Το Ποτάμι, το νεοσύστατο κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη, με τα υψηλά (για την ηλικία του) δημοσκοπικά ευρήματα, φαίνεται ότι είναι ακόμα μια αφορμή διαξιφισμών ανάμεσα σε αναλυτές της πολιτικής ζωής της χώρας. Είναι το κόμμα που θα σημάνει μια νέα περίοδο, στην οποία θα επισφραγίζεται η βαθμιαία απομάκρυνση από το προσκήνιο των παλαιών προσώπων και μηχανισμών; Ή, απλό «μιντιακό» φαινόμενο, που κινείται σε περιοχές από τις οποίες απουσιάζει η πολιτική; Οι καθηγητές Περικλής Βαλλιάνος και Μιχάλης Ζουμπουλάκης συνοψίζουν τις δύο ερμηνευτικές προσεγγίσεις.

ΝΑΙ:Πίσω στην πραγματικότητα –Του Περικλή Σ. Βαλλιάνου

Οι απόψεις του κ. Λαφαζάνη για το Ποτάμι έχουν την ίδιαν ακριβώς αξία με όλες τις άλλες που εκφέρει, δηλαδή ακριβώς μηδενική. Απλώς κάνουν πιο πυκνό το τοξικό νέφος της κρατικοδίαιτης «επαναστατικότητας» που εδώ και χρόνια καταπνίγει την ελεύθερη σκέψη. Για να θυμηθούμε τον Λεωνίδα Κύρκο, η φευγαλέα υποψία και μόνο ότι τέτοιοι άνθρωποι θα μπορούσαν να μας κυβερνήσουν προκαλεί φρίκη. Η χοντροκομμένη αναίδειά του πάντως είναι χρήσιμη: αν Το Ποτάμι έχει ρίξει πάγο στην ονείρωξη της εξουσίας που συνταράσσει αυτόν και την αλλόκοτη φράξιά του έχει ήδη προσφέρει πολύτιμη υπηρεσία. Οι κομματικοί του φίλοι (και υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι ανάμεσά τους) ας αναλογιστούν ότι όσο κρέμεται από τον λαιμό τους μια τέτοια πέτρα ελαχιστοποιούνται και οι δικές τους ελπίδες.

Ο κ. Λαφαζάνης πάντως πράττει κατά τα αναμενόμενα. Πολύ πιο θλιβερές, όμως, και εξοργιστικές είναι οι ανοησίες που εκπέμπονται από ανθρώπους που υποτίθεται ανήκουν στην «Κεντροαριστερά», τη «Σοσιαλδημοκρατία» κ.λπ. Αναφέρομαι κατ’ αρχάς στον γραμματέα του ΠαΣοΚ ο οποίος ως γνωστόν παρομοίωσε Το Ποτάμι με τη Χρυσή Αυγή. Κανονικά δεν αξίζει απάντηση. Αλλά επειδή τέτοιες χυδαιολογίες τροφοδοτούν τον πολιτικό χουλιγκανισμό (στον οποίο βέβαια το κόμμα του διέπρεψε στο παρελθόν) δεν είναι εκ του περισσού οι ακόλουθες παρατηρήσεις. Το Ποτάμι δεν είναι κόμμα αντισυστημικό, αλλά εξωσυστημικό, έξω δηλαδή από τον ιστό της σάπιας κατεστημένης κομματοκρατίας. Δεν εχθρεύεται ούτε κατά διάνοια την κοινοβουλευτική συνταγματική τάξη, τα ατομικά δικαιώματα, τις φιλελεύθερες αξίες: αυτές είναι τα ιδεώδη του. Αυτοί που εξευτέλισαν τον κοινοβουλευτισμό χρησιμοποιώντας τους θεσμούς του ως μέσα προσωπικού πλουτισμού ήταν ακριβώς τα παλαιά κόμματα. Η παγκοίνως γνωστή διαφθορά τους, που καλυπτόταν κάτω από έναν αχαλίνωτο λαϊκισμό και εθνικισμό, είναι που τροφοδότησε πολιτικά και ιδεολογικά τη ΧΑ. Το Ποτάμι αγωνίζεται για την αποκατάσταση του κύρους των δημοκρατικών θεσμών και της λαϊκής εμπιστοσύνης σ’ αυτούς: οι θεσμικές του προτάσεις στοχεύουν να μηδενίσουν την κρατική διαφθορά και αυθαιρεσία αφαιρώντας έτσι προσχήματα από την κάθε αντιδημοκρατική μειοψηφία. Οσο φουσκώνει Το Ποτάμι τόσο θα αποδυναμώνεται η ΧΑ. Η τάση αυτή διαφαίνεται ήδη. Αν αυτό και μόνο καταφέρει το Ποτάμι θα έχει ήδη προσφέρει μεγάλη υπηρεσία.

Κάποιοι άλλοι από τον όμιλο των όψιμων ελαιοπαραγωγών (και κρίμα γιατί είναι νέοι άνθρωποι που θα περίμενε κανείς να εκφράζονται με κάποια περίσκεψη) αναφέρθηκαν σε «σαθρά» συνθήματα για «πολιτική χωρίς πολιτικούς» και – ακόμα χειρότερα – σε «μπερλουσκονισμό». Ας αρχίσουμε με το εύκολο, δηλαδή την συκοφαντία: όποιος ταυτίζει τον Σ. Θεοδωράκη με τη μιντιακή, οικονομική και ποδοσφαιρική αυτοκρατορία του Μπερλουσκόνι χρειάζεται επειγόντως βοήθεια με την καλωδίωση του εγκεφάλου του. Κανένα διδακτορικό Πολιτικής Επιστήμης δεν μπορεί να καλύψει τη γελοιότητα του ισχυρισμού. Το ίδιο ασύγγνωστη είναι και η ειρωνεία που διατυπώθηκε, βιαστικά θέλω να πιστεύω, από κάποιον που προσωπικά εκτιμώ βαθύτατα και για τη σκέψη και για τη μετριοπάθειά του και ο οποίος παραλλήλισε τον Σ. Θεοδωράκη με τον Λαζόπουλο.

Τον μπερλουσκονισμό, σε μια κεκαλυμμένη αλλά πολύ πιο κακοήθη μορφή, τον ζήσαμε ακριβώς τα τελευταία χρόνια, όταν (για να θυμηθούμε την αθάνατη φράση ενός θρυλικού πρωθυπουργού μας) «πέντε νταβατζήδες» είχαν αγορασμένο ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Και όλη λίγο πολύ τη δημόσια σφαίρα. Και ο λαζοπουλισμός ήταν η ιδεολογική μαγκούρα που εξασφάλιζε την παντοδυναμία αυτού του άυλου ολοκληρωτισμού. Μονάχα όταν θρυμματισθεί αυτό το τερατώδες πλέγμα κρατικοκαπιταλισμού και κομματοκρατίας, που εξαχρείωσε την κοινωνία μέσα από τον αναίσχυντο λαϊκισμό των ΜΜΕ ακριβώς για να της ρουφάει το μεδούλι, θα πεθάνει επιτέλους ο ένδοξος μπερλουσκονισμός μας. Και σ’ αυτό θέλει να συμβάλει Το Ποτάμι.

Οσο για την «πολιτική χωρίς πολιτικούς» – πέρα από τη διαστρέβλωση: γιατί το σύνθημα είναι «πολιτική χωρίς τα παλαιά κόμματα». Ναι, Το Ποτάμι λέει (όπως το καταλαβαίνω): πολιτική χωρίς πολιτικάντηδες, πολιτική χωρίς πονηρούς πολιτευτές, πολιτική χωρίς άχρηστους, ανίκανους και αχόρταγους διαδρομιστές της εξουσίας, πολιτική χωρίς κλειστές μαφίες που κλέβουν την ελπίδα της ζωής από τόσα ικανότατα νέα παιδιά και τα διώχνουν από την πατρίδα τους. Σαθρός είναι αυτός που δεν συμμερίζεται αυτούς τους στόχους, τους ονομάζει «απολίτικους» και προτιμάει να παίζει παιχνίδια με εκείνους που έστησαν το παλαιό καθεστώς και εξακολουθούν να αγωνίζονται λυσσασμένα (είτε από την κυβέρνηση είτε από την αντιπολίτευση) για την επιβίωσή του.

Οι στόχοι αυτοί σηματοδοτούν ακριβώς επιστροφή στην πραγματική πολιτική. Είναι ό,τι το πολιτικότερο απαιτεί η σημερινή συγκυρία. Είναι η αυτοάμυνα της κοινωνίας απέναντι στην ψευτο-πολιτική και στην ψευτο-ιδεολογία των νεκροζώντανων κομμάτων. Των κομμάτων που μας προσέφεραν το ωραίον θέαμα υπουργών Οικονομικών που συστηματικά φοροδιαφεύγουν, υπουργών Συγκοινωνιών που κυκλοφορούν με πλαστές πινακίδες, υπουργών Δημοσίας Τάξεως που επαίρονται ότι άφησαν την Αθήνα να καεί και αργότερα μεταλλάσσονται σε διεθνείς οικονομολόγους, και βεβαίως ευρωβουλευτών που έκλεβαν τις κάλπες για να μη γίνουν εκλογές στα πανεπιστήμια.

Η επίκριση ότι Το Ποτάμι δεν έχει συγκεκριμένες θέσεις για τα φλέγοντα ζητήματα είναι μερικώς δικαιολογημένη – αν και έχει πολύ περισσότερες και πολύ πιο συγκεκριμένες από τα ανιαρά κουρελόχαρτα των παλαιών κομμάτων που ούτε τα ίδια τα παίρνουν στα σοβαρά, και πολύ πιο σαφείς από τις νεφελοκοκκυγίες των «επαναστατικών» ιερατείων. Είναι όμως κόμμα ενός μηνός, και έχει διακηρύξει ότι θα ψάξει τους έμπειρους εκείνους ανθρώπους από όλους τους χώρους που θα το βοηθήσουν να αναγνωρίσει και να προτείνει το συγκεκριμένο και το εφικτό προς όφελος εκείνων που μοχθούν, παράγουν και καινοτομούν. Το ότι ακούει, διστάζει, σκέφτεται πριν μιλήσει και ενίοτε απαντάει «δεν γνωρίζω» είναι πάντως από μόνο του μια επανάσταση στον δημόσιο λόγο. Οι παντογνώστες επαγγελματίες της πολιτικής μπορεί να το ειρωνεύονται αυτό, το θράσος τους όμως απαξιώνει μόνο τους ίδιους. Και χειρότερο γι’ αυτούς, ο κόσμος πια τους καταλαβαίνει.

Δεν γνωρίζω αν το πείραμα Ποτάμι θα τελεσφορήσει: οι αδυναμίες και τα εμπόδια είναι τεράστια. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι οι χλευαστές του είναι ό,τι το χειρότερο γι’ αυτόν τον τόπο.

Οι απόψεις αυτές εκφράζουν τον υπογράφοντα και μόνο.

* Ο Περικλής Σ. Βαλλιάνος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών

ΟΧΙ:Πολιτικό κόμμα χωρίς πολιτική;– Του Μιχάλη Ζουμπουλάκη

Την αυγή το ποτάμι πότισε την ελιά που κινδύνευε να ξεραθεί από τον καυτό ήλιο.

Οχι, δεν πρόκειται για ποιητική απόπειρα, ούτε για λογοτεχνικό δοκίμιο, αλλά για μια προσπάθεια κριτικής αποτίμησης του φαινομένου της από-ιδεολογικοποίησης της πολιτικής. Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: τι είναι ένα πολιτικό κόμμα; Απάντηση: είναι ένας συλλογικός φορέας υπεράσπισης των συμφερόντων μια κοινωνικής ομάδας με σαφή κοινωνικά ή οικονομικά ή εθνικά ή θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Προφανώς τα παραπάνω χαρακτηριστικά δεν είναι αλληλοαναιρούμενα. Μπορεί κάποιος να προτάσσει κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά (βλ. το κόμμα της εργατικής τάξης, παλιότερα το αγροτικό κόμμα κ.λπ.), ή κυρίως εθνικά χαρακτηριστικά (π.χ. παράταξη εθνικοφρόνων ή πατριωτών) ή τέλος κυρίως θρησκευτικά χαρακτηριστικά ή συνδυασμό με πολιτικά φρονήματα (χριστιανοδημοκράτες, χριστιανοσοσιαλιστές κ.λπ.). Ολοι οι συνδυασμοί είναι δυνατοί.

Ενίοτε στην πολιτική ιστορία ενός τόπου εμφανίζονται και προσωποπαγή κόμματα, που ταυτίζουν τα πολιτικά χαρακτηριστικά τους με τα ατομικά χαρακτηριστικά του ηγέτη τους (πχ. κόμμα Παπάγου, κόμμα Γεωργίου Παπανδρέου του πρεσβύτερου κ.ο.κ.). Γνωρίζοντας την ταυτότητα του αρχηγού, καταλαβαίνει κανείς την ιδεολογική τοποθέτηση του κόμματος.

Αντιγράφω από την κεντρική ομιλία του ιδρυτή του νέου κόμματος στα Χανιά: «Ναι, εμείς δεν έχουμε και δεν θα έχουμε έναν τόμο με γαλάζιες, πράσινες ή ροζ υποσχέσεις. Δεν έχουμε να θρέψουμε κανέναν κομματικό μηχανισμό, καμία συντεχνία – κανένα συμφέρον. Και έχουμε μια πρόταση για τα κόμματα: Να σκίσουνε τα προγράμματά τους, να σκίσουν τις ψεύτικες υποσχέσεις, αυτά που τους γράφουν οι διαφημιστές πριν τις εκλογές για να τις καταπατήσουν αμέσως μετά τις εκλογές. Να φτιάξουμε ένα εθνικό σχέδιο δράσης. Να πάρουμε τα 20 προβλήματα και να δώσουμε τις 20 λύσεις».

Καλά υπάρχουν μη πολιτικές λύσεις σε πολιτικά προβλήματα; Υπάρχουν λύσεις που δεν υπηρετούν κανένα συμφέρον; Καμιά συντεχνία; Ποιον υπηρετούν; Δεν μπορούν να τους υπηρετούν όλους ταυτόχρονα. Αν πεις γενικά και αόριστα «τον λαό», τοποθετείσαι μάλλον αριστερά. Αν πεις τον «ελληνικό λαό» δίνεις μια δεξιά απόχρωση. Αν πεις «την πατρίδα» τότε είσαι σίγουρα πιο δεξιά. Με δύο λόγια, δεν υπάρχουν ιδεολογικά ουδέτερες απαντήσεις. Ολα τα κόμματα κάποιον σκοπό επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν. Οι δεξιοί το κατεστημένο, οι αριστεροί την κοινωνική αλλαγή, οι χριστιανοί την πίστη τους, οι οικολόγοι το περιβάλλον, οι κυνηγοί τους θύτες, οι γυναίκες τα θύματα.

Οι καλές προθέσεις δεν αρκούν για να έχεις πολιτική σκέψη. Κυρίως δεν αρκούν για να κάνεις πολιτική πράξη. Ενα μόνο καυτό παράδειγμα. Τι θα πει «δίκαιος φόρος»; Δίκαιος για τον επιχειρηματία είναι ο ελάχιστος φόρος. Δίκαιος για τον μισθωτό είναι ο μικρότερος φόρος. Δίκαιος για τον αγρότη είναι ο καθόλου φόρος. Δίκαιος για τον εργάτη, είναι ο φόρος που πληρώνει ο εργοδότης του. Δεν υπάρχει αντικειμενική, επιστημονικά τεκμηριωμένη δικαιοσύνη. Μόνον δικαιότερη για κάποιους και πιο άδικη για κάποιους άλλους.

Στην ελληνική μυθολογία υπήρξαν πολλοί ποταμοί. Ο Πηνειός, ο Ξάνθος, ο Ευρώτας. Ολοι τους γέννησαν κορίτσια, τις γνωστές Νύμφες, ή αλλιώς Νεράιδες. Μύθοι, ποτάμια και νεράιδες!

* Ο Μιχάλης Ζουμπουλάκης είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας