Τίποτε δεν προμήνυε την ανατροπή στις ελληνορωσικές σχέσεις όταν στις 12 Ιουνίου ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών πραγματοποιούσε επίσκεψη εργασίας στη Μόσχα. Εναν σχεδόν μήνα μετά απελάθηκαν δύο μέλη της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα και απαγορεύτηκε η είσοδος σε δύο ρώσους πολίτες. Και πάλι, έναν μήνα μετά, η Μόσχα ανταπέδωσε απελαύνοντας τον όγδοο και τον ένατο τη τάξει του προσωπικού του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών στην πρεσβεία μας στη Μόσχα και απαγορεύοντας την είσοδο στη χώρα σε στενό συνεργάτη του έλληνα υπουργού Εξωτερκών.

Η Μόσχα έκανε λόγο για αντιρωσικές ενέργειες, ενώ στην Αθήνα εκτιμήθηκε ότι η ρωσική αντίδραση ήταν ασύμμετρη. Σε στιγμές κορύφωσης μιας αντιπαράθεσης, οι χαρακτηρισμοί έχουν υψηλούς τόνους. Η αποστασιοποίηση όμως από το σημείο βρασμού θα δώσει την ευκαιρία σε Αθήνα και Μόσχα να σταθμίσουν με σοβαρότητα την ολίσθηση των σχέσεών τους σε σκοτεινά πεδία.

Ειδικά η Ρωσία οφείλει να δείχνει σεβασμό απέναντι στην Ελλάδα, η οποία έχει δείξει ανοχή τόσο στη ρωσική δραστηριότητα μέσα στην ίδια την ελληνική επικράτεια όσο και στη διατύπωση επίσημων ρωσικών κρίσεων για τη διακρατική συμφωνία Ελλάδας – ΠΓΔΜ. Πράγμα για το οποίο, για κανέναν λόγο, δεν νομιμοποιείται να ασκεί κριτική. Ιδιαίτερα όταν είναι πασίδηλο ότι η ενόχληση της Ρωσίας για την προσέγγιση Αθήνας – Σκοπίων οφείλεται στην προοπτική ελάττωσης της επιρροής της στον χώρο της Βαλκανικής.

Η Ρωσία είχε ελπίσει πως, αλώνοντας την ασταθή ΠΓΔΜ και σύροντας την παραδοσιακή της φίλη Σερβία στη σφαίρα της δικής της επιρροής, θα κατόρθωνε να επιμηκύνει τον άξονα αυτόν προς την Ελλάδα. Την Ελλάδα που, παρά τους πολύ προσεκτικούς χειρισμούς της στην υπόθεση Σκριπάλ, τήρησε φιλική στάση προς τη Μόσχα. Η τελευταία όμως, αλαζονικά, δεν θέλησε να ακούσει τη δυσαρέσκεια της Αθήνας.

Ισως η Ρωσία, λόγω μεγέθους, ισχύος και συμμαχίας της με άλλους ισχυρούς της περιοχής, πιστεύει ότι οι μικροί το δέμας θα δεχθούν αγόγγυστα τις επεμβάσεις της στα εσωτερικά τους. Αντίληψη που δεν περιορίζεται στο πολιτικό πεδίο αλλά εκτείνεται και στο εκκλησιαστικό. Με μοχλό την Εκκλησία της Μόσχας που, μετά την παλινόρθωσή της, συνεργεί με την πολιτική εξουσία εξυπηρετώντας τόσο τις δικές τις μεγαλοϊδεατικές βλέψεις εις βάρος του πρωτόθρονου Οικουμενικού Πατριαρχείου και του ανά τον κόσμο ποιμνίου του, όσο και τις βλέψεις του Κρεμλίνου για την εξάπλωση της σκιάς του σε χώρες όπου θα μπορούσε να εξακολουθεί να έχει φίλους.

Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή