να εκτιμούν οι ίδιοι τα ουσιαστικά κριτήρια του νόμου και να αξιοποιούν κάθε πρόσφορο μέσο για να διαπιστώνουν εάν συντρέχουν οι όροι απόλυσης. Δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται τα δικαστικά συμβούλια ως γραφειοκρατικά σώματα. Φυσικά, και ο δικαστής σφάλλει. Αλλά αυτή η νομοτέλεια δεν αντιμετωπίζεται όταν ο νόμος υποκαθιστά τη δικαστική κρίση (ορίζοντας π.χ. ότι η κρίση ενός διοικητικού οργάνου για συγκεκριμένο ποσοστό αναπηρίας επαρκεί για την απόλυση). Αντιμετωπίζεται όταν εξοπλίζουμε το δικαστικό σώμα με την αναγκαία επιστημονική υποβοήθηση, με την οργάνωση συστημάτων συλλογικής αξιολόγησης και βελτίωσης των δικαστικών πρακτικών κ.λπ. Και με τη δημόσια και την επιστημονική κριτική.

Παρατήρηση τρίτη: Δεν πρέπει να παρασυρθούμε σε λογική αύξησης των ποινών. Είμαστε από τις πλέον αυστηρές χώρες της ΕΕ σε θέματα οικονομικής εγκληματικότητας. Και από τις ελάχιστες που ποινικοποιούν σε τέτοια έκταση διοικητικής φύσης αδικήματα. Διότι θεωρούμε το ποινικό σύστημα υποκατάστατο των αποτυχημένων διοικητικών δομών. Εξάλλου, ο πληθωρισμός των ποινών δημιουργεί φαύλο κύκλο. Οδηγεί σε αντισταθμιστική επιείκεια στο στάδιο της έκτισης και εκείνη, με τη σειρά της, σε περαιτέρω αυστηροποίηση στο στάδιο επιβολής της ποινής. Με αμφότερα, όπως έχει δείξει η συνάδελφος Τόνια Τζαννετάκη, να συγκροτούν ένα παράλληλο σύστημα ποινών.

Ο Νίκος Ι. Παπασπύρου είναι επίκουρος καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ