Θα ήταν γεύμα καταλλαγής. Θα ήταν, αν η σχέση του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο χρειαζόταν κάποια επιδιόρθωση. Ομως το χθεσινό τρίωρο γεύμα Τσίπρα – Ιερωνύμου στην Αγίας Φιλοθέης απλώς επιβεβαίωσε μια σχέση που δεν έπαψε ποτέ να είναι θερμή. Και κυρίως πολιτικά λειτουργική.

Η λειτουργικότητά της αποδείχτηκε όχι μόνο από την ευκολία με την οποία ξεπεράστηκε η καχυποψία για τα Θρησκευτικά –μετά τις διαβεβαιώσεις στα όρια της γονυκλισίας που απέσπασε η Αρχιεπισκοπή από τον νέο υπουργό Θρησκευμάτων. Αποδείχτηκε και από την ετοιμότητα της κυβέρνησης να διευκολύνει την επομένη της ορκωμοσίας της τη ρευστότητα των ιερών μητροπόλεων –ανεβάζοντας το όριο αναλήψεων στα 10.000 ευρώ. Η απόφαση υπέρ της αναλήψεως πρέπει να ήταν η πρώτη που υπέγραψε –στις 25 Σεπτεμβρίου –ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Γιατί λοιπόν να αφήσει κανείς τις δογματικές διαφορές να σκιάσουν μια σχέση τόσο καρποφόρα;

Η αλήθεια είναι ότι ο Τσίπρας από πολύ νωρίς είχε υπηρετήσει με συνέπεια την τακτική των ανέφελων σχέσεων με την Εκκλησία –έστω κι αν αυτό σήμαινε την αναστολή προγραμματικών διακηρύξεων του ΣΥΡΙΖΑ. Πολιτικά το είχε ανάγκη όσο ήταν ακόμη ενεργές οι συντηρητικές φοβίες απέναντι στην αδοκίμαστη Αριστερά. Το έχει ανάγκη πρωτίστως τώρα που κυβερνά. Ακόμη κι αν δεν υπήρχαν οι ΑΝΕΛ, δεν είναι πολύ πιθανό ότι ο Τσίπρας θα σπαταλούσε πολιτικό κεφάλαιο για ζητήματα «πολυτελείας», όπως ας πούμε τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών ή ο χωρισμός Εκκλησίας – Κράτους. Εχει άλλωστε και το αριστερό άλλοθι των ρεαλιστών που διατείνονται ότι η ελληνική κοινωνία είναι ήδη πολύ τραυματισμένη για να δηλητηριαστεί με νέες εστίες διχασμού για ζητήματα ταυτότητας και αξιών. Αυτά μπορούν να περιμένουν.

Ακόμη κι αν ο Πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένος να μπει στο ναρκοπέδιο των culture wars –των πολιτικών αναμετρήσεων για αυτά τα πολιτισμικά ζητήματα –δεν του αφήνει χώρο ο Αρχιεπίσκοπος.

Ο Ιερώνυμος δεν δείχνει να δεσμεύεται από το πορτρέτο του «προοδευτικού» που του είχαν φιλοτεχνήσει μετά την ανάρρησή του. Αντιθέτως. Επαναφέρει στο κήρυγμα της επίσημης Εκκλησίας τη ρητορική περί «Φραγκιάς» που απεργάζεται το «ξεθεμελίωμα των παραδόσεών μας» και περί «εχθρών εντός των τειχών» που, μαζί με τη Φραγκιά, μεθοδεύουν –μεταξύ άλλων –την «υποβάθμιση της γλώσσας» και την «επιβολή της διαστροφής».

Είναι σαν να ακούει κανείς τον μακαριστό προκάτοχό του. Και πάντως όποιο πνεύμα κι αν ακούει στα λόγια του Ιερωνύμου, δεν είναι το πνεύμα μιας Εκκλησίας που θα ήταν διατεθειμένη να βγάλει την ατζέντα των σχέσεών της με την Πολιτεία από την απολίθωση.

Σε αυτή τη φάση δεν το θέλει ούτε η Πολιτεία. Και οι δύο πλευρές απολαμβάνουν την καισαροπαπική τους ισορροπία.