Ανατριχίλα προκαλούν οι αποκαλύψεις γύρω από την υπόθεση Δανού δότη σπέρματος, ο οποίος μετέδωσε σε δεκάδες παιδιά μια σοβαρή γενετική μετάλλαξη που αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Το σπέρμα του συγκεκριμένου άνδρα χρησιμοποιήθηκε σε 14 χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, με αποτέλεσμα να γεννηθούν τουλάχιστον 197 παιδιά.

Η υπόθεση έφερε στο φως τη ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας δωρεάς σπέρματος στην Ευρώπη, η οποία εξελίσσεται σε μια ιδιαίτερα κερδοφόρα αγορά. Σύμφωνα με το BBC, η ευρωπαϊκή αγορά σπέρματος αναμένεται να ξεπεράσει τα 2 δισ. λίρες έως το 2033, με τη Δανία να αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς παγκοσμίως.

Η έλλειψη διαθέσιμων δοτών καθιστά το σπέρμα «πολύτιμο αγαθό», με τις τράπεζες σπέρματος να μεγιστοποιούν τη χρήση κάθε δότη, όπως επισημαίνει η Sarah Norcross από το Progress Educational Trust. Οι δότες επιλέγονται αυστηρά, ωστόσο οι κανονισμοί διαφέρουν από χώρα σε χώρα, επιτρέποντας στο ίδιο γενετικό υλικό να χρησιμοποιείται παράλληλα σε πολλές χώρες.

Το «σπέρμα των Βίκινγκ»

Η Δανία έχει αποκτήσει φήμη για το λεγόμενο «σπέρμα των Βίκινγκ», χάρη στη μεγάλη προσφορά, την κοινωνική αποδοχή της δωρεάς και τα επιθυμητά φυσικά χαρακτηριστικά των δοτών. Ωστόσο, η απουσία ενιαίων ευρωπαϊκών κανόνων δημιουργεί συνθήκες όπου ένας μόνο δότης μπορεί νόμιμα να αποκτήσει εκατοντάδες απογόνους, συχνά χωρίς να το γνωρίζει.

Μετά την αποκάλυψη της συγκεκριμένης υπόθεσης, αυξάνονται οι φωνές που ζητούν αυστηρότερους περιορισμούς και τη δημιουργία πανευρωπαϊκού μητρώου δοτών σπέρματος. Όπως δήλωσε ο Βέλγος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο κλάδος μοιάζει πλέον με «Άγρια Δύση», με την αρχική αποστολή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής να έχει μετατραπεί σε μια ανεξέλεγκτη βιομηχανία.

Ειδικοί προειδοποιούν ότι, πέρα από τους ιατρικούς κινδύνους, προκύπτουν σοβαρά ηθικά ζητήματα για τα παιδιά και τους δότες, ειδικά σε μια εποχή όπου τα τεστ DNA και τα κοινωνικά δίκτυα καθιστούν ολοένα και δυσκολότερη την ανωνυμία.