Υπήρξε φίλη του Μπέκετ –ο οποίος τη χαρακτήρισε «αξέχαστη Γουίνι» στις «Ευτυχισμένες μέρες» –και του Τσαρούχη. Επαιξε στην πρώτη παράσταση του έργου «Οι μύγες» του Ζαν-Πολ Σαρτρ. Αγόρασε το θέατρο Γκετέ Μονπαρνάς, το 1949, όπου για σειρά ετών σκηνοθετούσε και πρωταγωνιστούσε σε έργα του Μπίχνερ, του Κοκτό, του Σο, του Μιραμπό, του Ουγκώ. Το 1957 στο Ρόαγιαλ Κορτ Θίατερ ερμήνευσε σε παγκόσμια πρώτη τον μοναδικό γυναικείο ρόλο στο μπεκετικό «Το τέλος του παιχνιδιού», σε σκηνοθεσία Ροζέ Μπλεν. Στην Ελλάδα σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε δύο φορές (1966, 1973) το έργο του Μπέκετ «Ω, οι ωραίες μέρες», ενώ στο ΚΘΒΕ σκηνοθέτησε το «Τέλος του παιχνιδιού», του ίδιου συγγραφέα. Το 1971 συμμετείχε στην παράσταση του έργου «Δυο φορές ΧΧ» που παρουσίασε ο Λούκα Ρονκόνι στο Θέατρο των Εθνών στο Παρίσι. Επαιξε σε κινηματογραφικές ταινίες (ανάμεσα σε άλλες στη «Μήδεια» του Πιερ Πάολο Παζολίνι) και μετέφρασε πολλά θεατρικά έργα. Συνεργάστηκε με τον Φελίνι. Εβγαλε τον Μπελμοντό στο θεατρικό κουρμπέτι. Υπήρξε σύντροφος του λόγιου και μεταφραστή του Παπαδιαμάντη Μισέλ Σονιέ και του μεγάλου ζωγράφου Θάνου Τσίγκου.
Η ηθοποιός Χριστίνα Τσίγκου ανήκε σε εκείνη την παράλληλη Ελλάδα της δημιουργίας και της επιδραστικότητας, της οποίας όμως στερούμαστε την πλήρη χαρτογράφηση (πλην μιας εκπομπής του «Παρασκηνίου» με αφιέρωμα σε αυτήν από την παλιά ΕΡΤ). Ενας φροντισμένος τόμος σε επιμέλεια του δικού μας ποιητή και συγγραφέα Θανάση Θ. Νιάρχου έρχεται τώρα να φωτίσει κάτι από τον βίο της πληθωρικής αυτής γυναίκας που πέθανε το 1973 (γεννήθηκε το 1920 στο Κάιρο από έλληνες γονείς). Η έκδοση ταξινομεί μια σειρά επιστολών της στη συγγραφέα Νίκη Καραγάτση και στον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη, ενώ διανθίζεται από κείμενα των δύο αλλά και των Γιάννη Τσαρούχη, Σταμάτη Φασουλή και Θανάση Νιάρχου. «Ενα μεγάλο διάστημα η Χριστίνα είχε νοικιάσει ένα φωτεινό ρετιρέ και σ’ αυτό το σπίτι την βρήκε η δικτατορία. Λίγο πριν από το πραξικόπημα σ’ ένα μεγάλο τραπέζι που το βάραγε ο ήλιος απ’ την μπαλκονόπορτα σχεδιάζαμε τη “Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη. Κουβεντιάζαμε για το σενάριο, ψάχναμε από πλούσιους φίλους της τα λεφτά της παραγωγής, γυρίζαμε δοκιμαστικά. Ολα αυτά σταμάτησαν με το μούδιασμα της 21ης Απριλίου. Κουβέντες αν θα μείνουμε, αν θα φύγουμε. Ενα άθλιο κλίμα εκκρεμότητας και αμφιβολίας» αναφέρει ο Παντελής Βούλγαρης στο δικό του κείμενο στον τόμο που αποκλειστικά προδημοσιεύουμε. Η Τσίγκου, αθόρυβα αλλά επιδραστικά, μοιάζει να συνενώνει κόσμους, ιδέες, υπόγεια καλλιτεχνικά ρεύματα, φίλους και σπουδαία πρόσωπα. Μοιάζει με εκείνες τις περιπτώσεις ανθρώπων που ενώ δεν πέρασαν ακριβώς στην κεντρική σκηνή των πραγμάτων (αν και ως ηθοποιός απόλαυσε χειροκρότημα) στάθηκαν απόλυτα ενθαρρυντικοί και καθοριστικοί για καλλιτεχνικά σχέδια. «Αλλες φορές –όχι εύκολα –μιλούσε για την προηγούμενη ζωή της, βρίσκοντας ξεκαρδιστικές ιστορίες για τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό ή τον Μισέλ Πικολί που είχαν ξεκινήσει κοντά της, στο δικό της θέατρο. (Ακόμα θυμάμαι τον Πικολί στο Βελιγράδι, σ’ ένα φεστιβάλ, να κλαίει για τον πρόσφατο χαμό της)» συμπληρώνει ο Βούλγαρης και έχει ενδιαφέρον πως τις ιστορίες που εκείνος άκουγε ή μοιραζόταν με την Τσίγκου στο σπίτι της εν μέσω χούντας, τις άκουσε έπειτα από καιρό από τον Αντώνη Μπριλλάκη. Και αυτό αφού ο αριστερός πολιτικός κρυβόταν για καιρό στο σπίτι της Τσίγκου στο Κολωνάκι και άκουγε όλες τις συνομιλίες των Τσίγκου – Βούλγαρη κρυφά και χωρίς ο σκηνοθέτης να το ξέρει!
Γιαννης Τσαρούχης

«Ηταν Αιγύπτια στο βάθος»

«Μαζί προετοιμάσαμε τη μελλοντική σκηνοθεσία του Μπέκετ στα ελληνικά που τον είχε παίξει, νομίζω, αγγλικά και στο αγγλικό θέατρο. Ηταν Αιγύπτια στο βάθος. Είχε την αδρότητα και την αμεσότητα της αιγυπτιακής τέχνης και συνεχώς αρνιόταν προτάσεις να παίξει στο θέατρο, αναπολώντας τις παραστάσεις που είχε δώσει στο δικό της θέατρο, παραστάσεις που γι’ αυτές μου είχε μιλήσει με τα κολακευτικότερα λόγια η Λίλα ντε Νόμπιλι». Και επίσης γράφει ο μεγάλος ζωγράφος: «Από την Τσίγκου γνώρισα τον Μπέκετ, που ήρθε με τη γυναίκα του στην Ελλάδα και επισκέφτηκε το ατελιέ μου. Η τέχνη μου δεν τον ενδιέφερε, δεν κατάλαβε το νόημα της επανάστασης που έκανα, ο ίδιος έκανε μιαν άλλη επανάσταση προς το αντίθετο μέρος. Σεβάστηκα όμως απόλυτα τη γνώμη του για το σκηνικό».
Επιστολή στον Π. Βούλγαρη
«Εγραψα στον Αντρέα Εμπειρίκο»
Ρώμη 20/10/1968
Αγαπητέ μου Παντελή,
Βρήκα το γράμμα σου χθες επιστρέφοντας από τον Φελίνι. Με πήρε χτες η γραμματέας του στο τηλέφωνο για να πάω. Πήγα. Είχε δύο φωτογραφίες μου μπροστά του (της Γαλλίδας, που του είχα στείλει από την Ελλάδα). Μου είπε ότι ήθελε να μου πει πόσο το μούτρο μου του αρέσει και πως θέλει να δουλέψουμε μαζί. Πως δεν είναι ακόμα σίγουρος αν υπάρχει ρόλος για μένα σ’ αυτή την ταινία. Με ρώτησε αν θα μείνω στη Ρώμη τον χειμώνα. Είπα ναι (τι άλλο να πω). Του έδειξα και τις δικές σου φωτογραφίες και αυτές του Μιχάλη και τις κοίταξε με πολλή προσοχή. Του είπα πως ήμουν και ηθοποιός κωμικιά. Μου είπε ότι ήταν το τελευταίο πράγμα που θα σκεφτόταν βλέποντας τις φωτογραφίες. Οτι αυτός με σκεφτόταν για ρόλο όχι κωμικό. Του είπα ότι δεν ήταν απαραίτητο να μου δώσει μεγάλο ρόλο αν δεν υπήρχε σ’ αυτή την ταινία, αλλά και μικρός ρόλος θα μου έκανε μια χαρά. Είπε δεν ξέρει, θα δει. Πως αν τυχόν μου έρθει να φύγω από τη Ρώμη, να τον πάρω τηλέφωνο δύο μέρες πριν να τον ρωτήσω τι γίνεται. Αυτά. Από τη μία δεν είναι τίποτα, από την άλλη για να βάλει να μου τηλεφωνήσουν να πάω θα πει πως ξέρει πως υπάρχω. Η ταινία του, βέβαια, έχει αναβληθεί. Θα κοιτάξω και αλλού για δουλειά.
Παντελή, έγραψα στον Αντρέα Εμπειρίκο ότι αν δεν μπορεί εκείνος να μου στείλει τις φωτογραφίες του, να σε παρακαλέσει εσένα, αλλά νομίζω ότι ξέχασα να του δώσω το τηλέφωνό σου. Περίμενε δυο-τρεις μέρες μήπως αποφασίσει και τις στείλει ο ίδιος κι έπειτα άφησέ του ένα σημείωμα με το τηλέφωνό σου ή τηλεφώνησε σπίτι του και άφησε το τηλέφωνό σου σ’ όποιον απαντήσει. Η διεύθυνσή του είναι Νεοφύτου Βάμβα 4 ή 6. Το τηλέφωνο 715414.
Αν σου κάνει κέφι και έχεις καιρό, γράψε μου νέα. Βάλε μου όμορφα και διαφορετικά γραμματόσημα γιατί ο κύριος της πανσιόν Toscana τα μαζεύει.
Σε φιλώ, Χριστίνα
ΥΓ: Λυπάμαι πολύ για τις φωτογραφίες του Πανουσόπουλου. Πρώτα για τον κόπο που έκανε άδικα κι έπειτα επειδή μ’ άρεσε πολύ όπως είχε φωτογραφίσει το πρώτο σκετς του «Μέχρι το πλοίο». Δεν πιστεύω ότι φταίει αυτός, μάλλον φταίει το εργαστήριο ή το φιλμ. Για μένα οι δικές σου φτάνουν και με το παραπάνω για να δείχνω στους σκηνοθέτες και παραγωγούς. Κοίταξε να γράψεις κανένα σενάριο.
Επιστολή στη Νίκη Καραγάτση
«Αρχισα δουλειά με τον Φελίνι»
26.2.69
Αγαπητή Νίκη,
σ’ ευχαριστώ για το γράμμα σου, με συγκίνησε όσο δε λέγεται, ήταν τόσο διαφορετικό από τα περισσότερα που έλαβα απ’ την Ελλάδα. Δεν απάντησα αμέσως γιατί η υγεία μου έχει χάλια (ρευματισμούς στα χέρια που κάνουν κι ένα μολύβι να κρατώ να είναι πρόβλημα, και άσθμα σχεδόν συνέχεια, τόσο που φοβάμαι μήπως του έχει προστεθεί χρόνιος βρογχίτης) που δεν ήξερα τι να σου πω και τι σόι δανεικά να σου γυρέψω. Το κακό που μου κάνανε αυτοί οι 4 1/2 μήνες μέσα σ’ αυτή την υγρασία, το κρύο και τη φτώχεια, δεν ξέρω πόσος καιρός από καλοπέραση και περιποίηση θα μου χρειαζότανε για να το σβήσει, κι αν σβήνεται. Και μου έχει έρθει μια τρομερή περιφρόνηση για τους άλλους φίλους, κάπως πλούσιους, στους οποίους γύρεψα μια βοήθεια για ν’ αντέξω σε λίγο καλύτερες συνθήκες μέχρι τον Μάη και μου την αρνήθηκαν. Τώρα άρχισα δουλειά με τον Φελίνι. Δεν ήταν αποφασισμένος να με πάρει σ’ αυτήν την ταινία, όπου είναι όλο τέρατα και άνθρωποι ανώμαλοι και διεφθαρμένοι, αλλά όταν είδε σε τι ανάγκη βρίσκομαι έβαλε και μου βάψανε τα μούτρα σε τρόπο που να μη με αναγνωρίζουν, για να με χώσει σε διαφορετικές σκηνές. Πληρώνουν άσκημα, γιατί όλοι θέλουν να δουλέψουν με τον Φελίνι (πολλοί προσφέρονται τζάμπα) και οι παραγωγοί το εκμεταλλεύονται αυτό. Αλλά έχω προοπτικές δουλειάς σε πολλές άλλες ταινίες, που θα γυριστούν από τον Απρίλη και το καλοκαίρι. Φαντάζομαι μέχρι το Πάσχα να έχω ένα ή δύο συμβόλαια. Οτι θα δουλέψω –αν δεν πέσω σοβαρά άρρωστη –το ξέρω, αυτό που δεν ξέρω είναι αν ο Μιχάλης θα δεχτεί να κάνει υπομονή λίγους μήνες πριν πουλήσει το σπίτι μου του Παρισιού όπως λογαριάζει να το κάνει, ώστε να μαζέψω ένα πρώτο ποσό για να του το δώσω, να μη χάσω το σπίτι. Ωσπου να έχω κερδίσει λεφτά, ή μάλλον ώς τον Μάη, θα ήθελα αυτό από σένα Νίκη, αν μπορείς: Θέλω να φροντίσεις να μη ξενοικιαστεί το σπίτι της οδού Λουκιανού. Εχω γράψει στον Σκαλιόρα να πουλήσει τον μικρό πίνακά μου του Τσαρούχη, για να πληρώσει τον Γενάρη και τον Φλεβάρη νοίκι και κοινόχρηστα. Δεν θέλω να χάσω αυτό το διαμέρισμα. Αν μπορείς, κάνε αυτό για μένα. Ο ιδιοκτήτης λέγεται Κουρουσόπουλος, Χάρητος 41, τηλ. 713532. Μόλις πιαστώ στον κινηματογράφο θα έρχομαι συχνά στην Αθήνα –ο ατζέντης θα κοιτάζει τις δουλειές μου –και έχω ανάγκη από αυτή τη μεγάλη ταράτσα, όπου περπατούσα μαθαίνοντας τα ποιήματα και τους ρόλους μου, που ήταν κοντά στον ουρανό και συνάμα στο κέντρο. Θα έρθω στις 23 Απριλίου για τη δίκη μου, αν δεν αναβληθεί, και τότε θα κανονίσω κι αυτά.
Φιλιά στη Μαρίνα, τον Φίλιππο, τον Δημήτρη.
Σε φιλώ πολύ, Χριστίνα

info

Χριστίνα Τσίγκου, «Επιστολές στη Νίκη Καραγάτση και τον Παντελή Βούλγαρη». Πρόλογος: Παντελής Βούλγαρης, Μαρίνα Καραγάτση, Γιάννης Τσαρούχης, Σταμάτης Φασουλής. Επιμέλεια: Θανάσης Θ. Νιάρχος. Εκδ. Μετρονόμος

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.