Την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ έμπαινε θριαμβευτικά για δεύτερη φορά στον Λευκό Οίκο, η Γερμανία ζούσε τη δική της «ιστορική» στιγμή.
Στο Βερολίνο, το βράδυ της Τετάρτης παίχτηκε η τελευταία πράξη ενός δράματος με κατάληξη ένα αναμενόμενο μεν, αλλά απροσδόκητα τραυματικό, διαζύγιο των τριών εταίρων στην κεντροαριστερή κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς.
Ο συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων πέρασε στην ιστορία, μετά την απόφαση καγκελάριου να εκπαραθυρώσει τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.
Από την περασμένη Τετάρτη ξεκίνησε στη Γερμανία ο προεκλογικός αγώνας. Θα είναι σύντομος.
Το αργότερο στα τέλη Μαρτίου θα στηθούν οι κάλπες για τις πρόωρες εκλογές. Αλλά θα είναι σκληρός. Ο τρόπος που διαλύθηκε η τρικομματική κυβέρνηση, οι πολιτικές επιθέσεις και οι προσωπικές αιχμές που αντάλλαξαν ο, ακόμα, καγκελάριος Ολαφ Σολτς με τον, τέως πλέον, υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ προοιωνίζονται μία σκληρή προεκλογική μάχη χωρίς ενδοιασμούς και αναστολές, ακόμα και από εκείνους που είναι η προσωποποίηση της συγκράτησης και της μετριοπάθειας.
Ο Ολαφ Σολτς. Παράδειγμα, ο Ολαφ Σολτς. Το βράδυ της κρίσιμης Τετάρτης, όταν ο καγκελάριος ανακοίνωσε την αποπομπή του υπουργού Οικονομικών, για να προλάβει μία «ηρωική έξοδο» του Λίντνερ από τον «μισητό» κυβερνητικό συνασπισμό, ο Σολτς ανακάλυψε τις ρητορικές του ικανότητες εξαπολύοντας μία άνευ προηγουμένου επίθεση στον μέχρι πρότινος κυβερνητικό του εταίρο, Κρίστιαν Λίντνερ. Ακούγοντας τον Σολτς, το εύλογο ερώτημα ήταν πώς μπόρεσε να συγκρατηθεί τρία ολόκληρα χρόνια απέναντι σε έναν υπουργό με «αναξιοπρεπή» και «ανεύθυνη» συμπεριφορά, που «μπλοκάριζε συμφωνημένα νομοσχέδια» και επιδιδόταν σε «μικροκομματικούς τακτικισμούς». Λίγο αργότερα, ο Σολτς έγινε δεκτός με θερμά χειροκροτήματα από τους βουλευτές του SPD που είδαν έναν καγκελάριο με πυγμή, ακριβώς όπως θα τον ήθελαν τρία χρόνια τώρα.
Ο τρικομματικός συνασπισμός SPD – Πρασίνων – FDP δεν ήταν γάμος από αγάπη, αλλά από ανάγκη.
Ηταν μία ετερόκλητη ιδεολογικά και πολιτικά συμμαχία, η οποία στους δύο πρώτους μήνες κλήθηκε να διαχειριστεί τη μεγαλύτερη πρόκληση της σημερινής εποχής, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία, που ανέτρεψε όλα τα δεδομένα του κυβερνητικού προγράμματος των τριών εταίρων. Η πιεστική ανάγκη διαχείρισης ενός πολέμου στο κέντρο της Ευρώπης, με την ενεργειακή ασφυξία που προκάλεσε στη γερμανική οικονομία το τέλος του ρωσικού φυσικού αερίου, δεν άφησε περιθώρια για επαναδιαπραγμάτευση της κυβερνητικής συμφωνίας.
«Βεβαίως η κοκκινο-πρασινο-κίτρινη κυβέρνηση ήταν μία δύσκολη συμμαχία σε δύσκολους καιρούς.
Και όλοι έβλεπαν ότι και εμείς δεν κάναμε τη ζωή μας εύκολη», διαπιστώνει τώρα ο αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ. «Αλλά δεν πρέπει εκ των υστέρων να κάνουμε την ήδη απαιτητική σημερινή κατάσταση ακόμα δυσκολότερη μιλώντας διαρκώς για την ιστορία του κυβερνητικού συνασπισμού», λέει ο Χάμπεκ. Τον ενδιαφέρει περισσότερο το μέλλον, θα είναι υποψήφιος καγκελάριος των Πρασίνων στις εκλογές.
Ο Κρίστιαν Λίντνερ. Ο Κρίστιαν Λίντνερ, από την άλλη, είναι από την περασμένη Τετάρτη μόνον πρόεδρος του κεντρώου κόμματος των Φιλελευθέρων.
«Καλύτερα να μην κυβερνάς, παρά να κυβερνάς κακά» είχε πει το 2017, όταν οδήγησε σε ναυάγιο τη διαπραγμάτευση με τη Μέρκελ για μία συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων – Πρασίνων.
Τώρα δηλώνει ότι θέλει να ξαναγίνει υπουργός Οικονομικών, αλλά με άλλη κυβερνητική σύνθεση. Ακολουθεί το παλιό για το FDP παιχνίδι αλλαγής στρατοπέδου.
Το 1966 το FDP εγκατέλειψε την κυβέρνηση του καγκελάριου Λούντβιγκ Ερχαρτ, τον οποίο διαδέχτηκε ο χριστιανοδημοκράτης Γκέοργκ Κίζινγκερ με τον σοσιαλδημοκράτη Βίλι Μπραντ. Το 1982 το FDP άλλαξε πάλι στρατόπεδο εγκαταλείποντας τη συγκυβέρνηση με τον σοσιαλδημοκράτη Χέλμουτ Σμιντ για να κάνει καγκελάριο τον χριστιανοδημοκράτη Χέλμουτ Κολ. Τότε οι Φιλελεύθεροι ήταν ακόμη το κόμμα-κλειδί που ανεβοκατέβαζε καγκελάριους στη Γερμανία. Σήμερα δεν είναι πλέον.
Η τρικομματική κυβέρνηση του Σολτς ήταν η πρώτη αυτού του είδους σε ομοσπονδιακό επίπεδο στη Γερμανία. Δεν θα είναι η τελευταία με τη ρευστότητα που χαρακτηρίζει σήμερα την κομματική γεωγραφία. Στη νέα αυτή πραγματικότητα ταιριάζει και η προχθεσινή διαπίστωση του προέδρου της Δημοκρατίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ: «Το τέλος ενός κυβερνητικού συνασπισμού δεν είναι το τέλος του κόσμου».