Οι εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς την Ελλάδα και οι αντίστοιχες δηλώσεις ευρωπαίων πολιτικών και ανθρώπων του πνεύματος έτυχαν αρκετής προβολής από τα ΜΜΕ. Οσοι πάντως μίλησαν για τον νέο φιλελληνισμό, ας μη σπεύσουν να μνημονεύσουν τον Μπάιρον (και τον Μέτερνιχ), τους φιλέλληνες (και την Ιερά Συμμαχία). Βλέποντας αυτές τις συγκινητικές εκδηλώσεις αλληλεγγύης μέσα από παραμορφωτικούς φακούς υπάρχει κίνδυνος να τις υπερτονίσουμε ή να τις εντάξουμε σε ένα φαντασιακό δίπολο, φιλελλήνων και μισελλήνων. Μπορεί να παραγνωρίσουμε τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά και όριά τους, να αγνοήσουμε τις ιδιαίτερες συνθήκες και τους πολιτικούς συσχετισμούς σε κάθε χώρα.

Ποια είναι, αλήθεια, η κυρίαρχη πρόσληψη της σημερινής Ελλάδας στο εξωτερικό; Από τη μια, ακούγεται ο ήκιστα πολιτικός και μάλα τεχνοκρατικός λόγος της πολιτικής μας ηγεσίας, ένας λόγος πειθαναγκασμένος. Από την άλλη, ακούγεται ο εθνολαϊκιστικός και συχνά άναρθρος λόγος των εραστών της συνωμοσίας και της δραχμής. Η εικόνα μας στα διεθνή μέσα είναι εν πολλοίς παραμορφωτικά πολωμένη και στερεοτυπική: η ηγεσία ζητεί διαρκώς συμφωνίες «διάσωσης», οι πολίτες διαδηλώνουν, κάποιοι ανάμεσά τους (σε αυτούς συνήθως εστιάζουν οι κάμερες) καίνε γερμανικές σημαίες και ντύνουν τη Μέρκελ με σβάστικες. Ολα αυτά σε δόξα του κυρίαρχου ευρωπαϊκού στερεοτύπου για τους τεμπέληδες, απατεώνες Ελληνες. Ο αμυντικός εθνικισμός μας ανατροφοδοτείται με τον κεντροευρωπαϊκό ηθικολογικό λόγο που ενοχοποιεί τον ευρωπαϊκό Νότο. Για να το πούμε σχηματικά, η Ελλάδα τέτοιες ώρες δεν νοείται να μιλάει μόνο με τον λόγο του Ευ. Βενιζέλου ή του Γ. Τράγκα.

Υπάρχουν εκείνοι – και είναι πολλοί – που βάλλονται από τον κυρίαρχο λόγο (σε προηγούμενο άρθρο τον ονομάσαμε δρεπανηφόρο «αντιλαϊκισμό») και ταυτόχρονα προσβάλλονται από τον αγοραίο εθνολαϊκισμό. Πρέπει να αρθρώσουν τη δική τους απάντηση: μακριά από εύκολες ρητορείες, χωρίς ανέξοδη νοσταλγία για το χαμένο ειδυλλιακό πελατειακό χθες, πέρα από απλουστευτικούς διαχωρισμούς μνημονιακών και αντιμνημονιακών, λαϊκιστών και αντιλαϊκιστών, ευρωπαϊστών και αντιευρωπαϊστών. Οι διαχωρισμοί υπάρχουν, αλλά είναι λιγότερο κάθετοι και στεγανοί από όσο νομίζεται. Χρειάζεται λοιπόν απάντηση με κυρίαρχο το πρόταγμα της ακέραιης δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, πρόταγμα που εσχάτως κινδυνεύει να μείνει πουκάμισο αδειανό. Χρειάζεται η επιθετική διπλωματία της ίδιας της κοινωνίας: των προσώπων, των κοινωνικών χώρων και των φορέων που έχουν σωπάσει αμήχανοι ή ανήμποροι μπροστά στην καταιγίδα των μέτρων και του επιθετικού λόγου που τα συνοδεύει. Λείπει μια επιχειρηματολογία εμπλουτισμένη από τις εθνικές αποχρώσεις αλλά όχι εγκλωβισμένη σε αυτές. Ενας τέτοιος λόγος, με ισχυρά κοινωνικά, πολιτικά και ευρωπαϊκά ερείσματα, ίσως κατορθώσει να καταδείξει το προφανές: ναι, η Ελλάδα προσέφερε γενναιόδωρα τις προϋποθέσεις για να μετατραπεί σε αγαπημένο γήπεδο των κερδοσκόπων και της νεοφιλελεύθερης μονομανίας. Αλλά ταυτόχρονα η Ενωση αυτοχειριάζεται αν παραγνωρίσει ότι αυτό που τίθεται σε σκληρή αμφισβήτηση στη νοτιοανατολική άκρη της είναι συνολικά το ευρωπαϊκό κοινωνικό και δημοκρατικό κεκτημένο.

Μέρος του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα ετοιμάζεται για την επόμενη μέρα, για την αφομοίωση των κραδασμών του όποιου εκλογικού αποτελέσματος. Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται, ηθελημένα ή αθέλητα, και οι πρωτοβουλίες που προλειαίνουν το έδαφος για κυβερνήσεις τεχνοκρατών ή αρίστων (ή ενός συνδυασμού «δύο σε ένα»). Ταυτόχρονα, με τους ιμάντες που παραδοσιακά ενσάρκωναν συντεταγμένα την κοινωνική βούληση να βρίσκονται σε κατάσταση μετατραυματικού σοκ, η κοινωνία μένει βουβή. Σε αυτή λοιπόν τη συγκυρία η άρθρωση συλλογικού λόγου, η απόπειρα για μια νέα «αλφαβήτα της κρίσης», είναι κατά τη γνώμη μου η σημαντικότερη διάσταση της κίνησης των 130 πολιτών (είναι πλέον πολύ περισσότεροι) που συσπειρώθηκαν γύρω από μια δήλωση «για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας». Ηδη οι πρωτεργάτες αναζητούν και βρίσκουν ακροατήριο, υποστηρικτές και συμμαχίες εντός και εκτός συνόρων.

Το γεγονός αυτό φανερώνει διάθεση υπέρβασης της συνήθους αυτοαναφορικότητας των διανοουμένων, που τις περισσότερες φορές συντάσσουν, κυκλοφορούν και υπογράφουν κείμενα εσωτερικής κατανάλωσης. Αν τέτοιες πρωτοβουλίες αποκτήσουν δυναμική εντός συνόρων, μπορεί να αποκτήσει ουσιαστική δυναμική εκτός συνόρων και το σύνθημα «Είμαστε όλοι Ελληνες». Ειδάλλως κινδυνεύει να παραμείνει αγαθή φιλανθρωπία, παλιά οφειλή προς ένα είδος προς εξαφάνιση, συμπαράσταση προς μια χώρα καρέτα-καρέτα.

Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου www.antiphono.wordpress.com