Εθνική ενόψει πλεύση σε όντως «αχαρτογράφητα νερά». Οπου μπορεί να ελλοχεύουν αστάθμητοι δηλαδή παράγοντες, ως αποτέλεσμα μιας νέας αμερικανικής πολιτικής, σε σχέση με κρίσιμα προβλήματα που επιδρούν στα καθ’ ημάς. Είτε άμεσα. Για όσα συνάπτονται προς τις διμερείς σχέσεις της Ελλάδος με την πλανηταρχία. Είτε κι έμμεσα. Με όρους περιφερειακών εξελίξεων κι ενδεχομένως αναδιατάξεων που θ’ ανακύψουν από τις ανελισσόμενες (και παροξυνόμενες) συγκρουσιακές διαδικασίες. Στην πύρινη περίμετρο των οποίων κι εφαπτόμεθα. Συναποβαίνοντας ήδη αποδέκτες μέρους των συνεπειών, όπως εκδηλώνονται με τις ασύμμετρες προσφυγικές ροές. Το βάρος των οποίων και θ’ αποβεί ασήκωτο: Αφενός εάν αυτές διογκωθούν. Και αφετέρου εάν δεν υπάρξει μερισμός τους και από άλλους.

Παρόλο που, όπως είπε ανώτερος διπλωμάτης στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, «η αμερικανική πολιτική δεν αναπροσαρμόζεται κατά το δοκούν εκείνων που την υπηρετούν, αλλά μάλλον αυτοί αναγκάζονται να προσαρμοσθούν προς αυτήν», εντούτοις: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά τις δομικές ανατροπές που οι κάλπες προκάλεσαν, είναι βέβαιο πως θα επιχειρηθούν κάποιες άλλες προσεγγίσεις σε μείζονα ζητήματα. Κάτι που εάν επισυμβεί, θα επιφέρει αναθεώρηση και σχέσεων και στοχοθεσιών. Κι αυτό, χωρίς να μετακινηθούν ενδεχομένως οι βασικοί στρατηγικοί άξονες. Τουλάχιστον αυτό διαβιβάζουν κάποιες από τις μετεκλογικές αναφορές του νέου προέδρου, σε ζητήματα που αποτελούν κομβικούς κώδικες για το σύστημα. Παρόλο που επισημαίνονται κάποιες διαθέσεις «στρογγυλοποιήσεως» όσων αιχμηρών διακηρύξεων είχαν διατυπωθεί από τον ίδιο προεκλογικά.

Ετερον εκάτερον. Γιατί για την Αθήνα ειδικότερα η έννοια τέτοιων αστάθμητων προοπτικών είναι περίπου ισοδύναμη με το κενό. Καθώς: Τα προβλήματα πρώτης γραμμής που την ταλανίζουν (όχι μόνο τα οικονομικά) επιβαρύνουν την εν πολλοίς αδιέξοδη τροχιά της. Και κάθε ανάδρομη δυναμική μπορεί ν’ αποβεί έως και μοιραία. Εάν κάποιες πολιτικές (ή έξωθεν αποφάσεις) οδηγήσουν σ’ επισημοποίηση της χρεοκοπίας, στην οποία η αδυσώπητη διόγκωση του χρέους αφεύκτως οδηγεί. Και όχι μόνο, αλλά και αν οι εταίροι-δανειστές, για οποιουσδήποτε λόγους, αφαιρέσουν τον δανειακό αναπνευστήρα! Κατεβάζοντας δηλαδή τον διακόπτη. Το απευκταίο μεν. Πλην καθόλου αποκλειστέον.

Οχι λοιπόν διότι μέχρι τώρα η Ουάσιγκτον προχώρησε σε αποφασιστικές ενέργειες. Αλλά οι έστω και σ’ επίπεδο ρητορείας παρεμβάσεις (και οι σαφείς τουλάχιστον συστάσεις) προς την κατεύθυνση των ευρωπαίων εταίρων υπήρξαν θετικές. Και ως συνηγορία, δεν ήταν αμελητέες, αλλ’ αντιθέτως επέδρασαν –σε κρίσιμες φάσεις –αποτρεπτικά ως προς τα χειρότερα. Πέραν όμως αυτού, είχε καθιδρυθεί παραγωγικός διάλογος με την Αθήνα κι ενεργοποιήθηκαν επικοινωνιακά κανάλια με την Ουάσιγκτον. Η οποία κι επ’ εσχάτων αποτιμούσε θετικότερα τη στρατηγική σημασία της Ελλάδος ως σταθεροποιητικού παράγοντα στη σπαρασσόμενη σεισμογενή περιοχή.

Η εν πολλοίς αδόκητη όμως αλλαγή φρουράς αποσταθεροποιεί οπωσδήποτε αυτές τις δεδομένες ισορροπίες. Γιατί ό,τι και αν λέγεται και όπως και αν εκτιμάται, είναι σε μεγάλο βαθμό (προς το παρόν) ασύμμετρη. Με την έννοια κυρίως του απρόβλεπτου, όσον αφορά την αντίληψη και την πολιτική που θα διαμορφωθεί. Και ταυτόχρονα του εγγενούς «εκ χαρακτήρος» αυθορμητισμού του νέου πλανητάρχη. Που τουλάχιστο σ’ επίπεδο κεντρικών επιλογών (όπως είναι τα νεοταξικά ιδεολογήματα και η συναπορρέουσα παγκοσμιοποίηση) τον βρίσκουν στον αντίποδα. Ή περίπου. Ενώ αντιθέτως από το στενό περιβάλλον του, εκπέμπονται ριπές εθνικιστικού οίστρου και ανάλογου «φυλετικού εκλεκτισμού». Οπόταν: Μέρος αυτών των ενδεχομένων αναθεωρήσεων (εφόσον υιοθετηθούν ως στοχοθεσίες και δρομολογηθούν ως νέα προσέγγιση) μας επηρεάζουν άμεσα. Ιδιαίτερα εάν αυτές μεταφρασθούν με όρους απομονωτισμού. Κάτι που απευχόμαστε μεν. Αλλά και που πρέπει να διαχειρισθούμε.