Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ κατέθεσε χθες, Τετάρτη, προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, ζητώντας του να αποφανθεί άμεσα για το ζήτημα των τελωνειακών δασμών που επέβαλε ο Αμερικανός πρόεδρος μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο. Οι δασμοί αυτοί είχαν κριθεί παράνομοι από εφετείο, προκαλώντας σημαντικές αντιδράσεις.

Σύμφωνα με την προσφυγή της, η κυβέρνηση Τραμπ ζητά από το Ανώτατο Δικαστήριο να δηλώσει μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου αν προτίθεται να εξετάσει το θέμα. Σε περίπτωση θετικής απόφασης, η κυβέρνηση αιτείται τη διεξαγωγή ακροαματικών συνεδριάσεων έως τις αρχές Νοεμβρίου, τονίζοντας τον επείγοντα χαρακτήρα του ζητήματος.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης κινήθηκε κατά της απόφασης του ομοσπονδιακού εφετείου, που εκδόθηκε στις 29 Αυγούστου, σύμφωνα με την οποία ο πρόεδρος είχε υπερβεί τα όρια των εξουσιών του. Αφορμή στάθηκε η επίκληση ενός νόμου του 1977, γνωστού ως Νόμος περί Εκτάκτων Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών, για την επιβολή των συγκεκριμένων δασμών.

Όπως επισημαίνει ο Ντ. Τζον Σάουερ, αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης που εκπροσωπεί την κυβέρνηση ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, «Τα διακυβεύματα στην υπόθεση αυτή δεν θα μπορούσαν να είναι υψηλότερα». Υποστηρίζει δε πως η διατήρηση των δασμών συνδέεται με την ενίσχυση της ειρήνης και της οικονομικής ευημερίας στη χώρα, ενώ η αναίρεση της δασμολογικής εξουσίας, σύμφωνα με τον ίδιο, «θα εξέθετε το έθνος μας σε εμπορικά αντίποινα χωρίς αποτελεσματική άμυνα και θα έφερνε την Αμερική στο χείλος της οικονομικής καταστροφής».

Στάση μικρών επιχειρήσεων και αντίλογος

Εν τω μεταξύ, οι συνήγοροι των μικρών επιχειρήσεων που είχαν κινηθεί κατά των δασμών, δεν διαφωνούν με την προσφυγή της κυβέρνησης για επανεξέταση από το Ανώτατο Δικαστήριο. Όπως ανέφερε ο Τζέφρι Σουάμπ του Liberty Justice Center, παραμένουν «πεπεισμένοι πως η θέση τους θα υπερισχύσει», επισημαίνοντας παράλληλα τις αρνητικές επιπτώσεις των δασμών στις μικρές επιχειρήσεις.

«Αυτοί οι παράνομοι δασμοί προκαλούν σοβαρή βλάβη στις μικρές επιχειρήσεις και θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωσή τους. Ελπίζουμε για τους πελάτες μας σε μια ταχεία επίλυση αυτής της υπόθεσης», δήλωσε ο Σουάμπ, εκφράζοντας την αγωνία του κλάδου για την έκβαση της δικαστικής αντιπαράθεσης.