Πέρασαν 20 χρόνια από εκείνον τον τρομερό σεισμό που έμελλε να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον Εγκέλαδο. H καταστροφική σεισμική δόνηση των 7,6 ρίχτερ που σημειώθηκε κοντά στην πόλη Ιζμίτ, νοτιοανατολικά της Κωνσταντινούπολης, στις 17 Αυγούστου του 1999, προκάλεσε μέσα σε 45 δευτερόλεπτα τον θάνατο περισσότερων από 18.000 ανθρώπων, επέφερε ανυπολόγιστες καταστροφές, ισοπέδωσε ολόκληρες πόλεις κατά μήκος περίπου 70 χιλιομέτρων. Και παράλληλα παρείχε στους επιστήμονες τα στοιχεία που χρειάζονταν για να επιβεβαιώσουν μια σημαντική υπόθεση: ότι ο ελλαδικός χώρος επηρεάζεται άμεσα από τη δράση του ρήγματος της Ανατολίας.

Οι ενδείξεις επαληθεύτηκαν όταν τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 7 Σεπτεμβρίου του 1999, η Αθήνα βίωσε τον καταστροφικό σεισμό της Πάρνηθας. Τους λόγους για τους οποίους το σεισμικό επεισόδιο στο Ιζμίτ αποτέλεσε ορόσημο για την επιστημονική γνώση αλλά και τους προβληματισμούς που απορρέουν για τη σεισμική δράση του ρήγματος της Ανατολίας στο μέλλον αναλύει με αφορμή τη συμπλήρωση 20 χρόνων από τον σεισμό ο Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ).

Η δομή του ρήγματος

«Ο μεγάλος σεισμός των 7,6 ρίχτερ εκδηλώθηκε σε ένα τμήμα του ρήγματος της Ανατολίας, κοντά στην πόλη Ιζμίτ (Νικομήδεια). Η εντυπωσιακή εμφάνιση της σεισμικής διάρρηξης στην επιφάνεια σε συνδυασμό με τα ενόργανα δεδομένα έδωσε τη δυνατότητα να εντοπίσουμε με μεγάλη ακρίβεια τη συμπεριφορά μιας τεράστιας σεισμοτεκτονικής δομής μήκους χιλίων και πλέον χιλιομέτρων, από την Κασπία Θάλασσα έως το Αιγαίο, η οποία έχει το μοναδικό χαρακτηριστικό της ακριβούς περιοδικότητας» λέει ο Λέκκας.

«Η επίδραση του εδάφους και των επιφανειακών γεωλογικών σχηματισμών με τις έντονες ρευστοποιήσεις εδαφών, τη δημιουργία εκτεταμένων υποχωρήσεων, την ανύψωση της επιφάνειας του εδάφους και την προέλαση των ακτογραμμών στη χέρσο αποτελούν στοιχεία που για πρώτη φορά σε πραγματικό χρόνο μπόρεσε η επιστημονική κοινότητα να αποτιμήσει, εντυπωσιασμένη από τη δυναμική της φύσης.

Παράλληλα, ο κλάδος της αντισεισμικής τεχνολογίας μπόρεσε και ανίχνευσε τα τρωτά σημεία των κατασκευών, τα οποία ήταν υπεύθυνα για τις εκτεταμένες βλάβες τόσο σε επίπεδο πλαισίου όσο και σε επίπεδο επίδρασης της τοιχοποιίας στη στατική επάρκεια».

Δραματικές στιγμές

Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που προέκυψε, εξηγεί ο καθηγητής, «ήταν ίσως η συνειδητοποίηση ότι ο ελληνικός χώρος επηρεάζεται άμεσα από τη δράση του ρήγματος της Ανατολίας, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από τον σεισμό της Αθήνας που εκδηλώθηκε 20 ημέρες μετά, στις 7 Σεπτεμβρίου του 1999». Οι μνήμες από εκείνες τις τραγικές ημέρες είναι ακόμη νωπές κι ας συμπληρώνονται φέτος δύο δεκαετίες από τότε.

Οι δραματικές στιγμές είχαν φέρει κοντά τους δύο λαούς, οι οποίοι θρηνούσαν σχεδόν παράλληλα τους νεκρούς τους, μετρούσαν τραυματίες και αστέγους και αντιμετώπιζαν ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές. Οι Τούρκοι μέχρι και σήμερα αναφέρουν ότι δεν ξέχασαν την άμεση βοήθεια που τους προσέφερε ο ελληνικός λαός και επισημαίνουν ότι οι έλληνες διασώστες ήταν οι πρώτοι που έφτασαν στον τόπο της καταστροφής, σε ορισμένες περιπτώσεις νωρίτερα και από τις τουρκικές διασωστικές ομάδες.

Τι άλλο, όμως, περιμένουμε να συμβεί στην περιοχή; Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν έναν νέο σεισμό στην ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, εντάσεως μέχρι και 7,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ακόμη και στο άμεσο μέλλον.

«Το τεράστιο ενδιαφέρον τώρα», λέει ο Ευθύμιος Λέκκας, «στρέφεται στην ενεργοποίηση του μοναδικού αδρανούς τμήματος του ρήγματος της Ανατολίας, το οποίο απαντά νότια της Πόλης, στον υποθαλάσσιο χώρο, και το οποίο – σύμφωνα με συγκλίνουσες απόψεις επιστημόνων από όλο τον κόσμο – μπορεί να δώσει τα επόμενα πέντε χρόνια σεισμό μεγέθους 7 έως 7,5 ρίχτερ.

Σε μια τέτοια περίπτωση, παρά τις σημαντικές προσπάθειες αντισεισμικής θωράκισης που γίνονται στην περιοχή, οι επιπτώσεις θα είναι τεράστιες λόγω της υποβαθμισμένης αντισεισμικής επάρκειας εκατοντάδων χιλιάδων κατασκευών καθώς και της υψηλής τρωτότητας όλων των επιμέρους συστημάτων της Κωνσταντινούπολης και των γειτονικών περιοχών».