Σκόπευα σήμερα να γράψω για τον Σόιμπλε και τους άλλους αγέλαστους Γερμαναράδες κ.λπ., που μας απειλούν, μας εκβιάζουν και μονίμως βρίσκουν προσχήματα για να μη μας δώσουν τη δόση των 31,5 δισ. ευρώ. Τράβηξα όμως ένα μαρτύριο την Παρασκευή –το τράβηξαν όλοι οι Αθηναίοι –από το κυκλοφοριακό σε αυτή την απάνθρωπη πόλη, όπου υποφέρουμε εκατομμύρια άνθρωποι καθημερινώς, και άλλαξα γνώμη. Αλλωστε, για τους δανειστές και εκβιαστές μας γράφουν πολλά άλλοι, σε πολλές σελίδες. Αλλαξα γνώμη και θα ασχοληθώ, ακριβώς, με αυτό το μαρτύριο.

Την Παρασκευή, έπρεπε να πάω στο Υγεία για να συναντήσω έναν φίλο μου, που είχε χειρουργηθεί. Στις 10 το πρωί πέρασε να με πάρει από το σπίτι μου –ανάμεσα στο Κουκάκι και την Ακρόπολη –με το αυτοκίνητό του ένας εξάδελφός μου. Εως το Παναθηναϊκό Στάδιο, τα πράγματα πήγαιναν καλά από πλευράς κίνησης. Από το Χίλτον κι ύστερα, όμως, η κατάσταση έγινε δύσκολη: εκατοντάδες τροχοφόρα «έτρεχαν» με βήμα σημειωτόν. Και από τους Αμπελοκήπους και μετά, η δύσκολη κατάσταση έγινε εφιαλτική.

Εκατοντάδες οδηγοί κορνάριζαν, μούντζωναν, βλασφημούσαν γιατί τα αυτοκίνητά τους έμεναν σχεδόν ακινητοποιημένα. Τελικά, φτάσαμε στο νοσοκομείο στις 11.30. Μιάμιση ώρα, φορτωμένη με τόνους τσαντίλα, για μια απόσταση δύο χιλιομέτρων το πολύ! Ο ίδιος εφιάλτης μάς περίμενε και στην επιστροφή. Και στις 2 το μεσημέρι, ο ταλαίπωρος είχα ένα κρίσιμο ραντεβού! Δεν το έχασα, ευτυχώς. Το έχασε όμως ο άνθρωπος που θα συναντούσα. Ηρθε στις 3.30! «Συγγνώμη», είπε, «αλλά σήμερα η Αθήνα είναι σκέτη κόλαση».

Τι είχε συμβεί; Είχαν απεργία τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Απεργία είχαν και οι εργάτες καθαριότητας του δήμου. Πιθανόν στο Κέντρο να εξελισσόταν και κάποια πορεία. Ευλόγως οι εργαζόμενοι, για να πάνε στις δουλειές τους, ήταν αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουν τα αυτοκίνητά τους. Ετσι η πόλη έπηξε. Επρόκειτο για έμφραγμα, που δεν θυμάμαι να έχει σημειωθεί άλλη φορά τα τελευταία χρόνια. Και βρωμούσαν και τα σκουπίδια από τους ανοιχτούς κάδους…

Είπα έμφραγμα και σκέφτομαι: αν κάποιος συμπολίτης μας πάθαινε καρδιακή προσβολή το πρωινό της Παρασκευής και έπρεπε να διακομισθεί επειγόντως στον Ευαγγελισμό, στο Ιπποκράτειο ή σε νοσηλευτικό ίδρυμα, δεν θα πέθαινε στον δρόμο; Η Αθήνα δεν έχει γίνει μόνο αβίωτη. Είναι και επικίνδυνη για χιλιάδες αρρώστους, ηλικιωμένους, πρόσωπα που η υγεία τους είναι σοβαρά κλονισμένη.

Προ ετών, όταν ο Μίκης Θεοδωράκης είχε τιμηθεί με το βραβείο Λένιν, ήμουν μαζί του στη Μόσχα. Επρεπε να πάμε στο Κρεμλίνο πολύ γρήγορα γιατί, για κάποιο λόγο που δεν θυμάμαι πια, ένας σοβιετικός αξιωματούχος ήρθε στο ξενοδοχείο μας για να κουβεντιάσει με τον συνθέτη, αλλά η συζήτηση κράτησε πολύ. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο ανήσυχοι για την αργοπορία. Αλλά ο οδηγός δεν έδειξε καμιά πρεμούρα. Μπήκε στην αριστερή λωρίδα της λεωφόρου, που ήταν άδεια, και ανέπτυξε ταχύτητα. «Πώς συμβαίνει αυτό;», ρώτησε ο Θεοδωράκης. «Αυτή η λωρίδα μένει πάντοτε ελεύθερη, για τα νοσοκομειακά και τα αυτοκίνητα των επισήμων», ήρθε η απάντηση.