Η Βίκυ Βολιώτη (φωτογραφία) θα ‘ναι η… χριστιανικά αθώα Τζόαν Νταρκ, υπολοχαγός των Μαύρων Ψάθινων Καπέλων – κάτι σαν Στρατός Σωτηρίας… -, η οποία, όταν πεθάνει, αγιοποιείται κι ο Αιμίλιος Χειλάκης ο γλοιώδης ιδιοκτήτης εργοστασίου συσκευασίας κρέατος Πιέρποντ Μάουλερ στο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ «Η Αγία Ιωάννα των σφαγείων» που θ’ ανεβάσει τον επόμενο χειμώνα ο Νίκος Μαστοράκης στο Ακροπόλ.

Το έργο, εκσυγχρονισμένη, καυστικά σατιρική εκδοχή της ιστορίας της Ζαν ντ’ Αρκ, της «Παρθένου της Ορλεάνης», που διαδραματίζεται, με πολλά ένθετα τραγούδια, στο Σικάγο του 1929 και του οικονομικού κραχ, γράφτηκε μεταξύ 1929 και 1931 για το ραδιόφωνο και πρωτακούστηκε απ’ τον Ραδιοφωνικό Σταθμό του Βερολίνου το 1932, με την Καρόλα Νέχερ και τον Φριτς Κόρτνερ στους δυο βασικούς ρόλους και με την Χελένε Βάιγκελ, τον Ερνστ Μπους και τον Πέτερ Λόρε επίσης στη διανομή. Στο θέατρο χρειάστηκε να φτάσει το 1959, μετά το θάνατο του Μπρεχτ πια, για ν’ ανεβεί: στο Ντόιτσες Σάουσπιλχάους του Αμβούργου σε σκηνοθεσία του Γκούσταφ Γκρούντγκενς, με την Χάνα Χίομπ, την κόρη τού Μπρεχτ απ’ τον πρώτο του γάμο με την ηθοποιό και τραγουδίστρια της όπερας Μαριάνε Τσοφ, στο ρόλο της Τζόαν.

Στην Ελλάδα «Η Αγία Ιωάννα των σφαγείων», επαγγελματικά, έχει παιχτεί μια μόνο φορά – αν δεν κάνω λάθος, μια και το υπουργείο Πολιτισμού άφησε να κλείσει το Θεατρικό Μουσείο και δεν μπορώ να το διασταυρώσω… – : το καλοκαίρι του 1972, στο νεότευκτο θέατρο Αθηνά, απ’ το θίασο Δημήτρη Μυράτ – Βούλας Ζουμπουλάκη, σε σκηνοθεσία του πρώτου, με την Βούλα Ζουμπουλάκη στον επώνυμο ρόλο και Μάουλερ τον Δημήτρη Μυράτ – παράσταση που δεν είχε επιτυχία.

Ο Νίκος Μαστοράκης θ’ ανεβάσει το έργο σε μετάφραση Γιώργου Δεπάστα υπογράφοντας επίσης τα σκηνικά και τα κοστούμια, με μουσική Σταύρου Γασπαράτου ενώ θα χρησιμοποιηθούν και θέματα των Πάουλ Ντεσάου και Χανς Αϊσλερ, με παρόντα επί σκηνής τον τραγουδιστή Χρήστο Θηβαίο. Σίγουροι, προς το παρόν, στη διανομή, και η πρόσφατα βραβευμένη με το Βραβείο Ερμηνείας Πρώτου Γυναικείου Ρόλου απ’ την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου Κίκα Γεωργίου, ο Μιχάλης Οικονόμου, ο Ενκε Φεζολάρι.

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα» σε πλήρη «ανάπτυξη» φέτος στην ελληνική σκηνή. «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» σε εκδοχή για έφηβους της σαιξπηρικής τραγωδίας και με τον τίτλο «Ρωμαίος + Ιουλιέτα (Teen Spirit)» είδαμε στο Θησείον απ’ το Λυκόφως σε σκηνοθεσία Νάντιας Φώσκολου. «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» στην μπαλετική εκδοχή του με την ανεπανάληπτη μουσική του Σεργκέι Προκόφιεφ είδαμε στο Μέγαρο απ’ το Μπαλέτο της Λυρικής σε χορογραφία / σκηνοθεσία – όχι, τελικά, ιδιαίτερα εμπνευσμένες ομολογώ… – του Ρενάτο Τζανέλα. «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» τώρα και στο Βρυσάκι σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου (φωτογραφία) από ομάδα μαθητών του.

Τυχερό ήταν το «Ρίτερ, Ντένε, Φος» του Τόμας Μπέρν-χαρντ στην ελληνική σκηνή. Εστω κι αν το πρώτο του ανέβασμα απ’ τον Λευτέρη Βογιατζή και την νέα Σκηνή του το 1990 – ’91, στο θέατρο Οδού Κυκλάδων, με τον ίδιο, την Λυδία Κονιόρδου και την Ολια Λαζαρίδου ήταν καθοριστικό – έγραψε για πάντα -, και το δεύτερο, το 2008, απ’ τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο, στο Ποταμίτης, με τον ίδιο και τις νεότερες Μάντυ Λάμπου και Μαρία Καψή είχε πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία αλλά και το τρίτο, το φετινό, της σεζόν που κλείνει, στην Σφενδόνη της Αννας Κοκκίνου, παρά τη σκηνοθετική περιπέτειά του – η Βαρβάρα Μαυρομάτη που το ‘χε αναλάβει αποσύρθηκε και τη σκηνοθεσία συνυπέγραψαν, τελικά, οι τρεις πρωταγωνιστές του Δημήτρης Καταλειφός, Αννα Κοκκίνου και Ράνια Οικονομίδου μαζί με τον Πάνο Παπαδόπουλο – ήταν μια παράσταση που σεβάστηκε τον εμμονικό, ψυχοβγάλτη αλλά και τόσο ουσιαστικό συγγραφέα. Και κατέβασε το κείμενο με κύρος και εξαιρετική ακρίβεια μέσα από καλές ερμηνείες. Μπορείτε, πάντως, να τη δείτε την επόμενη σεζόν μια και θα επαναληφθεί, όπως έμαθα.

Μια αγωνία διακρίνω στους ανθρώπους του θεάτρου μας. Να βρουν κείμενα που να καθρεφτίζουν, ν’ αφορούν τις δύσκολες καταστάσεις που ζούμε. Πολύ σωστό να συμπορεύεται το θέατρο με τις ανάγκες της εποχής του. Αλλά κι όταν δεν τα βρίσκουν, παρατηρώ, μέσα απ’ τις δηλώσεις και τις συνεντεύξεις τους, την αξιοθαύμαστη, ακροβατική σχεδόν προσπάθειά τους ό,τι, μα ό,τι και ν’ ανεβάζουν να το συνδέσουν με την πραγματικότητα αυτή, να το «δικαιολογήσουν». Εστω και τραβηγμένο απ’ τα μαλλιά…

Nouvelle σύνταξη: «Να έχεις δεθεί στο άρμα κάποιου μάνατζερ – μέντορας». «Σε ένα κινηματογραφικό χρονικό – μάρτυρας». Ωχ! Το μάτι μου!

Ο Συν – Επί, ο θίασος που στεγάζεται στο Από Μηχανής Θέατρο, σέβεται το θεατή – αυτή την αίσθηση έχω αποκομίσει. Και μέσα απ’ τον – πανέμορφο – τρόπο που ‘χει διαμορφώσει το θέατρο αυτό με το ανυπόφορα στενό – ένας διάδρομος – φουαγιέ, και μέσα απ’ τους ανθρώπους του, και, κυρίως, μέσα απ’ το ρεπερτόριο στο οποίο επιμένει. Να επισημάνω, όμως, ένα φάουλ.

Πήγα να δω εκεί «Το ξύπνημα των νεκρών» του Ιψεν σκηνοθετημένο απ’ την Ρούλα Πατεράκη (φωτογραφία) κι ώσπου να το δω αλλαξοπίστησα. Επτάμισι η ώρα έναρξης, οκτώ παρά δέκα άνοιξε η πόρτα – κι εμείς να περιμένουμε στριμωγμένοι, ιδροκοπώντας, στη στενωπό του φουαγιέ -, οκτώ άρχισε η παράσταση. Ναι, καταλαβαίνω, ήταν η τελευταία, ναι, είχε κόσμο, αλλά υπάρχουν και κάποια όρια. Το τι άκουσα να λένε οι αναμένοντες θεατές ας μην το επαναλάβω…