Η τραγωδία με τη σύγκρουση των τρένων την περασμένη Τρίτη στα Τέμπη ανέδειξε για μια ακόμα φορά τα χρόνια προβλήματα της Διοίκησης και των βασικών υποδομών της χώρας. Και ενώ ο εκσυγχρονισμός των τελευταίων απαιτεί πάγιο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία 20 τουλάχιστον χρόνια, το δυστύχημα ανέδειξε και τις συνέπειες της μη εισαγωγής στην ελληνική έννομη τάξη των κανόνων του ευρωπαϊκού δικαίου.

Μόλις στις 15 Φεβρουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε την Ελλάδα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω μη συμμόρφωσης με τους κανόνες για τις σιδηροδρομικές μεταφορές που εμπεριέχονται στην Οδηγία 2012/34/ΕΕ. Η  Επιτροπή είχε ήδη στείλει στις  3 Δεκεμβρίου 2020 προειδοποιητική επιστολή και στη συνέχεια στις 2 Δεκεμβρίου 2021 αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα σχετικά με τις εν λόγω παραβιάσεις, όπως προβλέπει η σχετική διαδικασία. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα με τον νόμο 4408/2016 ενσωμάτωσε την Οδηγία στην ελληνική νομοθεσία αλλά με βάση τους ισχυρισμούς της Επιτροπής ουδέποτε συμμορφώθηκε με το περιεχόμενο της εν λόγω Οδηγίας, και συγκεκριμένα με τις υποχρεώσεις που υπείχε σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 2 αυτής.

Η συγκεκριμένη διάταξη απαιτεί σύναψη συμφωνίας μεταξύ των αρμοδίων Υπουργών Υποδομών και Οικονομικών από τη μία και του ΟΣΕ, ως διαχειριστή του σιδηροδρομικού δικτύου από την άλλη, η οποία μεταξύ άλλων θα καθορίζει και όλες τις πτυχές της συντήρησης και της ανανέωσης της σιδηροδρομικής υποδομής και τη χρηματοδότηση αυτών. Τέτοια συμφωνία δε συνήφθη ποτέ στη χώρα μας.

Ο τρόπος που συνήθως εισάγονται στο εθνικό δίκαιο διατάξεις ευρωπαϊκών οδηγιών είναι διαχρονικά ανεπαρκής από ουσιαστικής απόψεως. Κάποιος στο αρμόδιο Υπουργείο, ενίοτε κατόπιν της εκπνοής της σχετική προθεσμίας και με νοοτροπία «δε βαριέσαι», παίρνει αυτούσια τη μετάφραση της Οδηγίας, την ενσωματώνει σε σχέδιο νόμου το οποίο παίρνει την κλασσική νομοθετική πορεία ώσπου να ψηφιστεί ως νόμος του Κράτους. Ουδείς ασχολείται περαιτέρω, πολλές δε διατάξεις των νομοθετημάτων αυτών παραμένουν ανεφάρμοστες ή εκπίπτουν σε αχρησία. Έτσι λοιπόν και η παραπάνω συμφωνία για τη χρηματοδότηση της συντήρησης του δικτύου. Ουδείς ασχολήθηκε ανεξαρτήτως των κομμάτων που ασκούσαν τη διακυβέρνηση του τόπου όλο αυτό το διάστημα.

Η διαδικασία προβλέπει τώρα την εκδίκαση της υπόθεσης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο που θα καταδικάσει (πιθανότατα) την Ελλάδα σε συμμόρφωση, η οποία αν δεν επιτευχθεί μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω επιβολή χρηματικής ποινής για τη χώρα. Καμιά χρηματική ποινή ωστόσο δεν φέρνει πίσω ούτε σώζει ανθρώπινες ζωές. Ανθρώπινες ζωές θα σωθούν όταν συνειδητοποιήσουμε ότι η διοίκηση του τόπου από το υψηλότατο ως το χαμηλότατα αξίωμα θα  πρέπει να ασκείται από σύγχρονους, καταρτισμένους, ειδικούς στους τομείς αρμοδιότητάς τους ανθρώπους. Κι αυτό θα πρέπει να γίνεται ανεξαρτήτως της πολιτικής σύνθεσης της εκάστοτε Κυβέρνησης. Ως τότε, θα είμαστε όμηροι του «δε βαριέσαι» και του «πάμε κι όπου βγει» και θα κινδυνεύουμε να χάνουμε συνανθρώπους μας στο βωμό της εθνικής αποτυχίας οργάνωσης ενός σύγχρονου, αποτελεσματικού Κράτους.

*Ο Ορέστης Ομράν είναι διεθνής δικηγόρος. Εξειδικεύεται σε ζητήματα ευρωπαϊκού δικαίου στους τομείς της ενέργειας, των τραπεζών και των υποδομών.