Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ βάζει ξανά στο στόχαστρό της το καθεστώς της Τεχεράνης, επαναφέροντας την εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» προς το Ιράν. Οταν ο Τραμπ αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο το 2021, οι εξαγωγές αργού πετρελαίου του Ιράν είχαν σημειώσει μεγάλη κάμψη και έκλεισαν το 2020 με λιγότερα από 400.000 βαρέλια την ημέρα.
Κατά τη διάρκεια της θητείας Μπάιντεν, όμως, οι εξαγωγές του Ιράν αυξήθηκαν σημαντικά. Το Ιράν ολοκλήρωσε το 2024 με εξαγωγές περίπου 1,5 εκατ. βαρελιών ημερησίως. Τι σημαίνουν όμως οι νέες κυρώσεις στο Ιράν για την αγορά των τάνκερ;
Οι κυρώσεις των ΗΠΑ εναντίον του Ιράν δεν είναι ένα πρόσφατο φαινόμενο. Πίσω στο 1979, ο τότε πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ επέβαλε κυρώσεις κατά της Τεχεράνης μετά την κατάληψη που πραγματοποίησαν ιρανοί φοιτητές στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τεχεράνη, κρατώντας υπαλλήλους της πρεσβείας σε καθεστώς ομηρείας. Οι κυρώσεις άρθηκαν το 1981 για την απελευθέρωση των ομήρων.
Το 1983, ο Ρόναλντ Ρίγκαν επανέφερε τις κυρώσεις κατά του Ιράν επιβάλλοντας εμπάργκο όπλων στη χώρα εν μέσω του πολέμου Ιράν – Ιράκ και τις επέκτεινε περαιτέρω το 1987. Η κυβέρνηση του Μπιλ Κλίντον επέβαλε ιδιαίτερα σκληρές κυρώσεις στο Ιράν, ως απάντηση στο περιβόητο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, ενώ το 1995 διέκοψε ολοκληρωτικά κάθε εμπορική σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν.
Στη θητεία του υιού Τζορτζ Γ. Μπους, οι κυρώσεις κατά του Ιράν έγιναν ακόμα αυστηρότερες, ενώ η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα συνέχισε την ίδια πολιτική σε πρώτο χρόνο. Το 2015, έπειτα από χρόνια διαπραγματεύσεων, ήρθε η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που έφερε την άρση σημαντικού μέρους κυρώσεων.
Με την εξέλιξη αυτή, η παραγωγή και οι εξαγωγές πετρελαίου από το Ιράν είδαν κατακόρυφη αύξηση, με τις ημερήσιες εξαγωγές να φτάνουν τα 2,5 εκατ. βαρέλια το διάστημα από τον Ιανουάριο του 2016 έως τον Μάιο του 2018. Κίνα και Ινδία αποτέλεσαν τους μεγαλύτερους αγοραστές ιρανικού πετρελαίου εκείνο το διάστημα, με ιρανικά και μη τάνκερ.
Η επαναφορά κυρώσεων από την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, τον Μάιο του 2018, έφερε ξανά στην επιφάνεια έναν «σκιώδη στόλο», που τότε αποτελούνταν από 200-250 τάνκερ, τα οποία εξυπηρετούσαν το Ιράν και τη Βενεζουέλα στις εξαγωγές πετρελαίου.
Από το 2022, αυτός ο σκιώδης στόλος έχει αυξήσει σημαντικά το μέγεθός του, ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η Ρωσία χρησιμοποιεί έκτοτε τα ίδια τάνκερ για την εξαγωγή του δικού της πετρελαίου. Ο σκιώδης στόλος εκτιμάται ότι αποτελείται σήμερα από 600-1.000 καράβια.
Η Κίνα και η Ινδία συνεχίζουν να αγοράζουν τόσο το ιρανικό όσο και το ρωσικό πετρέλαιο, αλλά επιδεικνύουν ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά τη χρήση τάνκερ που βρίσκονται στο στόχαστρο των αμερικανικών κυρώσεων. Από το 2024, ο αριθμός των εν λόγω τάνκερ έχει αυξηθεί σημαντικά, μειώνοντας έτσι το μέγεθος του σκιώδους στόλου που δεν υπόκειται σε κυρώσεις.
Το ερώτημα
Η Κίνα αποτελεί την προτιμητέα αγορά για το Ιράν, καθώς ορισμένα «ανεξάρτητα» από το Πεκίνο κινεζικά διυλιστήρια επεξεργάζονται με μεγάλη προθυμία το φθηνό ιρανικό πετρέλαιο. Ωστόσο, στον τελευταίο γύρο κυρώσεων πριν από μία εβδομάδα, η αρμόδια Αρχή των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις σε συγκεκριμένο διυλιστήριο στην περιφέρεια Σαντόνγκ της Κίνας που επεξεργαζόταν ιρανικό αργό πετρέλαιο. Το ερώτημα είναι αν η πίεση από την Ουάσιγκτον θα φέρει αλλαγές στην πολιτική των εν λόγω διυλιστηρίων, αλλά και ποια θα είναι η στάση που θα διατηρήσει η κινεζική κυβέρνηση.
Αν το Πεκίνο αποφασίσει να πιέσει τα διυλιστήρια ώστε να σταματήσουν την επεξεργασία ιρανικού πετρελαίου, η Τεχεράνη θα πιεστεί ιδιαίτερα για να διαθέσει το πετρέλαιο, μειώνοντας περαιτέρω τις τιμές. Μια πιθανή νέα μείωση στις εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν θα δημιουργήσει «πεδίον δόξης λαμπρόν» για άλλες χώρες-παραγωγούς της Μέσης Ανατολής και της Δυτικής Αφρικής. Κάτι τέτοιο θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίες στις μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες που διαχειρίζονται τάνκερ.







