Η επανεκκίνηση της οικονομίας θα γίνει με όρους και συνθήκες που σε κανένα βαθμό δεν θα επιτρέψουν να καλυφθούν οι μέχρι τώρα απώλειες από τα περιοριστικά μέτρα, ενώ τα μέτρα που θα συνεχίσουν να είναι σε ισχύ θα σημαίνουν επιπλέον απώλειες, που θα επιτείνονται από την παγκόσμια οικονομική ύφεση.

Είναι σαφές ότι πηγαίνουμε σε μια οικονομική ύφεση διεθνώς πιο μεγάλη από αυτή που γνωρίσαμε το 2008.

Ειδικά για την Ελλάδα τα πράγματα θα είναι χειρότερα από άλλες χώρες γιατί το 2020 θα είναι ουσιαστικά μια χαμένη χρονιά για κλάδους όπως ο τουρισμός, που έχουν πολύ μεγάλη βαρύτητα. Ακόμη χειρότερα, η ελληνική οικονομία δεν είχε ανακάμψει από τις μεγάλες απώλειες της μνημονιακής περιόδου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η εύθραυστη μετάβαση της οικονομίας στην επόμενη ημέρα

Oλα αυτά διαμορφώνουν μια πολύ δύσκολη συνθήκη. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της κρίσης να είναι οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι.

Γιατί όταν η οικονομία συρρικνώνεται και κλάδοι ολόκληροι υπολειτουργούν, στο τέλος αυτό καταλήγει σε αύξηση ανεργίας και μείωση του εισοδήματος των μισθωτών και των ελεύθερων επαγγελματιών.

Μόνο που οι εργαζόμενοι ήταν τα θύματα και της προηγούμενης περιόδου. Δεν μπορούν να πληρώσουν για άλλη μια φορά την κρίση. Ούτε θα ήταν σωστό να μονιμοποιηθούν τα έκτακτα μέτρα που μπορεί να λαμβάνονται στην περίοδο της κρίσης όπως οι αναστολές συμβάσεων ή υποχρέωση εκ περιτροπής εργασία.

Είναι σαφές ότι χρειαζόμαστε τολμηρά και πρωτότυπα εργαλεία οικονομικής παρέμβασης από τη μεριά του κράτους. Αυτό δεν σημαίνει μόνο αναγκαίες ενισχύσεις σε κλάδους και επιχειρήσεις αλλά και επεξεργασία ενός σύγχρονου αναπτυξιακού υποδείγματος που να διαμορφώσει νέα δυναμική, χωρίς εξάρτηση από παραδοσιακές «ατμομηχανές».

Μόνο που αυτή η επεξεργασία πρέπει να δει τον κόσμο της εργασίας ως κομβική παράμετρο και όχι απλώς ως «κόστος εργασίας».

Η διατήρηση της απασχόλησης και η υπεράσπιση της αξιοπρέπειας ενός εργασιακού δυναμικού με γνώσεις και δεξιότητες μπορεί να είναι η αφετηρία μιας επιστροφής σε μια ανάπτυξη πραγματικά βιώσιμη.