«Ακόμη και σε αυτή την Ιταλία, εγκλωβισμένη σε μια διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το αδιανόητο μπορεί να γίνει εφικτό. Σήμερα, αυτός είναι ο λόγος που ο Μάριο Ντράγκι θα πάει στο προεδρικό μέγαρο. Για να λάβει την εντολή και να σώσει μια χώρα η οποία έχει προσαράξει στα ρηχά της πανδημίας και της οικονομίας. Στην κορύφωση μιας κυβερνητικής κρίσης η οποία έχει μετατραπεί σε συστημική κρίση, ο επικεφαλής του κράτους βρήκε την πιο ισχυρή, υψηλόβαθμη και αξιόπιστη λύση. Οφείλουμε για μια ακόμη φορά να είμαστε ευγνώμονες στον Σέρτζιο Ματαρέλα».

Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από το κεντρικό άρθρο μιας από τις μεγαλύτερες σε κυκλοφορία ιταλικές εφημερίδες, της la Stampa και φέρει την υπογραφή του διευθυντή της, Μάσιμο Τζιανίνι. Υπό τον τίτλο «Για την Ιταλία αυτή είναι η τελευταία αναγγελία», το άρθρο δεν αφήνει περιθώρια παρανόησης όσον αφορά το μήνυμα που θέλει να στείλει ο υπογράφων: Εάν το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν καταφέρει να συμφωνήσει σε μια κυβέρνηση τεχνοκρατών υπό την ηγεσία του 73χρονου τέως διοικητή της ΕΚΤ, τότε κινδυνεύει να μείνει οριστικά πίσω από τις εξελίξεις – στην Ευρώπη και τον κόσμο.

Πρώτα από όλα, βεβαίως, πρέπει να διαπιστώσουμε εάν ο ίδιος ο Ντράγκι είναι διατεθειμένος να αναλάβει την ευθύνη και το ρίσκο που αυτή συνεπάγεται. Θα το διαπιστώσουμε μετά τη συνάντησή του με τον Ματαρέλα, η οποία έχει προγραμματιστεί για τη μία το μεσημέρι, στην οποία θα διερευνήσει κατά πόσο υπάρχει η αναγκαία πλειοψηφία που θα τον στηρίξει.

Η αλήθεια είναι πως το όνομα του Ντράγκι είναι ιδιαιτέρως «βαρύ» και ο λόγος του στην Ευρώπη μετράει πολύ – κάτι που ενδιαφέρει άμεσα την Ιταλία, η οποία αναμένει πάνω από 200 δις. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Από μόνο του, όμως, αυτό δεν εγγυάται την επιτυχία του, ούτε βεβαίως διασφαλίζει την αναγκαία πλειοψηφία.

Τρία τα «όχι», λιγότερα τα «ναι»

Πολύ περισσότερο μετά τις πρώτες αντιδράσεις των κομμάτων στην επιλογή του Ματαρέλα. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, για του λόγου το αληθές, που ήταν εταίρος και στις δύο κυβερνήσεις του Τζουζέπε Κόντε, διαμήνυσε ήδη ότι δεν συμφωνεί. «Ήδη, στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, δείξαμε πως η μοναδική εφικτή λύση θα ήταν μια πολιτική κυβέρνηση. Για τον λόγο αυτό, δεν θα ψηφίσουμε υπέρ μιας τεχνοκρατικής κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Ντράγκι», δήλωσε ο ηγέτης του, Βίτο Κρίμι – προαναγγέλλοντας έτσι τη στάση των 92 γερουσιαστών (σε σύνολο 321) και των 191 βουλευτών του (σε σύνολο 630).

Αρνητική ήταν, επίσης, η στάση των ηγετών της εθνικιστικής και ξενοφοβικής Λίγκας του Βορρά και του ακροδεξιού κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, που διαθέτουν αθροιστικά 82 γερουσιαστές και 164 βουλευτές. Μάλιστα, τόσο ο Ματέο Σαλβίνι όσο και η Τζόρτζια Μελόνι έδειξαν τον δρόμο προς τις κάλπες, ως τη μοναδική λύση στην κρίση.

Έτσι, παρά τη δεδομένη στήριξη στο πρόσωπο του Ντράγκι από τους Δημοκρατικούς, τη Ζωντανή Ιταλία του Ματέο Ρέντσι και την πλειοψηφία των ανεξάρτητων, καθώς και το πιθανό «ναι» από την Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, για την ώρα τα πολιτικά μαθηματικά δεν βγαίνουν.

Κάτι που σημαίνει, πως για να δεχθεί ο Ντράγκι την εντολή και να σχηματίσει κυβέρνηση θα πρέπει να υπάρξουν πολλές σημαντικές ανατροπές. Σε διαφορετική περίπτωση, οι πρόωρες εκλογές είναι μονόδρομος, έστω κι αν πολλοί ορκίζονται πως θέλουν να τις αποφύγουν.