Νέα κινεζική έρευνα ρίχνει φως στη σύνθετη σχέση ανάμεσα στην παχυσαρκία, τη διαλειμματική νηστεία και τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος επικοινωνεί με το έντερο. Η μελέτη δείχνει ότι η διαλειμματική ενεργειακή περιοριστική διατροφή (Intermittent Energy Restriction – IER) δεν συμβάλλει μόνο στην απώλεια βάρους, αλλά προκαλεί και σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του εγκεφάλου και στη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι μεταβολές αυτές φαίνεται να αλληλεπιδρούν διαρκώς, αποκαλύπτοντας έναν στενό «διάλογο» μεταξύ εγκεφάλου και εντέρου.
Τα ευρήματα της μελέτης
Στην έρευνα συμμετείχαν 25 εθελοντές με παχυσαρκία, οι οποίοι ακολούθησαν αυστηρό πρόγραμμα διατροφής IER διάρκειας 62 ημερών. Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος, οι συμμετέχοντες έχασαν κατά μέσο όρο 7,6 κιλά – περίπου το 7,8% του σωματικού τους βάρους – επιβεβαιώνοντας την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων περιοδικής νηστείας.
Πέρα από την απώλεια βάρους, οι επιστήμονες κατέγραψαν αξιοσημείωτες νευρολογικές και μικροβιολογικές αλλαγές. Μέσω λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI), εντόπισαν διαφοροποιήσεις στη δραστηριότητα εγκεφαλικών περιοχών που σχετίζονται με την όρεξη και τον εθισμό, όπως η κάτω μετωπιαία οφθαλμική έλικα. Παράλληλα, οι αναλύσεις αίματος και κοπράνων αποκάλυψαν ότι συγκεκριμένα βακτήρια του εντέρου μεταβάλλονταν σε συγχρονισμό με τις εγκεφαλικές αλλαγές.
Ο άξονας εγκεφάλου–εντέρου–μικροβιώματος
Οι ερευνητές τονίζουν ότι, αν και δεν έχει αποσαφηνιστεί αν το έντερο επηρεάζει τον εγκέφαλο ή το αντίστροφο, η αμφίδρομη σχέση τους είναι δεδομένη. Όπως επισημαίνει ο ερευνητής Qiang Zeng, τα ευρήματα δείχνουν ότι η IER «αλλάζει τον άξονα εγκεφάλου–εντέρου–μικροβιώματος», με τις μεταβολές να είναι δυναμικές και στενά συνδεδεμένες χρονικά.
Ορισμένα βακτήρια, όπως τα Coprococcus comes και Eubacterium hallii, εμφάνισαν αρνητική συσχέτιση με τη δραστηριότητα στην εγκεφαλική περιοχή που σχετίζεται με τον αυτοέλεγχο και την εκτελεστική λειτουργία. Το εύρημα αυτό μπορεί να εξηγήσει αλλαγές στη συμπεριφορά πρόσληψης τροφής.
Η ιατρική επιστήμονας Xiaoning Wang σημειώνει ότι το μικροβίωμα επικοινωνεί με τον εγκέφαλο μέσω νευρικών οδών και της κυκλοφορίας του αίματος, παράγοντας νευροδιαβιβαστές και ουσίες με νευροτοξική ή νευροενισχυτική δράση. Από την άλλη πλευρά, ο εγκέφαλος ρυθμίζει την όρεξη, ενώ τα θρεπτικά συστατικά που προσλαμβάνονται επηρεάζουν τη σύνθεση του μικροβιώματος.
Έτσι, η διαλειμματική νηστεία φαίνεται να δρα σε ένα πολύπλοκο βιολογικό δίκτυο, όπου κάθε διατροφική αλλαγή μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις στην ψυχολογία, τη συμπεριφορά και τον μεταβολισμό.
Προοπτικές για νέες θεραπείες
Με περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο άτομα παγκοσμίως να αντιμετωπίζουν παχυσαρκία, η ανάγκη για αποτελεσματικές λύσεις είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Η εις βάθος κατανόηση της σχέσης εγκεφάλου–εντέρου ενδέχεται να ανοίξει τον δρόμο για νέες μορφές θεραπείας, στοχεύοντας συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές ή συγκεκριμένα βακτήρια του εντέρου.
Όπως υπογραμμίζει ο Liming Wang, «το επόμενο βήμα είναι να αποσαφηνίσουμε με ακρίβεια τους μηχανισμούς επικοινωνίας ανάμεσα στο μικροβίωμα και τον εγκέφαλο», ώστε να εντοπιστούν οι κρίσιμες αλληλεπιδράσεις που καθορίζουν τη μακροπρόθεσμη επιτυχία στην απώλεια βάρους.







