Δεν έπρεπε να έχει συμβεί ποτέ. Επρεπε να έχουν λειτουργήσει τα συστήματα σηματοδότησης και φωτοσήμανσης, κι αν τα συστήματα αυτά δεν ήταν στη θέση τους έπρεπε να έχουν λειτουργήσει τα συστήματα ελέγχου και επικοινωνίας, κι αν τα συστήματα αυτά είχαν χαλάσει έπρεπε το ανθρώπινο μάτι να έχει εντοπίσει ότι πλησίαζε καταστροφή, κι αν το μάτι κοιμόταν, ή δεν καταλάβαινε, ή κοίταζε αλλού, έπρεπε να έχει λειτουργήσει το αυτόματο φρένο και να έχει σταματήσει η μοιραία αμαξοστοιχία το τρελό της δρομολόγιο και η τρομακτική σύγκρουση να έχει αποφευχθεί.

Αλλά το αδιανόητο συνέβη. Κι από τη στιγμή που συνέβη, έπρεπε ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός να κινητοποιηθεί αστραπιαία με δύο στόχους. Να διασωθεί ό,τι μπορούσε να διασωθεί, είτε αυτό αφορούσε ανθρώπινες ζωές είτε αφορούσε τη μνήμη. Να αναζητηθούν ευθύνες γι’ αυτό που συνέβη, όχι μόνο για να πάνε φυλακή οι υπεύθυνοι και να υπάρξει ένα αίσθημα δικαιοσύνης, αλλά και για να εξασφαλιστεί ότι το αδιανόητο δεν θα συμβεί ξανά.

Εναν χρόνο μετά, όποιος δεν φοράει παρωπίδες μπορεί να δει τον πόνο. Κι όποιος δεν φοράει ακουστικά μπορεί να ακούσει βαριές λέξεις όπως «έγκλημα» και «συγκάλυψη». Από τη μια πλευρά. Γιατί η άλλη έχει οχυρωθεί πίσω από το ανθρώπινο λάθος, λες και η τεχνολογία δεν έχει φτάσει στη χώρα μας και είναι ακόμη ανεκτό οι ζωές μας να εξαρτώνται από το αν κάποιος που βρίσκεται σε θέση ευθύνης είναι ανίκανος, αδιάφορος, μεθυσμένος ή τεμπέλης.

Η ίδια αυτή πλευρά κατηγορεί τους εντός συνόρων που ζητούν απαντήσεις για «εμπόριο πόνου» και τους εκτός συνόρων που απαιτούν έρευνες για απαράδεκτες παρεμβάσεις στα εσωτερικά της χώρας. Αντί να εξαντλήσει τα περιθώρια των ερευνών, κλείνει άρον άρον τις εργασίες της εξεταστικής επιτροπής. Αντί να δείξει ενσυναίσθηση, ή έστω σεβασμό, ζητά από τους συγγενείς των θυμάτων να δουν ψυχολόγους και να περάσουν τη ζωή που τους απομένει με τη βοήθεια της εκκλησίας.

Δεν μπορεί να είναι αλήθεια όλα αυτά. Δεν μπορεί να ευσταθούν οι καταγγελίες για μπάζωμα του τόπου της τραγωδίας, για απόρριψη της τέφρας που έπρεπε να παραδοθεί στους συγγενείς, για προσωπικές επιθέσεις που δέχονται κάποιοι με τον ισχυρισμό ότι «φωνάζουν επειδή είναι ΣΥΡΙΖΑ». Δεν μπορεί να απαιτείται η συγκέντρωση υπογραφών για να δικαστούν οι υπεύθυνοι, όσο ψηλά κι αν βρίσκονται.

«Τα παιδιά μας δεν ήθελαν να πεθάνουν», είπε η Μαρία Καρυστιανού στην πρόσφατη ομιλία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Ηθελαν να ζήσουν, να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Δεν ήταν αυτή η μοίρα τους. Ο θάνατός τους δεν ήταν αποτέλεσμα μιας τραγικής θυσίας, όπως αναφέρθηκε πολλές φορές, αλλά μιας χρόνιας εγκληματικής οικονομικής απάτης. Ανθρωποθυσίες δεν συμβαίνουν το 2023. Μόνο σκόπιμες παραλείψεις, εγκληματικές παραβάσεις και αδιαφορία για τον άνθρωπο».

Δεν μπορεί να είναι αλήθεια.