Η στρατηγική είναι βασισμένη σε ένα σαφές και καλά τεκμηριωμένο σκεπτικό. Η κυβέρνηση είναι επικίνδυνη και ανίκανη. Λέει ψέματα, δεν έχει πρόγραμμα, προβλέπει ανάπτυξη όταν η ΕΛΣΤΑΤ ανακοινώνει ύφεση. Και όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, υποστηρίζεται από μια ισχνή μειοψηφία. Συμπέρασμα: οποιαδήποτε συναίνεση σε οποιοδήποτε θέμα είναι άτοπη και όσοι υποστηρίζουν κάτι τέτοιο δεν έχουν θέση στο κόμμα. Ο μόνος δρόμος είναι ολομέτωπη αντιπολίτευση παντού. Μέχρι την προκήρυξη εκλογών.

Ξεκάθαρα πράγματα. Κι ένας ηγέτης που ξέρει τι θέλει. Ο δρόμος όμως έχει τέσσερα αγκάθια. Το πρώτο είναι μια εγγενής αντίφαση: πώς μπορείς να ζητάς το κλείσιμο της αξιολόγησης, ξεκαθαρίζοντας μάλιστα ότι δεν θα ψηφίσεις κανένα από τα μέτρα που θα κατατεθούν, και την ίδια στιγμή να απαιτείς τη διενέργεια εκλογών; Είναι σαν να ελπίζεις ότι οι 153 βουλευτές της πλειοψηφίας πρώτα θα ψηφίσουν εν χορώ κάτι στο οποίο δεν πιστεύουν και στη συνέχεια θα αυτοδιαλυθούν.

Το δεύτερο αγκάθι είναι η στάση των ξένων. Οι δανειστές φαίνεται να επιθυμούν η σημερινή κυβέρνηση να αντέξει όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Επειδή φοβούνται τι θα συμβεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ περάσει πάλι στην αντιπολίτευση. Κι επειδή δεν έχουν πειστεί από το οικονομικό πρόγραμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ευρωπαίοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι φτάνουν έτσι να φαντασιώνονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «ωρίμασε» και ότι ο Πρωθυπουργός είναι πια ένας «ντε φάκτο σοσιαλδημοκράτης».

Ο αρχηγός της ΝΔ είναι «λογικά» ο επόμενος πρωθυπουργός. Δεν μπορεί όμως να επιβάλει τη διεξαγωγή εκλογών, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι σύμμαχοί του τον Δεκέμβριο του 2014. Και οι δημοσκοπήσεις, όσο συντριπτικές κι αν είναι, δεν μπορεί να ρίξουν μια κυβέρνηση. Ούτε η ΕΛΣΤΑΤ. Ο Μητσοτάκης –και αυτό είναι το τρίτο αγκάθι –είναι υποχρεωμένος λοιπόν να περιμένει.

Το τελευταίο αγκάθι είναι η πιθανή μετεκλογική αβεβαιότητα. Η ΝΔ θα ήθελε φυσικά αυτοδυναμία. Αλλά αυτό ούτε βέβαιο είναι ούτε συνάδει με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Θα πρέπει λοιπόν να οικοδομηθούν από τώρα συμμαχίες, κάτι που δεν είναι συνώνυμο με την «αλίευση» δυσαρεστημένων βουλευτών. Γιατί το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στον τόπο είναι να προκληθεί αδιέξοδο μετά τις κάλπες και να προκηρυχθούν νέες εκλογές με απλή αναλογική.

Η μηδενική συναίνεση είναι έτσι θεμιτή, αλλά εμπεριέχει ρίσκο. Και αν η τύχη είναι συνήθως με τους τολμηρούς, μερικές φορές δυσκολεύεται να τους ξεχωρίσει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει την πολυτέλεια να περιορίζεται στην καταγγελία του ιδεολογικού αντιπάλου του ή στις προειδοποιήσεις προς τους «frondeurs» του κόμματός του. Πρέπει και να πείσει ότι είναι ο ηγέτης που θα ανορθώσει μια γονατισμένη οικονομία, θα καθησυχάσει μια φοβισμένη κοινωνία και θα εκσυγχρονίσει ένα αρτηριοσκληρωτικό κράτος. Είναι ικανός, είναι νέος, είναι φιλόδοξος. Δεν έχει βρει όμως ακόμη όλα τα κομμάτια του παζλ.