Προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές του 2017. Το αεροσκάφος που μεταφέρει τον Εμανουέλ Μακρόν έχει μόλις προσγειωθεί στο Μαγιότ, ένα νησάκι στον Ινδικό Ωκεανό που αποτελεί υπερπόντια κτήση της Γαλλίας. Καθώς οι επιβάτες ετοιμάζονται να λύσουν τις ζώνες τους, η ομάδα των ιδιωτικών σωματοφυλάκων που έχει αναλάβει την ασφάλεια του Μακρόν πετάγεται πάνω με μια συγχρονισμένη κίνηση και κατευθύνεται προς την έξοδο προκειμένου να πάρει θέση για την προστασία του υποψήφιου προέδρου. Στο αεροσκάφος βρίσκεται κι ένας αστυνομικός της SΡΗΡ (Υπηρεσία Προστασίας Υψηλών Προσώπων). «Να και οι καουμπόηδες…» ψιθυρίζει.

Το περιστατικό διηγείται ο Φρανσουά Ξαβιέ Μπουρμό στη «Φιγκαρό». Ο Μακρόν, σημειώνει, βρίσκεται σε καλή θέση στις δημοσκοπήσεις και αν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν και στις κάλπες, την προστασία του θα αναλάβει πλέον το κράτος. Οι άνδρες της ιδιωτικής φρουράς όμως έχουν αναπτύξει μια ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση με αυτόν τον καθόλου κλασικό υποψήφιο. Ανάμεσά τους είναι και ο Αλεξάντρ Μπεναλά. «Λατρεύει τον Μακρόν» αποκαλύπτει ένας από τους συναδέλφους του.

Ποιος είναι αυτός ο Αλεξάντρ Μπεναλά; Ο άνθρωπος που ευθύνεται για τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση της προεδρίας Μακρόν. Ο έμπιστος σωματοφύλακας που στις διαδηλώσεις της Πρωτομαγιάς φόρεσε ένα αστυνομικό κράνος και χτύπησε έναν διαδηλωτή για να χάσει τη θέση του μόνο αφού αποκαλύφθηκε η πράξη του από τη «Μοντ» –ώς τότε δεν είχε τιμωρηθεί παρά μόνο με δύο εβδομάδες αργία, μια ποινή που θεωρήθηκε «χάδι», ενώ το βασικό ερώτημα παραμένει: Γιατί η προεδρία επιχείρησε να κουκουλώσει την υπόθεση; Γιατί έτυχε τέτοιας προστασίας ο σωματοφύλακας;

Το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί ακόμη, επιτροπή της Εθνοσυνέλευσης το διερευνά έχοντας καλέσει σε ακρόαση ακόμη και τον πρωθυπουργό, ενώ οι συνταγματολόγοι ερίζουν για το εάν το Σύνταγμα επιτρέπει να κληθεί και ο ίδιος ο Μακρόν. Ώς τότε, τα γαλλικά Μέσα στρέφουν τους προβολείς τους σε άλλα ερωτήματα: Πώς αυτό το παιδί με καταγωγή από το Μαρόκο που λάτρευε τον «Σωματοφύλακα», την ταινία με τον Κέβιν Κόστνερ και τη Γουίτνεϊ Χιούστον και δούλευε ως πορτιέρης σε ένα μπαρ της Ρουέν, έφτασε να γίνει η σκιά του προέδρου της έβδομης μεγαλύτερης δύναμης στον κόσμο;

Ο Μπεναλά έκανε αυτή τη διαδρομή σε ελάχιστα χρόνια –είναι μόλις 26 ετών. Λοιπόν; Η απάντηση βρίσκεται στην τάση του προέδρου να φτιάξει τη δική του φρουρά των απολύτως εμπίστων και να διαχειρίζεται την εξουσία με ένα κάποιο παλαιομοναρχικό στυλ που καμιά φορά ανατρέπει τις ιεραρχίες; Ο Αλεξάντρ Μπεναλά γεννήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1991 στο Εβρέ, μια πόλη 50.000 κατοίκων στη Νορμανδία που απέχει περίπου 100 χιλιόμετρα από το Παρίσι. Η οικογένεια των μεταναστών από το Μαρόκο κατοικούσε στη λαϊκή συνοικία της Μαντλέν. Κι αντίθετα από την ταπεινή του οικογένεια, ο Αλεξάντρ εκδήλωσε από μικρός την επιθυμία του να φτάσει κάπου: το παιδί που στην αρχή θυμούνται όλοι ως «ευγενικό και με τρόπους» μετατρέπεται σε καβγατζή. Στο μεταξύ έχει αλλάξει κάμποσα σχολεία.

«Ώς τα 16 του, ο Αλεξάντρ δεν ήταν πολύ σωματώδης. Μετά πρέπει να πήρε καμιά τριανταριά κιλά», θα εξηγούσε στα γαλλικά Μέσα ένας παλιός συμμαθητής του. Φυσικά πηγαίνει στο γυμναστήριο. Συστήνεται ως Μπεν και «σηκώνει βάρη σαν τρελός» όπως το έθεσε ένας παλιός γυμναστής του. Κάπου στο τέλος του Λυκείου ανακαλύπτει το πάθος του για το ράγκμπι, μπαίνει στην ομάδα του σχολείου, αποκτά κι άλλη ρώμη κι άλλη αυτοπεποίθηση. Βγάζει το χαρτζιλίκι του σε ένα μπαρ της Ρουέν, αλλά την πρώτη του επαφή με τον κόσμο των διασημοτήτων την έχει στο φεστιβάλ αμερικανικού κινηματογράφου της Ντοβίλ όπου, ως μέλος μιας ομάδας σεκιουριτάδων, αναλαμβάνει την προστασία της γαλλίδας σταρ Μαριόν Κοτιγιάρ.

Κάπου εκεί βρίσκει τον προορισμό της ζωής του. Ο μόλις ενηλικιωθείς Μπεναλά αντιλαμβάνεται ότι οι σελέμπριτις είναι άνθρωποι όπως όλοι οι άλλοι, αναπνέουν, μιλάνε και αν τύχει μπορεί να σου σφίξουν και το χέρι. Το τείχος που χωρίζει τη συνοικία της Μαντλέν από τον υπόλοιπο κόσμο έχει επιτέλους πέσει. Οι γονείς του Μπεναλά είναι μέλη του Σοσιαλιστικού Κόμματος, στο οποίο γράφεται και ο Αλεξάντρ, αλλά εκείνος προτιμά τη δράση από τις πολιτικές συζητήσεις και πηγαίνει στο Παρίσι όπου εργάζεται ως εθελοντής στην ιστορική έδρα του κόμματος, στην οδό Σολφερινό.

Ο άνθρωπος που τον προσλαμβάνει είναι ο υπεύθυνος ασφαλείας Ερίκ Πλαμέρ. Του δίνει την εντύπωση ενός έξυπνου και υπεύθυνου παιδιού και του αναθέτει την προστασία της τότε γραμματέως Μαρτίν Ομπρί, ενώ το 2012 θα μπει στην ομάδα των σωματοφυλάκων του Φρανσουά Ολάντ. Ο Ολάντ γίνεται πρόεδρος και ο Μπεναλά θα αναλάβει την ασφάλεια του τότε υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης και μετέπειτα αντάρτη Αρνό Μοντμπούρ. Αλλά εκείνος θα τον κρατήσει μόλις μία εβδομάδα: «Προκάλεσε ένα τροχαίο και ήθελε να φύγουμε» λέει ο Μοντμπούρ.

Ο Μπεναλά ξεκόβει από την πολιτική, τελειώνει τη Νομική, δουλεύει σε μια εταιρεία ασφαλείας στην Καζαμπλάνκα, γυρίζει στο Παρίσι για να ριχτεί στην περιπέτεια του μακρονικού «Εμπρός!». Γίνεται έμπιστος του μελλοντικού προέδρου, επισήμως αναφέρεται ως σύμβουλός του. Αλλά εκείνο το «ευγενικό και με τρόπους παιδί» αποτελεί αποκλειστικά παρελθόν: προσβάλλει και απειλεί αστυνομικούς και χωροφύλακες που μάλλον δικαιολογημένα διστάζουν να ακολουθήσουν τις διαταγές του, βρίζει κάποιον νομάρχη. Για τον Μακρόν όμως θα είναι πάντα ο σωματοφύλακάς του, όπως σε εκείνη την ταινία του Χόλιγουντ.