«Κι όταν θα πάψω να είμαι ερωτευμένη μαζί σου Γρηγόρη, να ξέρεις ότι θα σ’ ευγνωμονώ που μου έκανες αυτό το δώρο. Μ’ ανέβασες στα ίδια μου τα μάτια, μ’ έκανες να αισθάνομαι θεά. Όταν γεράσω και με ρωτήσουν τί σημαντικό συνέβη στη ζωή μου, αυτό θα λέω: «Μου έκαναν δώρο κάποτε λίγη βροχή».’

Οι λέξεις αυτές χαρακτηρίζουν την παράσταση «Τάλγκο» που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Βασίλη Αλεξάκη κι ανεβαίνει κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στο Θέατρο Αλκμήνη. Η Δήμητρα Μεσιμερλή διασκευάζει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί μαζί με τον Μιχάλη Αλικάκο.

Οι δυο τους υποδύονται την Ελένη και το Γρηγόρη που μπλέκουν σε μια ερωτική ιστορία. Θα ζήσουν τον ξαφνικό έρωτά τους σε τρεις πόλεις: Αθήνα, Παρίσι, Βαρκελώνη.

Κι ένα τρένο, το «Τάλγκο», μπορεί να τους φέρει κοντά ή να τους απομακρύνει για πάντα. Άραγε, υπάρχει το ‘για πάντα’;

Οι δύο πρωταγωνιστές μιλάνε στα «Νέα» για την παράσταση, τον έρωτα και το για πάντα.

Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;

Δ.Μ: Είχα δει την ταινία πριν 3 χρόνια, διάβασα το βιβλίο και αμέσως κατάλαβα πως ήθελα να δω αυτήν την ιστορία στο θέατρο. Ήταν ένα προσωπικό μου στοίχημα να το καταφέρω. Ελπίζω να πετύχει!

Πώς χειρίζεστε τους ρόλους σας;

Δ.Μ: Η Ελένη είναι μια νέα γυναίκα, παντρεμένη 2η φορά, που έχει ανάγκη να θυμηθεί πώς είναι να είσαι ερωτευμένη. Την κατανοώ, και την ίδια και το συναίσθημα που ψάχνει να νιώσει μέσα από το Γρηγόρη. Καταλήγει να ερωτευτεί τον έρωτά της για εκείνον.

Μ.Α: Χειρίζομαι τον ρόλο μου με πνευματική ευαισθησία. Προσδίδω σε αυτόν χαρακτηριστικά του θύματος(του ίδιου του τού εαυτού), και όχι του θύτη παρόλο που αυτός αποφασίζει να ευνουχίσει αυτήν την έλξη.

Πιστεύετε στο «για πάντα» εντός κι εκτός σκηνής;

Δ.Μ: Δυστυχώς όχι. Πιστεύω πραγματικά ότι μπορείς να αγαπάς κάποιον για πάντα αλλά, σε μια ερωτική σχέση, όχι, δε θεωρώ ότι υπάρχει το ‘για πάντα’.

Μ.Α: Το «για πάντα» εντός σκηνής δεν είναι κυριολεκτικό. Λειτουργεί σε επίπεδο δραματουργίας κυρίως για να ανατραπεί…

Όσο αφορά την ίδια την ζωή…όχι. Δεν πιστεύω στο για πάντα. Αν εξαιρέσουμε την γονεϊκή αγάπη, σε οποιαδήποτε άλλη συναισθηματική έκφανση ειπωθεί είναι αποκομμένο από την φυσιολογία της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας.

Πώς ο έρωτας για τους δύο ήρωές σας γίνεται βροχή;

Δ.Μ: Παρισινή βροχή… Αν το καλοσκεφτούμε, ο έρωτας είναι μια βροχή: ξεκινάει με στάλες στην πρώτη γνωριμία, δυναμώνει και σε κατακλύζει αλλά στο τέλος σταματά απότομο – έτσι ακριβώς όπως άρχισε. Για την Ελένη και το Γρηγόρη, ήταν μια μπόρα ο έρωτάς τους, μια δυνατή καταιγίδα.

Μ.Α: Η βροχή στο έργο λειτουργεί σημειολογικά ως η αρχή και το τέλος αυτού του ερωτικού στροβιλισμού. Ο Γρηγόρης κάνει δώρο αυτό το μπουκαλάκι με την παρισινή βροχή στην Ελένη, και ο Γρηγόρης είναι αυτός που χύνει το νερό για να σηματοδοτήσει το τέλος..

Είναι δυνατόν αν σ’ αγαπήσει κάποιος ν’ αποκτήσεις επιπλέον αυτοπεποίθηση ώστε να αισθανθείς θεός;

Δ.Μ: Κανονικά, δεν πρέπει να χρειαζόμαστε την επιβεβαίωση κάποιου για να νιώσουμε καλά με τον εαυτό μας. Αλλά σίγουρα, όταν αγαπάς και σ’ αγαπάνε αμοιβαία, νιώθεις αυτό το ελαφρύ πέταγμα στην καρδιά, σαν να μην περπατάς, έχεις ένα μόνιμο χαμόγελο στα χείλη. Νιώθεις δυνατός, άτρωτος.

Μ.Α: Προσωπικά αισθάνομαι «θεός» μόνο από τα δικά μου συναισθήματα αγάπης και αφοσίωσης. Οχι από τα συναισθήματα των άλλων ως προς εμένα.

Το τραίνο, τι ρόλο παίζει στο έργο; Πώς απομακρύνει και φέρνει κοντά τους ήρωες;

Δ.Μ: Το τρένο τους, το «Τάλγκο», ενώνει το Παρίσι με τη Βαρκελώνη. Είναι τα αρχικά λέξεων που, στα ισπανικά σημαίνουν ‘τραίνο ελαφρύ και σπονδυλωτό’. Με το ‘Τάλγκο’ έρχεται η Ελένη απ’ το Παρίσι στη Βαρκελώνη για να βρει το Γρηγόρη και να περάσουν 10 μέρες μαζί. Με το ίδιο τραίνο ξαναφεύγει – και δεν ξέρει αν θα επιστρέψει ποτέ. Το τραίνο είναι ο συμβολισμός του έργου: μέσω αυτού, το ζευγάρι  συναντιέται και ζει τον παράνομο έρωτά του και πάλι με αυτό, απομακρύνεται και γυρίζουν στις κανονικές τους ζωές.

Μ.Α: Το τρένο συμβολίζει και λειτουργεί δραματουργικά, ως η προσμονή του πριν…η ερωτική αδημονία της Ελένης. Βιώνει ένα ταξίδι τόσο έντονα, πηγαίνοντας να συναντήσει τον ερωτικό της πόθο. Στην επιστροφή της όμως παίρνει αλλά χαρακτηριστικά. Γίνεται η ερημιά της.

Η Ελένη και ο Γρηγόρης έχουν κάτι από εσάς;

Δ.Μ: Την Ελένη την αγάπησα από την αρχή που διάβασα την ιστορία της, νομίζω την κατάλαβα πολύ γρήγορα. Αυτήν την ανάγκη της να ξανανιώσει έντονα συναισθήματα: να ερωτευτεί, να ζηλέψει, να πληγωθεί. Όλα αυτά είναι ζωή, αληθινή ζωή. Είχε βαλτώσει σε μια καθημερινότητα που δεν τη γέμιζε και ήθελε να πιαστεί από κάπου για να ξεφύγει. Προσέξτε, είπα ότι την κατανοώ, δεν τη δικαιολογώ. Της μοιάζω, είμαι άνθρωπος που αποζητά τα μεγάλα συναισθήματα, δε φοβάμαι να πληγωθώ, κάνω συχνά αλλαγές στη ζωή μου. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα, έτσι λειτουργώ. Ίδομεν…

Μ.Α: Θα μπορούσα να πω πως υπάρχουν αρκετά κοινά μεταξύ του ήρωα και του Μιχάλη Αλικάκου.

Το κυριότερο είναι ότι ο Γρηγόρης αποφασίζει με την λογική και όχι με το συναίσθημα και διακόπτει αυτήν την ερωτική σχέση στην οποία συμμετέχει βλέποντας μπροστά του τον όλεθρο.

Στην ηλικία που είμαι και το πως είμαι διαμορφούμενος τώρα, θα έκανα και εγώ ακριβώς το ίδιο.