Η αναζήτηση ζωής έξω από το ηλιακό μας σύστημα έκανε ίσως το πιο αποφασιστικό της βήμα. Ομάδα αστρονόμων από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, σε συνεργασία με τη NASA, ανακοίνωσε την ανίχνευση χημικών ουσιών που θεωρούνται μέχρι σήμερα η πιο αξιόπιστη ένδειξη βιολογικής δραστηριότητας σε άλλον πλανήτη. Το εύρημα αφορά τον εξωπλανήτη K2-18 b και χαρακτηρίζεται από τους ίδιους τους ερευνητές ως το πιο «υποσχόμενο» σήμα ζωής που έχει εντοπιστεί ποτέ.
Ο K2-18 b βρίσκεται σε απόσταση περίπου 124 ετών φωτός από τη Γη και είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τον πλανήτη μας: έχει περίπου 2,6 φορές μεγαλύτερη ακτίνα και 8,6 φορές μεγαλύτερη μάζα. Το πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι ότι κινείται εντός της λεγόμενης κατοικήσιμης ζώνης του άστρου του, όπου οι θερμοκρασίες θα μπορούσαν –τουλάχιστον θεωρητικά– να επιτρέπουν την ύπαρξη υγρού νερού.
Οι πρώτες ενδείξεις ότι πρόκειται για έναν «ενδιαφέροντα» κόσμο είχαν προκύψει ήδη από προηγούμενες παρατηρήσεις του Διαστημικού Τηλεσκοπίου James Webb. Τότε είχαν ανιχνευθεί στην ατμόσφαιρά του μόρια όπως το μεθάνιο και το διοξείδιο του άνθρακα, στοιχεία που συνδέονται με χημικές διεργασίες φιλικές προς τη ζωή. Η νέα μελέτη, όμως, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα.
Οι επιστήμονες εντόπισαν την παρουσία δύο εξαιρετικά σπάνιων μορίων: του διμεθυλοσουλφιδίου (DMS) και του δισουλφιδίου του διμεθυλίου (DMDS). Στη Γη, αυτές οι ουσίες παράγονται σχεδόν αποκλειστικά από βιολογικές διεργασίες, κυρίως από μικροοργανισμούς στους ωκεανούς. Η ανίχνευσή τους σε έναν εξωπλανήτη θεωρείται εξαιρετικά σημαντική, καθώς δύσκολα εξηγείται από γνωστές μη βιολογικές χημικές διαδικασίες.
Το στοιχείο που κάνει το εύρημα ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι η στατιστική του αξιοπιστία. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η πιθανότητα οι συγκεκριμένες ενδείξεις να οφείλονται σε τυχαίο θόρυβο των δεδομένων είναι μόλις 0,3%. Με απλά λόγια, τα δεδομένα «δείχνουν» έντονα προς την κατεύθυνση της πραγματικής παρουσίας αυτών των μορίων στην ατμόσφαιρα του πλανήτη.
Παρά τον ενθουσιασμό, οι επιστήμονες κρατούν προσεκτική στάση. Δεν μιλούν για οριστική απόδειξη ζωής, καθώς πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο άγνωστων, μη βιολογικών χημικών μηχανισμών που θα μπορούσαν να παράγουν παρόμοια μόρια. Η επιστήμη, άλλωστε, απαιτεί επαναληψιμότητα και επιβεβαίωση από ανεξάρτητες παρατηρήσεις.
Ωστόσο, η σημασία της ανακάλυψης είναι τεράστια. Για πρώτη φορά, η ανθρωπότητα διαθέτει ένα εξαιρετικά ισχυρό βιοϋπογραφικό σήμα σε έναν μακρινό κόσμο, ανιχνευμένο με τεχνολογία αιχμής. Το επόμενο βήμα θα είναι πιο λεπτομερείς παρατηρήσεις, που ίσως επιβεβαιώσουν αν ο K2-18 b είναι πράγματι ένας πλανήτης καλυμμένος από ωκεανούς, κάτω από μια πυκνή, πλούσια σε υδρογόνο ατμόσφαιρα.
Αν τελικά αποδειχθεί ότι εκεί, 124 έτη φωτός μακριά, υπάρχει ζωή –έστω και μικροβιακή–, τότε δεν θα μιλάμε απλώς για μια επιστημονική ανακάλυψη, αλλά για μια βαθιά αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη θέση μας στο Σύμπαν.







