Μετά τέσσερα έτη στην κρίση, δείχνει να ωριμάζει όλο και περισσότερο η ανάγκη να ξεπεραστεί το διπολικό σχήμα διαμάχης που επικράτησε. Η σχετικοποίηση της διάκρισης μεταξύ Μνημονίου και Aντιμνημονίου έχει αρχίσει μέσα από τις αλλαγές στις στρατηγικές θέσεις πολιτικών, δημόσιων προσώπων και ΜΜΕ που πραγματοποιήθηκαν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Η εμπειρία της Κύπρου ήταν επίσης καταλυτική. Προκύπτει όμως ακόμη πιο έντονα εξαιτίας της υφολογικής ομοιομορφίας που χαρακτηρίζει τα αντιτιθέμενα στρατόπεδα. Το παράδειγμα του οδυνηρού (όπως και αν αυτός προέκυψε) θανάτου ενός νέου ανθρώπου στο τρόλεϊ και, κυρίως, η σφοδρότητα της σύγκρουσης των αντίπαλων στρατοπέδων που ακολούθησε στα social media, αποτέλεσε αναπάντεχη κορύφωση. Αποκάλυψε όχι μόνο την απολυτότητα της διαφωνίας των δύο πόλων που επαναλαμβάνεται σε τακτά διαστήματα, αλλά το σημαντικότερο, μια γενικευμένη δυσφορία για το ότι και οι δύο πλευρές συμπίπτουν πια σε μια φανατική και βίαιη προχειρότητα θέσεων και εκφράσεων. Μια μνησίκακη συγχορδία σε μεγάλο βαθμό καλλιεργείται στο Διαδίκτυο, το οποίο έχει μεταμορφωθεί σε βασικό δίαυλο «σιχτιρίσματος» του διπλανού μας, του άλλου μας εαυτού.

Οπως με οξυδέρκεια επισήμανε ο Π. Παναγιωτόπουλος στο άρθρο του στα «ΝΕΑ» (17/8), τόσο ο αντιμνημονιακός εθνικολαϊκισμός όσο και ο φιλομνημονιακός πουριτανισμός συναντιούνται σε μια βαθιά και ανέξοδη ηθικολογία. Σε τελική ανάλυση, και για τους δύο το πρόβλημα είναι ζήτημα ανηθικότητας σε εθνικούς, οικονομικούς ή αισθητικούς όρους: για τους μεν την εκφράζουν οι άσπλαχνοι νεοφιλελεύθεροι και άκομψοι Γερμανοί (η Μέρκελ είναι η τέλεια προσωποποίηση), για τους δε οι σπάταλοι, απατεώνες και κιτσάτοι μικροαστοί Ελληνες (η σκυλοπόπ διασκέδαση, το επιστέγασμά τους). Σε αυτή τη σημαντική συμφωνία θα μπορούσαμε να προσθέσουμε άλλη μία. Τόσο η φιλοδραχμική οπισθοδρομικότητα των αντιμνημονιακών όσο και η αισθητική καθαρότητα – ανωτερότητα που προτάσσουν κάποιοι φιλομνημονιακοί μετέρχονται συχνά λεξιλόγιο και αναφορές που προδίδουν μια ομοιότροπη αγκύλωση στο παρελθόν. Οπως εύστοχα έχει σημειωθεί (π.χ. Ν. Μαραντζίδης), οι εκπρόσωποι του μεταρρυθμιστικού μετώπου τείνουν να θεμελιώνουν την πολιτική τους ταυτότητα (π.χ. Κεντροαριστερά) και τα όσα πρεσβεύουν σε διαχωρισμούς του παρελθόντος (εμφύλιος, δικτατορία), γεγονός που καθιστά τη ρητορική τους ξεπερασμένη και βαρετή για τις νεότερες γενιές και τα παραγωγικά στρώματα, εξίσου ξεπερασμένη με τις φιλοκομμουνιστικές ονειρώξεις του ριζοσπαστικού συντηρητισμού.

Ηθικολογία και παρελθοντολογία είναι η αχίλλειος πτέρνα της σύγχρονης πόλωσης. Εκεί προκύπτει και το έντονο αίτημα για ένα λόγο που θα τις ξεπερνά όχι μόνο στο καθαρά πολιτικό αλλά και σε ένα ευρύτερα πολιτισμικό πλαίσιο. Μερικές παράμετροι μιας εναλλακτικής υφολογίας απέναντι στον μανιχαϊστικό φανατισμό που έχει προκαλέσει το (αντι)Μνημόνιο θα μπορούσαν να είναι:

n Προσανατολισμός στο σήμερα και στο τι θα γίνει αύριο, όχι για να σβηστεί η ιστορική μνήμη αλλά για να αποκατασταθεί το κλονισμένο αίσθημα ασφάλειας για το μέλλον, ειδικά των νεοτέρων.

n Εκλαϊκευμένη περιγραφή των σύνθετων σχέσεων εξουσίας εντός και εκτός Ευρώπης που θα αντιπαλεύει τα κυρίαρχα σχήματα συνωμοσιολογίας ή τον «επιβαλλόμενο» δεκάλογο της τρόικας και θα προτάσσει ένα εθνικό σχέδιο μικρών αλλά εφικτών λύσεων απαλείφοντας από την πολιτική ρητορεία την ευκολία του «αντί».

n Ανένδοτος πραγματισμός και δημοκρατικό αίσθημα που θα αντιπαραβάλλεται διαρκώς στον επαναστατικό βερμπαλισμό και στην «προοδευτική» υπεκφυγή απέναντι στο Μνημόνιο ή στην τεχνοκρατική στεγνότητα υπέρ του (βλ. το παράδειγμα Μπουτάρη).

n Υπεράσπιση του δικαιώματος στη έννομη ευημερία και κατανάλωση, χωρίς αισθητικές ιεραρχήσεις, που θα αντιπαρέρχεται τον πουριτανισμό των κοινοτιστικών ή καλβινιστικών επαγγελιών και θα επαναφέρει διαρκώς την αξίωση μιας κοινωνίας με δυνατότητες πλουραλιστικής εξατομίκευσης.

n Μετριοπαθής αλλά σθεναρή αντίδραση σε κάθε μορφή και απόχρωση αντιδημοκρατικής βίας (βλ. το παράδειγμα Καμίνη).

n Στόχευση ενός κοσμοπολίτικου πατριωτισμού, πάντα με δυτικό προσανατολισμό, ως αντεπιχείρημα στον κλειστοφοβικό ευρωσκεπτικισμό αλλά και στον απλά μιμητικό ευρωπαϊσμό των περασμένων χρόνων.

n Αυτοσαρκαστικό χιούμορ.

Ο τρίτος δρόμος, ο συνδυασμός δηλαδή στοιχείων του λαϊκισμού και του ελιτισμού που επικρατούν σήμερα, δεν είναι σίγουρο ότι είναι εφικτός, ακόμη και αν ήταν επιθυμητός. Είναι όμως δυνατός ένας τρίτος τρόπος, μια διαφορετική υφολογική στάση που θα υπερβαίνει άγονες διαμάχες και θα είναι έτοιμη να δεξιωθεί ρεαλιστικές προτάσεις για την επόμενη ημέρα. Το αίτημα για αλλαγή, είτε αυτή ονομαστεί μεταρρυθμιστική, κεντροαριστερή ή αριστεροδεξιά, είναι σήμερα περισσότερο θέμα ύφους παρά ονόματος.

Ο Βασίλης Βαμβακάς είναι λέκτορας στο Τμήμα ΜΜΕ του ΑΠΘ