Ο Γουίλ Τέρνερ είναι Βρετανός, συντονιστής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, συνηθισμένος στις αποστολές στην Αφρική. Στο κέντρο των ΓΧΣ στο Καϊλαχούν της Σιέρα Λεόνε έφτασε πριν από δύο εβδομάδες. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, η επιδημία του Εμπολα έχει κοστίσει ήδη σχεδόν 1.200 ζωές στη χώρα. Μόνο σε αυτό το ιατρικό κέντρο, που άνοιξε τον Ιούνιο, έχουν επιβεβαιωθεί περισσότερα από 500 κρούσματα. Λιγότεροι από τους μισούς αυτούς ανθρώπους βγήκαν ζωντανοί.

Τον φόβο μήπως κολλήσει και ο ίδιος, ο Τέρνερ τον έχει προσπεράσει. Εχει συναίσθηση του κινδύνου, φυσικά, αλλά ο φόβος μπορεί να σε κάνει να παραλύσεις ή να φέρει έναν λάθος χειρισμό, απλώς δεν είναι χρήσιμος. Εκείνο που τον δυσκολεύει συναισθηματικά είναι το γεγονός ότι δεν μπορεί ούτε καν να αγγίξει ένα παιδί προκειμένου να το παρηγορήσει∙ ότι το παιδί αυτό δεν μπορεί καν να δει το πρόσωπό του, έτσι όπως είναι αναγκασμένος να ντύνεται σαν κοσμοναύτης. Το πιο δύσκολο από όλα, όμως, είναι πως κάθε μέρα αναγκάζεται να διώχνει ασθενείς, αφού στο κέντρο δεν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες θέσεις νοσηλείας. «Χρειαζόμαστε ανθρώπους, περισσότερο εξοπλισμό, περισσότερη υποστήριξη» λέει.

Η Φλοράνς Ρισάρ είναι Γαλλίδα, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Λιμπερασιόν». Εδώ και δύο εβδομάδες, στέλνει ανταποκρίσεις από τη Μονρόβια της Λιβερίας. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, η επιδημία του Εμπολα έχει κοστίσει ήδη σχεδόν 2.500 ζωές στη χώρα. Μόνο τις τελευταίες 21 ημέρες διαγνώσθηκαν 1.100 νέα κρούσματα. Λιγότεροι από τους μισούς αυτούς ανθρώπους θα βγουν ζωντανοί.

Δύο συμβουλές πήρε μαζί της η Ρισάρ φτάνοντας στη Μονρόβια. Την πρώτη, της την έδωσε μία συνάδελφος: «Να πλένεσαι. Να πλένεσαι με χλώριο συνέχεια. Τα χέρια σου, τις μπότες, το στυλό, το τηλέφωνο –τα πάντα». Τη δεύτερη, ένα μέλος ανθρωπιστικής οργάνωσης: «Να μένεις πάντα σε απόσταση τριών μέτρων από τους άλλους και να προσέχεις πολύ την κατεύθυνση του ανέμου». Την πρώτη, την τηρεί μετά μανίας. Τη δεύτερη, διαπίστωσε πως είναι αδύνατο να την τηρήσει αν θέλει να κάνει τη δουλειά της. Στην τσάντα της έχει πάντα και ένα θερμόμετρο, από αυτά που θυμίζουν λίγο πιστόλι, λίγο σεσουάρ. Το χρησιμοποιεί όμως σπάνια, αφού ένα ανάλογο θερμόμετρο σε περιμένει στη Μονρόβια σε κάθε είσοδο, από εκείνη του σουπερμάρκετ μέχρι εκείνες των δημόσιων κτιρίων. «Πολλές φορές καθημερινά φοβάμαι να ακούσω την ετυμηγορία του, όπως όλοι οι κάτοικοι της πόλης» λέει.

Για αυτούς τους δύο ανθρώπους και τόσους άλλους σαν αυτούς, μόνο σεβασμός.