Βρισκόμαστε παγκοσμίως στον μήνα μαύρης ιστορίας. Μια χειρονομία που συνιστά τη μελέτη, την επισήμανση και τον επαναπροσδιορισμό της μαύρης κουλτούρας μέσα από τις κοινότητες, την ιστορία και τις διεκδικήσεις της. Από αυτό το ευρύ πλαίσιο δεν θα μπορούσε να λείπει η λογοτεχνία, η οποία πάντως δεν είναι ομοιόμορφη μέσα στον χρόνο, καθότι ζώσα και συνεχώς εξελισσόμενη.

Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος συμβάλλει στην κατανόηση μεταξύ των πολιτισμών και προσκαλεί το αναγνωστικό κοινό να διαβάσει τη μαύρη λογοτεχνία. Η Δανειστική Συλλογή εμπλουτίστηκε με βιβλία συγγραφέων αφρικανικής καταγωγής, μεταφρασμένα και στην ελληνική γλώσσα, ενώ η προβολή της συλλογής θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη Απριλίου. Η ΕΒΕ ολοκλήρωσε το έργο με τίτλο «Εμείς, οι Αφροέλληνες: η μαύρη λογοτεχνία ως γέφυρα πολιτισμών», το οποίο υλοποιήθηκε με υποτροφία του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Εθνικών Βιβλιοθηκονόμων (CENL).

Επίσης μια σειρά από podcasts (σε επιμέλεια της Θάλειας Καραμολέγκου) βρίσκεται στο επίσημο κανάλι της ΕΒΕ στο YouΤube και στο Spotify καθώς και στις οθόνες προβολής της Δανειστικής Συλλογής στο ισόγειο της ΕΒΕ. Εκεί ακούμε τη μεταφράστρια και συγγραφέα Κατερίνα Σχινά, τον μεταφραστή Αλέξη Καλοφωλιά, την κοινωνική ανθρωπολόγο και περφόρμερ Γκρέις Νουόκε, τα μέλη του ΔΣ του Συλλόγου Μεικτής Οικογένειας «Πελαργός», Ερση Κολύρη και Ελένη Αθανασοπούλου, και τον ηθοποιό, μουσικό και παρουσιαστή Ζερόμ Καλούτα.

Ανάμεσα στους μαύρους λογοτέχνες υπάρχουν πολλοί ποιητές. Και μεταξύ αυτών, αξιοσημείωτες παρουσίες γυναικών. Ο περίφημος όρος – υπαρξιακή έννοια «αφύπνιση» ή «woke», που διαβάζουμε τελευταία, αποτελεί έναν θεμέλιο λίθο της σύγχρονης αφροαμερικανικής κοινότητας και όχι μια επιβαλλόμενη μόδα. Εμφανίστηκε στο ευρύ κοινό το 1962 στους «New York Times», μέσα από το δοκίμιο του επιδραστικού πεζογράφου από το Χάρλεμ, Ουίλιαμ Μέλβιν Κέλι, με τίτλο «If You’re Woke, You Dig It».

Το κείμενό του αναφερόταν στην ακατάσχετη ιδιοποίηση, την εκμετάλλευση και εν τέλει την παραμόρφωση, από την πλειοψηφία, της γλώσσας των μαύρων σε επίπεδο περιεχομένου. Ο όρος έκανε μεγάλη εντύπωση και η αρχική του ρίζα βρισκόταν στους μαύρους ανθρακωρύχους της δεκαετίας του ’40, με τις ταξικές διεκδικήσεις τους.

Η Οντρι Λορντ

Μέσα στο κινηματικό κλίμα αναστοχασμού της μαύρης κουλτούρας και των πολιτικών δικαιωμάτων της, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, με τους καλλιτέχνες να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή πυρός, η ποιήτρια και δοκιμιογράφος Οντρι Λορντ κατέχει ξεχωριστή θέση. Γεννήθηκε το 1934 στη Νέα Υόρκη με γονείς μετανάστες από την Καραϊβική. Η δύσκολη επικοινωνία που είχε μαζί τους την κάνει να στραφεί στην ποίηση, ως ο μόνος τρόπος για να ακούσει τον εαυτό της. Συχνά στις δημόσιες εμφανίσεις της χαρακτήριζε τον εαυτό της ως «μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια». Ιδιότητες που δεν κατοικούσαν αποκλειστικά στον ίδιο χώρο. Οι στίχοι της σαν «μάντρας» με ισχυρό ρυθμό, προτροπή για δράση, και ποικίλες προειδοποιήσεις για τις παγίδες που στήνει η λήθη.

Η Οντρι Λορντ φωτογραφισμένη από τον Τζακ Μίτσελ, πορτρέτο που ανήκει στο Εθνικό Μουσείο Αφροαμερικανικής Ιστορίας και Πολιτισμού του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν

«Η ποίηση δεν είναι πολυτέλεια», όπως έλεγε συχνά. Η Λορντ στεκόταν απέναντι στη λογική τού να διαβάζονται τα κείμενά της (ένα χαρακτηριστικό δείγμα των οποίων διαβάζουμε για πρώτη φορά στα ελληνικά στο «Sister Outsider», σε μετάφραση Ισμήνης Θεοδωροπούλου, εκδ. Κείμενα) σαν προφητείες ή σαν να τους δίνεται μια συμβολική διάσταση, μέσα σε μια εν τέλει τεμπέλικη ευλάβεια. Η Λορντ, που βασιζόταν στη ριζοσπαστικότητα του λόγου της, στην ποίηση ως όπλο ελευθερίας και καλέσματος σε δράση για την αντιμετώπιση του οδυνηρού βιώματος, έβλεπε και την ανάγνωση των κειμένων της ως μια μορφή έντονου διαλόγου. Δίχως να λείπει η σάτιρα ή το μαύρο χιούμορ.

Τα δοκίμια, που διαθέτουν και αρθρογραφικό χαρακτήρα, είναι ντοκουμέντα μιας έσω ζωής. Οι επιθυμίες της, το φευγιό από το σπίτι σε μικρή ηλικία, οι διεκδικήσεις της, η εργασία της σε εργοστάσια, οι έρωτές της, η ανάγκη της πάλης, το διαγενεακό τραύμα, κακοποιημένες και αποκλεισμένες γυναίκες. Η ποιήτρια σε όλο της το έργο συνομιλεί με ανθρώπους των ορίων και τα θύματα της Ιστορίας. Τάξη, φύλο και σεξουαλικότητα, τρεις αδιαίρετοι κρίκοι στον πυρήνα της σκέψης της. Η Λορντ απαιτούσε τη μαύρη συνείδηση να δραπετεύσει από το λευκό βλέμμα και έδινε βάρος στο βίωμα της μαύρης λεσβίας γυναίκας, ενώ παράλληλα μαχόταν για την απελευθέρωση των χαρακτηρισμών από τον αρνητισμό της πλειοψηφίας. Αυτή η προτροπή εφαρμόζεται ευρέως σήμερα. Ομως η Λορντ υποστήριζε πως δεν πρέπει τα άτομα που βρίσκονται στο περιθώριο να τα εφοδιάζουμε πνευματικά μόνο με περιθωριακότητα.

Η Τζάκι Κέι

Η Τζάκι Κέι γεννήθηκε στο Εδιμβούργο το 1961. Ποιήτρια, πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας, που με τα έργα της δημιουργεί αίσθηση. Η Κέι είναι μεγάλη θαυμάστρια της Οντρι Λορντ και έχει πει χαρακτηριστικά: «Οταν η Λορντ δήλωνε μαύρη λεσβία, δεν υπήρχε καν κίνημα και ήταν η φωνή της που με έκανε να συνειδητοποιήσω ποια είμαι». Στην Ελλάδα ήρθαμε σε επαφή για πρώτη φορά μαζί της το 2007, όταν κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Τρομπέτα» (μτφ. Κώστας Ματσούκας, Μελάνι). Εκεί διαβάζουμε την ιστορία ενός διάσημου τρομπετίστα της τζαζ, που ήταν γυναίκα. Η Κέι με μια τρυφερή πρόζα που εμβαθύνει στα πολλαπλά ριζώματα των ανθρώπινων κατόπτρων δεν μένει μόνο στην αποκάλυψη αλλά περπατά στο δύσκολο μονοπάτι του δυϊσμού του όντος. Υστερα από πολλά χρόνια η Κέι επανακάμπτει στα βιβλιοπωλεία με το «Χαρτιά υιοθεσίας» (μτφ. Μαρία Μπλάνα, εκδ. LOGGIA).

Εδώ η πολύτροπη συγγραφέας προβάλλει και αναζητά το ζήτημα της διαπολιτισμικής ταυτότητας. Ενα θέμα που απασχολεί όλο και περισσότερες οικογένειες παγκοσμίως και έχει άμεση προβολή στον κοινωνικό ιστό της Ευρώπης και όχι μόνο. Ενα μαύρο κοριτσάκι υιοθετείται από ένα ζευγάρι λευκών Σκωτσέζων της μεσαίας τάξης. Ακριβώς όπως και η Τζάκι Κέι. Μια πρωτότυπη, εκτενής ποιητική σύνθεση ιδωμένη από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες: της φυσικής μητέρας, εκείνης που υιοθέτησε και της κόρης. Μια μίνι ραψωδία δίχως μελοδραματικές εξάρσεις, που προσπαθεί να ενδυναμώσει την αυτοσυνείδηση της γυναικείας φύσης εντός των πολλών της ταυτοτήτων.